Πριν γράψω αυτό το κομμάτι, τηλεφώνησα σ΄έναν καλό μου φίλο στη Λευκωσία, με καταγωγή από τα κατεχόμενα. Τον ρώτησα λοιπόν, πως βλέπει ο απλός Κύπριος τις εξελίξεις στην διαδικασία των διακοινοτικών συνομιλιών.

«Με μεγάλη επιφύλαξη». Μου απάντησε. Κι αυτό επειδή ακόμη δεν έχουν ακουμπήσει τα καυτά ζητήματα: Τη αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, το περιουσιακό και τις εγγυήσεις. Όλα εξαρτώνται από τις υποχωρήσεις που είναι διατεθειμένη να κάνει η Τουρκία και όχι η διάθεση του Ακιντζί»…

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Έχουν πλέον περάσει 42 χρόνια από την εισβολή και έχουν γίνει πάρα πολλοί κύκλοι δικοινοτικών συνομιλιών. Ωστόσο, η ελληνική θέση δεν επεδίωξε από την αρχή να απαιτήσει να γίνουν συνομιλίες με την πηγή της ανωμαλίας δηλαδή, την Τουρκία.

Σήμερα ουδείς πλέον αμφιβάλλει ότι η προοπτική επίλυσης του προβλήματος – αν τελικά υπάρξει – απέχει παρασάγγας από να βρίσκεται στην κατεύθυνση των στόχων όπως η ελληνική πλευρά τους είχε διαμορφώσει αμέσως μετά την εισβολή: Στην προοπτική «απελευθέρωση – επιστροφή».

Είναι πλέον προφανές πως οι προσπάθειες επίλυσης του προβλήματος έχουν διολισθήσει προς τις σταθερές και άκαμπτες τουρκικές θέσεις.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Μετά τον παραμερισμό των κανόνων του διεθνούς δικαίου τα κριτήρια βάσει του διεθνούς άδικου για την επίλυση του προβλήματος , κατέστησαν κατ’ ανάγκην ασαφή.

Η ελληνική διαπραγματευτική άποψη δείχνει να μην έχει συγκεκριμένη στρατηγική. Έτσι, το δίκαιο του ισχυρότερου (δηλ. Τουρκία) στηριζόμενο στη λογική του στρατηγικού καταναγκασμού, μέσω εκβιασμών και τετελεσμένων γεγονότων, πήρε πρωταρχικό ρόλο.

Αυτό ακριβώς επεδίωξε από την αρχή η Τουρκία. Είχε διαφανεί στις συνομιλίες της Γενεύης του 1974 και από τότε σταθερά η Άγκυρα χρησιμοποιούσε την αποτελμάτωση για να ξεφύγει από τα νομικά αδιέξοδα που της δημιούργησε η εισβολή και η κατοχή εδάφους ξένου κράτους.

Εδώ και 42 χρόνια ακούμε τις πολιτικές ηγεσίες να επαναλαμβάνουν μονότονα, την τραγική ψευδαίσθηση ότι οι δικοινοτικές συνομιλίες είναι μονόδρομος για τη λύση του προβλήματος.

Αντί όλα αυτά τα χρόνια υποταγής στην τουρκική τακτική να αποδεικνύουν ότι απαιτείται πλέον, ανάγκη της επανεκτίμησης της εφαρμοζόμενης στρατηγικής και πρακτικής.

Αρκεί να απαντηθεί το ερώτημα: «Τι έχει επιτευχθεί στα 42 χρόνια δικοινοτικών συνομιλιών;».

Πολύ νερό έχει κυλήσει πλέον από την αισιοδοξία που είχε εκφράσει στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης «για κλείσιμο του Κυπριακού, εντός του 2016».

Η αισιοδοξία αυτή βασικά εκπορεύεται από τους ξένους χωρίς να υποστηρίζεται από τα γεγονότα.

Η Τουρκία παίζοντας το δικό της επιθετικό διπλωματικό παιχνίδι, για μια ακόμη φορά δυναμίτισε το «καλό κλίμα», που επιδιώκει ο ΟΗΕ με το επεισόδιο της πρόσκλησης του κατοχικού ηγέτη Ακιντζί, στο γεύμα στην πρόσφατη διάσκεψη του ΟΗΕ στην Κωνσταντινούπολη, υποχρεώνοντας τον Κύπριο πρόεδρο να μην παραστεί. Παρά τις διαβεβαιώσεις που δόθηκαν από τον γγ του ΟΗΕ, ο ρόλος του διαμεσολαβητή του στις διακοινοτικές δεν είναι και αποδεκτός ως «αμερόληπτος».

Έπειτα, ο πραγματικός ρόλος του ξένου παράγοντα είχε φανεί από το αλήστου μνήμης σχέδιο Ανάν, το οποίο είχαν απορρίψει στο δημοψήφισμα οι Ελληνοκύπριοι.

Είναι σίγουρο, πως η Τουρκία θα επιτρέψει λύση στο Κυπριακό μόνο εάν εξασφαλιστούν ΟΛΟΙ οι στρατηγικοί της στόχοι: Ο έλεγχος ολόκληρης της Κύπρου μετά τη διευθέτηση, όπως την θέλουν οι Βρετανοί και ασφαλώς οι Αμερικανοί, μέσω της διχοτομικής και ρατσιστικής διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας.

Επειδή μπορεί η Κύπρος να μην ανήκει στο ΝΑΤΟ, αλλά ελέγχεται από δύο ΝΑΤΟϊκούς εταίρους: Τη Βρετανία, που εκτός από εγγυήτρια δύναμη διαθέτει και κυρίαρχη στρατιωτική βάση στη μεγαλόνησο. Και τις κατοχικές δυνάμεις των 40 χιλιάδων Τούρκων στρατιωτών στο βορρά.

Όταν λοιπόν, Τούρκοι, Βρετανοί και αμερικανοί θέλουν διζωνική, τι να πουν οι Ελληνοκύπριοι;

Συμφωνώ απόλυτα με την άποψη που έχει επανειλημμένα εκφράσει ο Μιχάλη Ιγνατίου σε άρθρα του:
«Για να δικαιολογείται η λύση και για να προστατευθεί το ελληνικό στοιχείο στο νησί, πρέπει να αποχωρήσουν τα κατοχικά στρατεύματα, να καταργηθούν οι εγγυήσεις της Τουρκίας και της Βρετανίας (η Ελλάδα ήδη έχει αυτοκαταργηθεί), να μην διαλυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία, να δικαιούνται όλοι οι πολίτες τις ελευθερίες ιδιοκτησίας, διακίνησης και εγκατάστασης (σύμφωνα με το κοινοτικό Δίκαιο) και να γίνουν σεβαστές οι δημοκρατικές διαδικασίες».

Αλλιώς στην Κύπρο θα δούμε ένα κρατικό μόρφωμα που δεν θα λειτουργεί χωρίς συνεχείς έξωθεν παρεμβάσεις, όπως της Βοσνίας.

Αλλά ο ελληνισμός δεν θα πρέπει να αισιοδοξεί και για έναν ακόμη λόγο: Στην περίπτωση υποχώρησης της Τουρκίας, κάποιον άλλο στόχο θα έχει (βλέπε τις εξελίξεις που διαδραματίζονται τις τελευταίες ημέρες, με την συνεργασία τουρκικού προξενείου Κομοτηνής και ψευτο-μουφτή στην Θράκη, (για όσους το έχουν πάρει είδηση) και θα καταλάβουν ότι «πίσω έχει η αχλάδα την ουρά».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης