«Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο Όχι να πούνε»*Σε αυτό το δίλημμα φαίνεται πως βρισκόταν για εννέα ολόκληρες ώρες το σύνολο της ηγεσίας του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Γερμανίας, το οποίο συνεδρίαζε στους απάνω ορόφους του ευρηματικού κτηρίου «Willy Brandt». 

Μετά τα μεσάνυχτα και αφού είδαν και απόειδαν παρήγγειλαν μια πίτσα τεραστίων διαστάσεων για να γλυκάνουν τους δημοσιογράφους που περίμεναν υπομονετικά στον διάδρομο. Ήταν όλοι εκεί. Ιδιαίτερα ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, ο αρχιτέκτονας της κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού με τη Μέρκελ. Είναι αυτός που διαθέτει την πείρα, αλλά είναι και το στέλεχος που πιέζει αφόρητα τις τελευταίες ημέρες τους συντρόφους του να παρακαθήσουν για άλλη μία φορά στο ίδιο τραπέζι με τη Γερμανίδα καγκελάριο προκειμένου να βρουν μια λύση. Την προηγούμενη, ο Μάρτιν Σουλτς έμεινε μία ώρα στο γραφείο του προέδρου της γερμανικής ομοσπονδίας κ. Σταϊνμάιερ. Η κουβέντα θα πρέπει να ήταν έντονη, αλλά δεν διέρρευσε κάτι από αυτήν. 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στους πάνω ορόφους του κτηρίου «Willy Brandt» οι Σοσιαλδημοκράτες δεν φαίνεται να κατέληξαν σε ένα οριστικό συμπέρασμα. Ο εκπρόσωπος του κόμματος μιλώντας στους δημοσιογράφους ανέφερε απλώς πως το SPD, έχοντας επίγνωση της πολιτικής του ευθύνης, θα συζητήσει με τα άλλα κόμματα για το ζήτημα σχηματισμού κυβέρνησης. Μένει να συνεννοηθούν οι κοινοβουλευτικές ομάδες μεταξύ τους για τον καθορισμό των ραντεβού. Κουβέντα, δηλαδή, για ενδεχόμενη προσέγγιση των Σοσιαλδημοκρατών με την ιδέα της συμμετοχής τους σε μία νέα κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού.

Τα έμπειρα στελέχη του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος έχουν επίγνωση της απλής πολιτικής αριθμητικής. Δεν μπορεί να βγαίνει ο Μάρτιν Σουλτς την ημέρα της κατάρρευσης των συνομιλιών για τον σχηματισμό κυβέρνησης και να δηλώνει κατηγορηματικά πως το SPD δεν συμμετέχει σε έναν μεγάλο ενδεχόμενο συνασπισμό, και δύο μέρες αργότερα να αλλάζει γνώμη. Ο ίδιος ο Μάρτιν Σουλτς και τα στελέχη του χρειάζονται χρόνο για να διαμορφώσουν νέες συνθήκες στη βάση του κόμματος. Αυτόν τον αναγκαίο χρόνο προσπαθεί η γερμανική σοσιαλδημοκρατία να κερδίσει από το βράδυ της Πέμπτης.

Το πόσο θα κρατήσει αυτή η διαδικασία είναι άγνωστο. Αλλά ούτε το Σύνταγμα ούτε και οι παραδόσεις προσδιορίζουν με ακρίβεια το χρονικό διάστημα που χρειάζεται για τον σχηματισμό κυβέρνησης στη Γερμανία. Ο ίδιος ο πρόεδρος Σταϊνμάιερ έδωσε περιθώριο τριών εβδομάδων στα πολιτικά κόμματα για να συζητήσουν το μέγα ζήτημα που έχει προκύψει. Είναι πολύ πιθανό αυτό το χρονικό διάστημα να επιμηκυνθεί. 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το ζήτημα είναι εάν θα καταφέρουν οι Χριστιανοδημοκράτες με τους Σοσιαλδημοκράτες να βγάλουν τη χώρα από το πολιτικό αδιέξοδο. Το γερμανικό Σύνταγμα ίσως να είναι και το μοναδικό στον κόσμο που δεν αναφέρεται ούτε σε μία παράγραφο στην έννοια των πρόωρων εκλογών. Είναι σαν ο συντάκτης του Συντάγματος να έχει δώσει ευχή και κατάρα στο πολιτικό σύστημα να καταλήγει πάντοτε σε κάποια συμβιβαστική λύση. Μάθημα δημοκρατίας; Μάθημα πολιτικής τακτικής; Σε οποιαδήποτε περίπτωση, η Γερμανία είναι υποχρεωμένη να κινηθεί σε αυτό το συνταγματικό πλαίσιο.

Η Άγκελα Μέρκελ, από την άλλη, αντιμετωπίζει και αυτή το καβαφικό δίλημμα που τέθηκε στην αρχή. Βρίσκεται στο τέλος του πολιτικού της κύκλου ή έχει ακόμη τη δυνατότητα να διαδραματίσει κυρίαρχο ρόλο, 12 ολόκληρα χρόνια από τότε που εκλέχθηκε για πρώτη φορά καγκελάριος;

Με τίτλο «Το τέλος του τέλους της Ιστορίας» σε κύριο άρθρο του, το «Spiegel Online» γράφει:

«Η κατάρρευση των συνομιλιών για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού στο Βερολίνο ξεπερνά τα όρια της εθνικής κρίσης. Αλλά αυτό είναι συμπτωματικό. Ήρθε η ώρα για τους Γερμανούς πολιτικούς να αντιληφθούν τι διακυβεύεται για τη χώρα τους αλλά και τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο».

Είναι κάποιοι απαισιόδοξοι που παρομοιάζουν την πολιτική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στη σημερινή Γερμανία με τις μαύρες εποχές του Μεσοπολέμου. Λίγο πριν από την άνοδο των ναζί στην εξουσία. Και αναφέρονται, φυσικά, στον κίνδυνο από την ανοδική πορεία των Γερμανών ακροδεξιών που καιροφυλακτούν για νέα κέρδη σε περίπτωση προσφυγής σε πρόωρες κάλπες.

Με συνέντευξή του στη «Welt am Sonntag», ο Γερμανός πρόεδρος προειδοποίησε τον Σουλτς για τις συνέπειες νέων εκλογών. Είναι, άλλωστε, γνωστό ότι ο Σταϊνμάιερ είναι υπέρ σταθερών κυβερνήσεων κι όχι υπέρ πειραμάτων, τύπου κυβερνήσεων μειοψηφίας.

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκτιμούν ότι ο Μάρτιν Σουλτς τελικώς θα υπαναχωρήσει ενδίδοντας στις εντεινόμενες τα τελευταία 24ωρα πιέσεις που δέχεται κυρίως από στελέχη του κόμματός του. «Ο Σουλτς θα ανοίξει την πόρτα του μεγάλου συνασπισμού» υποστηρίζουν κομματικοί κύκλοι.

Ο ίδιος, πάντως, δήλωσε στο γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων dpa ότι «το SPD έχει πλήρη συναίσθηση της ευθύνης του σε αυτήν τη δύσκολη συγκυρία. Είμαι βέβαιος ότι τις επόμενες μέρες και εβδομάδες θα βρούμε μια καλή λύση για τη χώρα μας». Αρκετοί αναλυτές διαβάζουν στα λεγόμενα αυτά προαναγγελία υπαναχώρησης του Σουλτς.

Οι σχολιαστές υποστηρίζουν ακόμη πως η ατμόσφαιρα είναι πλέον ευνοϊκή για το SPD, επειδή βρίσκεται σε πιο προνομιακή θέση από την Άνγκελα Μέρκελ, στην οποία πολλοί χρεώνουν τη σημερινή πολιτική κρίση.

Μια και βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση, λόγω του αδιεξόδου σχηματισμού συνασπισμού «Τζαμάικα», οι Σοσιαλδημοκράτες θα μπορούσαν σε ενδεχόμενες διαπραγματεύσεις να ζητήσουν και να λάβουν πολλά ανταλλάγματα.

Μεταξύ άλλων:
–  περισσότερο φιλική και επιθετική ευρωπαϊκή πολιτική
–  καθιέρωση κατώτατων συντάξεων
–  μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και την εκπαίδευση.

Πέραν του ότι το SPD θα μπορούσε να περάσει ένα μεγάλο μέρος αμιγώς σοσιαλδημοκρατικής ατζέντας, θα διασφάλιζε πιθανότατα και δύο σημαντικά χαρτοφυλάκια: Των Εξωτερικών και των Οικονομικών.

Οι αντίπαλοι του μεγάλου συνασπισμού εντός των σοσιαλδημοκρατών τειχών υπενθυμίζουν ότι κατά την τελευταία τετραετία το SPD κατάφερε να περάσει μεν σειρά νομοσχεδίων που είχαν τη δική τους σφραγίδα, χωρίς όμως να κατορθώσει να το εξηγήσει επαρκώς στους ψηφοφόρους και εν τέλει να το κεφαλαιοποιήσει στις κάλπες.

*Από το ποίημα του Καβάφη «Che fece …. il gran rifiuto»

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης