Ο Ιωάννης Λιάμμος καταγράφει στο προσωπικό του ημερολόγιο πολέμου τα εξής: «Eυτυχώς μέχρι τις 3 Νοέμβρη δεν μας είχε πειράξει η αεροπορία, παρότι τα ιταλικά αεροπλάνα περνούσαν πάνω από το Νεστόριο, αλλά δεν μας χτυπούσαν». Αναφέρει ότι έχει δημιουργηθεί μια υποτυπώδης αεράμυνα με νεολαίους που είχαν τοποθετηθεί στα καμπαναριά και όταν εντόπιζαν αεροπλάνο, άρχισαν να χτυπούν τις καμπάνες. Στο Νεστόριο έχει ήδη αναπτυχθεί η 9η Μεραρχία και έχει στηθεί η επιμελητεία και ο εφοδιασμός των μονάδων καθώς και η λειτουργία του ορεινού χειρουργείου. Οι εισβολείς θέλουν να ματαιώσουν κάθε είδους βοήθεια προς την Πίνδο και στις 4 Νοεμβρίου η Ιταλική αεροπορία αρχίζει να βομβαρδίζει το Νεστόριο.

Την πρώτη μέρα των βομβαρδισμών σκοτώνεται ο έφεδρος αξιωματικός του Μηχανικού Κωστής Παπαδάκης. Ο νεαρός αξιωματικός ήταν δημοσιογράφος της εφημερίδας το «ΒΗΜΑ» και έφτασε με την μονάδα του στο Νεστόριο, εκτελώντας ταυτόχρονα και χρέη πολεμικού ανταποκριτή. Σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών στη γέφυρα του Αλιάκμονα λίγο έξω από το χωριό. Ο Κωστής Παπαδάκης ήταν ο πρώτος νεκρός δημοσιογράφος στο ελληνοαλβανικό μέτωπο, ενώ κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών που κράτησαν έως και την κατάληψη της Κορυτσάς, σκοτώθηκαν 10 κάτοικοι του Νεστορίου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η ταφή του έγινε στα μεσαία νεκροταφεία του χωριού και έπειτα από πολλά χρόνια η οικογένειά του μετέφερε τα οστά του στην Κρήτη. Όπως αναφέρει ο Χρήστος Γκοσλιόπουλος, σήμερα υπάρχει ένα κενοτάφιο με το όνομά του και με στίχους από ένα δικό του ποίημα μαζί με το μνημείο προς τιμήν όλων των πεσόντων του πολέμου.

Από τη γραπτή μαρτυρία του Ιωάννη Λιάμμου μαθαίνουμε ότι στο Νεστόριο βρέθηκαν και αιχμάλωτοι Ιταλοί αεροπόροι. Το αεροπλάνο τους κατέπεσε έξω από τους Κομνηνάδες, ένα χωριό στη γραμμή της ελληνοαλβανικής μεθορίου. «Τέσσερις μέρες μετά τον πόλεμο κατέπεσε έξω από τους Κομνηνάδες ένα ιταλικό αεροπλάνο. Οι αεροπόροι σώθηκαν και τους έφεραν στο Νεστόριο. Διαδόθηκε γρήγορα ότι φέρνουν στο χωριό τους δύο αεροπόρους και όλο το χωριό μαζεύτηκε στην πλατεία του Άνω Μαχαλά να δει τους δύο Ιταλούς. Τη στιγμή εκείνη πάνω από το Νεστόριο περνούσαν σμήνη ιταλικών αεροπλάνων που κατευθύνονταν στην ενδοχώρα και οι Ιταλοί, όταν αντίκρισαν το πλήθος, είπαν «τι διάβολο, αυτός ο κόσμος δεν φοβάται;».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης