Του Κώστα Μπετινάκη

Η αμερικάνικη Γερουσία ενέκρινε, επιπλέον περιοριστικά οικονομικά μέτρα εναντίον της Ρωσίας, του Ιράν και της Β. Κορέας. Ήδη, το από κοινού ψηφισμένο (από Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους) νομοσχέδιο απεστάλη προς υπογραφή στο Λευκό Οίκο.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στα οικονομικά αντίποινα προβλέπονται και επιβολή κυρώσεων σε ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που θα συμμετέχουν σε κοινά ενεργειακά προγράμματα με την Gazprom για τον αγωγό Nord Stream 2.

Εκτός των αναμενόμενων αντιδράσεων από τη Μόσχα, προκάλεσε έντονη δυσφορία στις Βρυξέλλες, λόγω της ευρωπαϊκής διάστασης που προβλέπει στους ενεργειακούς περιορισμούς της Ρωσίας.

Κορυφαίοι Ευρωπαίο αξιωματούχοι συμπεριλαμβανομένου και του προέδρου της Επιτροπής Jean-Claude Juncker, επέκριναν τα οικονομικά αντίποινα ως μονόπλευρα και επειδή «αποτελούν απειλή για την ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια και αναμένεται να προκαλέσουν αντίμετρα».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το νομοσχέδιο εγκρίθηκε με ψήφους 98-2. Τώρα βρίσκεται στο γραφείο του προέδρου Τραμπ και το ενδιαφέρον είναι αν θα το υπογράψει ή θα προβάλει βέτο.

Ο πρόεδρος Tραμπ, «μπορεί να υπογράψει τις κυρώσεις ακριβώς όπως είναι ή μπορεί να θέσει βέτο για να διαπραγματευθεί μία ακόμη πιο σκληρή συμφωνία εναντίον των Ρώσων», δήλωσε ο διευθυντής επικοινωνίας του Λευκού Οίκου Άντονι Σκαραμούτσι σε συνέντευξή του στο CNN.

«Δεν θα ανεχθούμε επιθέσεις εναντίον της Δημοκρατίας μας» υποστήριξε στην ομιλία του στην γερουσία ο υπερσυντηρητικός Ρεπουμπλικάνος John McCain το αποδεκτό και από τα δύο κόμματα νομοσχέδιο.
«Και οι τρεις αυτές χώρες κατηγορούνται ότι παραβιάζουν «την διεθνή τάξη» είπε ο δημοκρατικός γερουσιαστής Bob Menendez, πρώην επικεφαλής της επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων.

Εναντίον του νομοσχεδίου ψήφισαν ο Ρεπουμπλικάνος Rand Paul και ο Δημοκρατικός Μπέρνι Σόντερς.
Τα νέα οικονομικά αντίποινα αποτελούν ξεκάθαρα απόπειρα του Κογκρέσου να δέσει τα χέρια του προέδρου Τραμπ, ο οποίος δημόσια έχει διακηρύξει ότι επιθυμία του είναι να βελτιωθούν οι σχέσεις Ουάσινγκτον-Μόσχας.

Στο βάθος Ουκρανία και το «ενοχλητικό RT»

Το νομοσχέδιο που προβλέπει επιπρόσθετα μέτρα εναντίον της Μόσχας ως τιμωρία για τους ισχυρισμούς (που δεν έχουν αποδειχθεί) για ανάμειξη στην εκλογική διαδικασία των ΗΠΑ αλλά και για την κατηγορία της ανάμειξή της στην κρίση της Ουκρανίας.

Στο σημείο αυτό αποσιωπάται ότι την κρίση προκάλεσε το υποστηριζόμενο από τις ΗΠΑ πραξικόπημα εναντίον της εκλεγμένης κυβέρνησης του Βικτόρ Γιανούκοβιτς στα 2014.

Τα πρώτα σχόλια που εκφράστηκαν για το νομοσχέδιο είναι πως, αν ο πρόεδρος Τραμπ δεν προβάλει βέτο, τότε σημαίνει ότι αποδέχεται παρεμβάσεις στην εξωτερική του πολιτική.

Το νομοσχέδιο της Γερουσίας, αποτελεί συνέχεια της υπερψήφισης την Τρίτη το βράδυ – με ψήφους 419-3 – του νομοσχέδιου «HR 3364», για την «αντιμετώπιση των αντιπάλων της Αμερικής μέσω αντιποίνων» («Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act»).

Στην παράγραφο 231 προβλέπεται να επιβάλλονται αντίποινα σε «άτομα» τα οποία «συμμετέχουν σε δραστηριότητες με αντικατασκοπία ή τμήματα του αμυντικού τομέα της κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας».

Το ενδιαφέρον στην ιστορία αυτή είναι η προσπάθεια ανάμειξης της ενημέρωσης με την αντικατασκοπία, με απώτερο στόχο το ρωσικό τηλεοπτικό δίκτυο RT, οποίο ο διευθυντής της CIA Mike Pompeo τον Απρίλιο είχε κατηγορήσει πως χρηματοδοτείται από την ρωσικής κυβέρνηση ως κύρια πηγή προπαγάνδας. Επίσης το ρωσικό κανάλι κατηγορείται ότι έπαιξε ρόλο στην αμερικάνικη προεκλογική εκστρατεία και ότι –όπως είπε ο Pompeo- το RT «αποπειράθηκε να αναμειχθεί στην υπόθεση διασύνδεσης της ρωσικής αντικατασκοπίας με το Wikileaks».

Απειλή οικονομικού «πολέμου» με την Ευρώπη

Η Ευρώπη, ως τώρα αποδεχόταν τα αμερικανικά οικονομικά αντίποινα εναντίον της Ρωσίας, με μεγάλο κόστος ενώ το κόστος ήταν μηδαμινό για την Ουάσιγκτον.

Τώρα όμως, εκτός από τον Γιούνκερ, αντέδρασαν έντονα και οι υπουργοί Εξωτερικών της Γαλλίας και της Γερμανίας.

Ιδιαίτερες ανησυχία προκλήθηκε στη Γερμανία και την Αυστρία όπου εδρεύουν μεγάλες ενεργειακές εταιρίες που πλήττονται από τα αμερικανικά αντίποινα.

Brigitte Zypries Για τους Ευρωπαίους αξιωματούχους, είναι ξεκάθαρο πως οι ΗΠΑ πλήττουν το ρωσικό ενεργειακό πρόγραμμα στην Ευρώπη ώστε να προωθήσουν τις ευρωπαϊκές εξαγωγές του δικού τους υγροποιημένου αερίου.

Τα νέα αμερικανικά αντιρωσικά μέτρα, έχουν προκαλέσει την έντονη δυσφορία και της Γερμανίδας υπουργού Οικονομίας και Ενέργειας Brigitte Zypries η οποία προειδοποίησε με δήλωσή της στο κρατικό κανάλι ARD πς «θα μπορούσε να οδηγήσει σε πόλεμο ανάμεσα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ».

Η ίδια είπε πως τα αντίποινα είναι αντίθετα με όσα προβλέπει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (WTO) και «θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολύ άσχημο πόλεμο».

Επίσης το Γερμανικό Βιομηχανικό και Εμπορικό Επιμελητήριο ανακοίνωσε ότι τα αντίποινα εναντίον της Ρωσίας έχουν αρνητικέ επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια και τη γερμανική οικονομία, προς όφελος των αμερικάνικων εταιριών.

Ο Αυστριακός καγκελάριος Κρίστιαν Κερν χαρακτήρισε τα αμερικανικά αντίποινα «εντελώς απαράδεκτα».

Επιπτώσεις θα έχουν και για την μεγαλύτερη ιταλική ενεργειακή εταιρία «Eni» η οποία αρχίζει συνεργασία άντλησης στο ρωσικό τμήμα στη Θάλασσα Μπάρντς και τη Μαύρη Θάλασσα. Επίσης, το 30% του φυσικού αερίου της η «Eni» το ανεφοδιάζεται από τη Ρωσία.

Ο Alexis Rodzianko, πρόεδρος του Αμερικάνικου Εμπορικού Επιμελητήριου στη Ρωσία, απέρριψε τις ανησυχίες ότι τα νέα αμερικανικά αντίποινα θα μπορούσαν να σπρώξουν τη Ρωσία εκτός Ευρώπης στην αγορά φυσικού αερίου, υποστηρίζοντας πως «το σενάριο είναι ΜΗ ρεαλιστικό». Όπως είπε στο RT «οι ΗΠΑ δεν μπορούν να εξάγουν τόσο μεγάλες ποσότητες φυσικού αερίου ώστε να διώξουν τη Ρωσία από την Ευρωπαϊκή αγορά. Χώρια που το αμερικάνικο αέριο είναι πιο ακριβό».

«Το πλέον σημαντικό είναι πως τα νέα αντίποινα εισάγονται με τη μορφή νόμου και όχι προτάσεων για δραστηριοποίηση κάτι που τα καθιστά ιδιαίτερα δύσκαμπτα δύσκολο να τα διαχειριστούν σε όρους συνεργασίας με τις συμμάχους των ΗΠΑ τις ευρωπαϊκές χώρες», είπε τέλος ο Rodzianko.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης