Ο Ιταλός πρωθυπουργός ολοκλήρωσε το βράδυ του Σαββάτου την εκστρατεία του στο κέντρο της Φλωρεντίας με την παρουσία και στήριξη των παιδιών του. Μέσα στις επόμενες ώρες, θα αποφασιστεί το μέλλον μας για τα επόμενα 20 χρόνια» είπε ο Ρέντσι, σύμφωνα με τον οποίο «η μάχη θα κριθεί τελικά μόνον από λίγες χιλιάδες ψήφων».

Ο Ιταλός πρωθυπουργός έχει συνδέσει το πολιτικό του μέλλον με το συγκεκριμένο δημοψήφισμα. Ενδεχόμενο «Όχι» των Ιταλών είναι πιθανό να τον οδηγήσει σε παραίτηση«Η διαφορά είναι ελάχιστη» τόνισε στην ομιλία του ο Ματέο Ρέντσι, υποσχόμενος ότι αν κερδίσει το «Ναι» θα εργασθεί για το καλό όλης της χώρας. Σύμφωνα με πληροφορίες που διαρρέουν από το μέτωπο του «Όχι», τα τελευταία γκάλοπ -που δεν δημοσιοποιήθηκαν- δίνουν ποσοστό 53% στους αντίθετους στη μεταρρύθμιση και 47% στους υποστηρικτές του «Ναι».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Πρέπει να διαπιστωθεί, όμως, τι ψήφισαν οι απόδημοι Ιταλοί. Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία, ένα εκατομμύριο εξακόσιες χιλιάδες πολίτες που ζουν στο εξωτερικό συμμετείχαν στη διαδικασία. Ο Ρέντσι ελπίζει να μπορέσει να ευνοηθεί σημαντικά από τη μεγάλη αυτή συμμετοχή. Πάντως, η ακροδεξιά Λέγκα του Βορρά κάνει ήδη λόγο για νοθεία σε ότι αφορά στην επιστολική ψήφο.

Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, η «Λέγκα του Βορρά» και τα «Πέντε Αστέρια» του Μπέπε Γκρίλο επέμειναν μέχρι το τέλος ότι αν ο Ιταλός κεντροαριστερός πρωθυπουργός χάσει το δημοψήφισμα, θα πρέπει να παραιτηθεί. Πολλά θα εξαρτηθούν, όμως, από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, Σέρτζιο Ματαρέλα.

Πολλές βρετανικές και γερμανικές εφημερίδες γράφουν αυτές τις ημέρες ότι «ο Ρέντσι μπορεί να παραμείνει τελικά έστω και αν δεν πετύχει τον στόχο του δημοψηφίσματος».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο υπουργός Υποδομών Γκρατσιάνο Ντελ Ρίο δήλωσε ότι αν υπερισχύσει το «Όχι» ο πρωθυπουργός θα μεταβεί άμεσα στο προεδρικό μέγαρο Κυρηνάλιο για να συνεκτιμήσει την όλη κατάσταση μαζί με τον Ματαρέλα.

Ο Ιταλός πρωθυπουργός έχει συνδέσει το πολιτικό του μέλλον με το συγκεκριμένο δημοψήφισμα. Ενδεχόμενο «Όχι» των Ιταλών είναι πιθανό να τον οδηγήσει σε παραίτηση. Σε περίπτωση που η έκβαση είναι αρνητική για τον Ιταλό πρωθυπουργό και παραιτηθεί, οι αναλυτές εκφράζουν φόβους για πολιτική αστάθεια με αρνητικές συνέπειες στις χρηματαγορές και εκτιμούν ότι ενδέχεται να υπάρξουν πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις στο σύνολο της Ευρωζώνης.

Μέσω Αυστρίας και Ιταλίας

Στη Βιέννη ο ακροδεξιός λαϊκιστής και επικριτής της Μέρκελ, Νόρμπερτ Χόφερ, θα μπορούσε να αναδειχθεί πρόεδρος της χώρας, ενώ στη Ρώμη ο φίλος της Ματέο Ρέντσι απειλείται με κατάρρευση με αφορμή το δημοψήφισμα για τροποποίηση του συντάγματος.

Εννέα μήνες πριν τις βουλευτικές εκλογές στη Γερμανία το κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» θα είχε κάθε λόγο να χαίρεται. Μετά τις εκλογές του ερχόμενου Σεπτεμβρίου θα μπορούσε να αναδειχθεί σε μεγάλο πονοκέφαλο για τη Μέρκελ. Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε εξ αρχής ότι τα εκλογικά αποτελέσματα στην Αυστρία και την Ιταλία δεν θα έχουν συγκεκριμένες επιπτώσεις στη γερμανική πολιτική –τουλάχιστον άμεσες. Ένας πιθανός πρόεδρος της Αυστρίας από το ακροδεξιό FPÖ θα έχει περισσότερη επιρροή στη Βιέννη, αλλά επιπτώσεις σε πρακτικό επίπεδο δεν θα είχε η εκλογή του. Ωστόσο, το μήνυμα ότι στην Αυστρία οι ακροδεξιοί έχουν πλειοψηφία, θα ήταν καταστροφικό, ενόψει των γαλλικών και ολλανδικών εκλογών μέσα στο 2017.

Πιο δραματικές θα ήταν οι επιπτώσεις από το ιταλικό δημοψήφισμα. Σε περίπτωση ήττας Ρέντσι αναμένεται η παραίτησή του, η οποία θα προκαλούσε έντονες αντιδράσεις στις χρηματαγορές. Το μεγάλο δημόσιο χρέος της χώρας θα μπορούσε να θέσει σε δοκιμασία την Ευρωζώνη και οι ελπίδες της Μέρκελ για σταθερότητα στην τρίτη σε μέγεθος οικονομία της Ε.Ε. θα εξανεμίζονταν. Αντιπαραγωγικός θεωρείται και ο έπαινος του αντιπαθή στην Ιταλία Βόλφγκανγκ Σόιμπλε προς τον Ρέντσι και η ανοιχτή στήριξη που του πρόσφερε.

Ήταν ένα πρόσκαιρο ειδύλλιο…

Οι σχέσεις Μέρκελ-Ρέντσι ξεκίνησαν ειδυλλιακά. Το 2014, στην πρώτη τους συνάντηση, η καγκελάριος δήλωσε εντυπωσιασμένη χωρίς να δώσει μεγάλη σημασία σε κάποιες επιτακτικές εξαγγελίες του.

Από τότε θεωρούταν βέβαιο ότι οι δύο μπορούν να συνεργαστούν καλά, αν και στο πέρασμα του χρόνου η καγκελάριος δεν μπόρεσε να μην παρατηρήσει κάποια εχθρική στάση του Ιταλού πρωθυπουργού.

Τον Σεπτέμβριο, στο έκτακτο συμβούλιο κορυφής της Μπρατισλάβα μετά το Brexit, ανέφερε σε ψυχρό τόνο σε κοινή συνέντευξη με τον Ολάντ και τη Μέρκελ: «Δεν ασπάζομαι τα συμπεράσματά σας». Παρόλα αυτά τους τελευταίους μήνες η Μέρκελ τον επισκέφθηκε δύο φορές, τη μια στην πόλη της Φεράρι, Μαρανέλο και την άλλη μαζί με τον Ολάντ κοντά στη νήσο Βεντοτένε. Ήταν μια επίσκεψη στήριξης του Ιταλού πρωθυπουργού, διότι, όπως έγραψε η La Repubblica, για τη Μέρκελ η σταθερότητα της Ιταλίας είναι θεμελιώδης.

Μέσα σε όλα αυτά δεν θα πρέπει να αγνοήσουμε ότι ο Ρέντσι πολύ συχνά ζητούσε περισσότερη ανάπτυξη και λιγότερη αλλά αποτελεσματική λιτότητα στην Ευρώπη. Με αυτήν τη στάση βρέθηκε στον αντίποδα της Μέρκελ. Το ότι στο τέλος η ασθενής οικονομία και η μεγάλη νεανική ανεργία τείνει να τον συμπαρασύρει στο «έρεβος», πρέπει να ωθήσει την καγκελάριο στο να κάνει κάποιες δεύτερες σκέψεις.

Μην ξεχνάμε και την Πορτογαλία

Στην Πορτογαλία η ζωή κυλά κατά κανόνα ήρεμα. Οι τουρίστες έρχονται σε ολοένα μεγαλύτερους αριθμούς, οι καφετέριες είναι γεμάτες. Οι εικόνες στους δρόμους της Λισαβόνας συχνά δεν θυμίζουν σε τίποτα τη χώρα που προ ετών επλήγη σοβαρά από την οικονομική κρίση. Ωστόσο, το ειδυλλιακό σκηνικό είναι απατηλό για την πραγματική κατάσταση της Πορτογαλίας. Κορυφαίοι πολιτικοί αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο δεν κρύβουν την ανησυχία τους για τις οικονομικές εξελίξεις στη χώρα, χωρίς ωστόσο να την εκδηλώνουν ανοιχτά.

Η Πορτογαλία είχε υπαχθεί το 2011 σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, λαμβάνοντας δάνεια 78 δις ευρώ από την Ε.Ε. και το ΔΝΤ προκειμένου να αποτραπεί η χρεοκοπία. Τρία χρόνια αργότερα η χώρα έβγαινε από τη μέγγενη του μνημονίου. Ωστόσο, η κατάσταση σήμερα είναι κάθε άλλο παρά καθησυχαστική. Ενδεικτική είναι η ανακούφιση που προκάλεσε στο τέλος Απριλίου η απόφαση του καναδικού οίκου αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας DBRS να διατηρήσει το αξιόχρεο της Πορτογαλίας πάνω από το επίπεδο των «σκουπιδιών».

Ο συγκεκριμένος οίκος αξιολόγησης είναι και ο τελευταίος των «μεγάλων» που δεν έχει υποβαθμίσει ακόμη τη χώρα. Σε περίπτωση που αναθεωρήσει τη στάση του, η Πορτογαλία θα έχανε την πρόσβασή της στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ. «Αυτό θα εξαπέλυε μια νέα μεγάλη ευρωκρίση», προειδοποίησε ο αρθρογράφος του οικονομικού πρακτορείου Bloomberg Μάρκ Γκίλμπερτ.

Αυτό που «ενοχλεί» τον Πάσους Κοέλιο, τον οίκο αξιολόγησης DBRS και ορισμένους επικεφαλής ευρωπαϊκών κυβερνήσεων είναι η απόκλιση από την πολιτική της λιτότητας. Ο νέος πρωθυπουργός μείωσε μεταξύ άλλων τον ΦΠΑ στην εστίαση, αυξάνοντας παράλληλα επιδόματα, επιδοτήσεις και τον κατώτατο μισθό, ενώ ακύρωσε τις περικοπές στα εισοδήματα των δημοσίων υπαλλήλων.

Επιτακτικά αιτήματα από το Αριστερό Μπλοκ

Ωστόσο, η κατάσταση μοιάζει κάθε άλλο παρά σταθερή στην Πορτογαλία. Αυτό διαφαίνεται και στην τελευταία εμφάνιση της επικεφαλής του Αριστερού Μπλοκ Καταρίνα Μαρτίνς σε κομματικό συνέδριο από το βήμα του οποίου τόνισε στους παρευρισκόμενος ότι «εμείς του Αριστερού Μπλοκ θέλουμε περισσότερα. Είμαστε εδώ για να τεντώσουμε το τόξο εντελώς».

Μιλώντας στο γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων DPA υπογράμμισε ότι είναι ανυποχώρητη στα αιτήματά της, υπογραμμίζοντας ότι στην Πορτογαλία «ένα στα τρία παιδιά ζει στη φτώχεια και οι μισοί ηλικιωμένοι δεν έχουν επαρκή διατροφή».

Η 42χρονη Μαρτίνς επιτέθηκε στο «αχόρταγο χρηματοοικονομικό σύστημα» που «βασανίζει ολόκληρους λαούς» και υπογράμμισε ότι ένα κούρεμα χρέους είναι αναπόφευκτο και προς το συμφέρον όλης της Ε.Ε.
(σ.σ,: Μήπως σα θυμίζουν κάποιους –κάπου- κάποτε αυτά;)

Σύνταξη : Κ. Μπετινάκης

Με πληροφορίες από Deutsche Welle

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης