Του Κώστα Μπετινάκη

Η απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ να ανατρέψει την αμερικάνικη πολιτική που εφαρμοζόταν επί δεκαετίες στη Μέση Ανατολή, αναγνωρίζοντας την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του εβραϊκού κράτους, στην ειδική σύνοδο του συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ επικρίθηκε από 14 χώρες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ακόμη και ο αρθρογράφος των «nytimes.com» Τόμας Φρίντμαν σε άρθρο του υποστηρίζει πως «η πρώτη χρονιά του προέδρου Τραμπ, χαρακτηρίζεται σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής ως «η τέχνη του Ξεπουλήματος».

«Επί τριάντα χρόνια που παρακολουθώ την αμερικάνικη εξωτερική πολιτική, ουδέποτε είδα πρόεδρο να παραδίδει τόσα πολλά σε τόσους για τόσα λίγα. Αρχίζοντας από την Κίνα και πηγαίνοντας στη χώρα του Ισραήλ. Τα Χριστούγεννα ήρθαν εφέτος νωρίτερα. Υπάρχει αληθινά Άη-Βασίλης κι ονομάζεται Ντόναλντ Τραμπ».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ελάχιστοι είναι πλέον όσοι πιστεύουν στη διαβεβαίωση που έδωσε στο Συμβούλιο Ασφαλείας η πρεσβευτής των ΗΠΑ στον ΟΗΕ Nikki Haley «στους Παλαιστίνιους αδελφούς και αδελφές… με την πλήρη βεβαιότητα ότι οι ΗΠΑ είναι βαθειά αφοσιωμένες στην επιτευξη ειρηνευτικής συμφωνίας ανάμεσα στους Παλαιστίνιους και τους Ισραηλινούς», επειδή όπως είπε «οι ΗΠΑ διαθέτουν αξιοπιστία αναγνωρισμένη και από τα δύο μέρη».

Η δήλωση αυτή προκάλεσε έκπληξη όχι μόνο στους διπλωμάτες αλλά και τους αναλυτές, επειδή δεν διακρίνουν στον ορίζοντα κάποια αμερικάνικη πρόταση.

Αντίθετα, όλοι αναγνωρίζουν πως η απόφαση του Αμερικάνου προέδρου κατόρθωσε να επιτύχει κάτι που είχε απομακρυνθεί εδώ και πάρα πολύ καιρό: την αραβική ενότητα για παλαιστινιακά ζητήματα, φέρνοντας το παραγκωνισμένο από χρόνια παλαιστινιακό ζήτημα και πάλι στην επικαιρότητα, ακόμη και στον Αραβικό Σύνδεσμο και πιο πέρα στον Μουσουλμανικό κόσμο.

Ακόμη και χώρες κοντινές στην αμερικανική πολιτική, με πρώτη την Ιορδανία και μαζί τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, που επέκριναν την απόφαση Τραμπ.

Με πρώτη αντίδραση την απόρριψη συνάντησης του Αμερικάνου αντιπροέδρου Μάικ Πένς από τον πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής Αμπάς, διαφαίνεται πως θα συναντήσει πολλά εμπόδια προς το παρόν η αμερικάνικη διπλωματία στην περιοχή της Μέσης Ανατολής.

Ουδείς πλέον αναμένει μετά τις εξελίξεις αυτές την ανάληψη νέας ειρηνευτικής πρωτοβουλίας από την διακυβέρνηση Τραμπ και τον επικεφαλής που είχε ορίσει για ζητήματα της περιοχής, τον ειδικό σύμβουλο και γαμπρό του, Jared Kushner.

Τα ζητήματα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στη Μέση ανατολή βρίσκονται σε εγκατάλειψη, ακόμη και το συριακό ζήτημα, όπου την πρωτοβουλία έχουν αναλάβει Ρωσία, Ιράν και Τουρκία.

Στο διεθνές επίπεδο έχει αρχίσει να διαφαίνεται πως αντικαθιστά τις ΗΠΑ ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, του οποίου η διπλωματική επιρροή στην περιοχή της Μέσης ανατολής ολοένα και αυξάνεται.
Αυτό φάνηκε με τις συναντήσεις στο Παρίσι για την υπόθεση του πρωθυπουργού του Λιβάνου Χαρίρι, όσο και με τον πρωθυπουργό του Ισραήλ Νετανιάχου.

Το επιχείρημα που επικαλέστηκε ο Ισραηλινός πρωθυπουργός απευθυνόμενος στους Ευρωπαίους υπουργούς Εξωτερικών στις Βρυξέλλες, είναι πως «δεν υπάρχει άλλος τόπος για πρωτεύουσα του Ισραήλ και το αποδεικνύουν τα γραφόμενα της Βίβλου».

Οι Ισραηλινοί ηγέτες επανειλημμένα έχουν επικαλεστεί τα ιερά κείμενα για να υποστηρίξουν πολιτικές τους απόψεις, αλλά η εγκυρότητα όσων αναγράφονται στα ιερά εβραϊκά κείμενα  της Τορά και της Βίβλου δεν είναι αποδεκτά από τους σύγχρονους ιστορικούς και αρχαιολόγους ως γεγονότα.

Και πρόσθεσε πως αναμένει από τους Παλαιστίνιους να αναγνωρίσουν το εβραϊκό κράτος και την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσά του και από όλα ή τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη να μεταφέρουν εκεί τις πρεσβείες τους.

Αντιθέτως οι περισσότερες χώρες στον κόσμο δεν υποδέχθηκαν ευνοϊκά την αμφιλεγόμενη απόφαση Τραμπ και επιπλέον εκφράστηκαν ανησυχίες για τις αντιδράσεις της Μόσχας, σχετικά με την ταραγμένη περιοχή της Μ. Ανατολής.

Η περιοχή όπου βρίσκεται η Ιερουσαλήμ, έχει αλλάξει πάμπολλα χέρια στην πορεία της ανθρώπινης ιστορίας με διάφορες σημιτικές φυλές, Αιγύπτιους, Ρωμαίους, Βυζαντινούς, Οθωμανούς.

Η σύγχρονη ιστορία του εβραϊκού κράτους ξεκινά το 1947, οπότε ο ΟΗΕ αναγνώρισε τον διαχωρισμό της Παλαιστίνης (που ακόμη βρισκόταν υπό βρετανική κατοχή) σε δύο κυρίαρχα κράτη – εβραϊκό και αραβικό – δίνοντας στην Ιερουσαλήμ διεθνές καθεστώς. Οι Άραβες είχαν αποκηρύξει την απόφαση, διεκδικώντας ενιαίο κράτος της Παλαιστίνης.

Οι πόλεμοι του 1948 και του 1967 είχαν αυξήσει το πολιτικό χάσμα ανάμεσα στο εβραϊκό κράτος και τους Άραβες, με αποκορύφωμα μετά «τον Πόλεμο των Έξι Ημερών», οπότε οι Ισραηλινοί κατέλαβαν την Παλιά Πόλη της Ανατολικής Ιερουσαλήμ από την Ιορδανία, όπου βρίσκονται οι τρεις από τους ιερότερους τόπους για τις μονοθεϊστικές θρησκείες.

Η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ, δεν προωθεί τα αμερικάνικα συμφέροντα ή της περιοχής, δήλωσε ο James Cunningham, πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στο Ισραήλ.

Ο James B. Cunningham, είναι ανώτερος συνεργάτης στη δεξαμενή σκέψης που ασχολείται από το 1961 σε ζητήματα διεθνούς πολιτικής, το Atlantic Council.

Ο Cunningham που είχε διατελέσει πρεσβευτής των ΗΠΑ στο Ισραήλ (2008-2011) δήλωσε στο περιοδικό Atlantic Council: «Αν είναι να ανατρέψεις δεκαετίες αμερικάνικης πολιτικής, θα πρέπει να είναι για καλό σκοπό με συγκεκριμένα πολιτικά και διπλωματικά οφέλη. Δεν διακρίνω κάτι από αυτά τα δύο στην συγκεκριμένη απόφαση».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης