Ο Αμερικανός πρόεδρος ΝτόναλντΤραμπ επιβεβαίωσε την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία INF για τα πυρηνικά όπλα μεσαίου βεληνεκούς, με την οποία είχε προαναγγελθεί το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.
Για τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, μεταδίδει η Deutsche Welle, ενδέχεται να είναι κάτι σαν επανάληψη. Δεν είναι η πρώτη φορά που ένας ρεπουμπλικάνος πρόεδρος των ΗΠΑ ανακοινώνει ότι θα εγκαταλείψει μια σημαντική συμφωνία για τον έλεγχο των εξοπλισμών ανάμεσα σε Ουάσινγκτον και Μόσχα. Τον Δεκέμβριο του 2001 ο Βλαντίμιρ Πούτιν άκουσε τον Τζορτζ Μπους τον νεότερο να αναγγέλλει την έξοδο των ΗΠΑ από τη Συμφωνία Αντιβαλλιστικών Πυραύλων ABM, την οποία είχαν συνυπογράψει ΗΠΑ και Σοβιετική Ένωση στην καρδιά του Ψυχρού Πολέμου, το 1972.

Ο Πούτιν είχε χαρακτηρίσει λάθος του Μπους την εν λόγω κίνηση, συμπληρώνοντας πάντως ότι η απόφαση του τότε Αμερικανού προέδρου δεν συνιστά απειλή για την ασφάλεια της Ρωσίας. Έτσι, παρά την έξοδο των ΗΠΑ από τη Συμφωνία ABM, αμφότερες οι χώρες περιόρισαν τα οπλοστάσιά τους.

Σχεδόν 17 χρόνια αργότερα ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία INF για τα πυρηνικά όπλα μεσαίου βεληνεκούς. Είναι αβέβαιο το εάν η διαφαινόμενη απόσυρση της Ουάσινγκτον και από αυτήν τη συμφωνία κυλήσει με παρόμοια ανώδυνο τρόπο, όπως είχε συμβεί το 2001.

Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις του 2001 οι ΗΠΑ θεώρησαν ότι οι κύριες απειλές κατά της αμερικανικής ασφάλειας προέρχονται από το Ιράκ, το Ιράν κι άλλες μουσουλμανικές χώρες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Στο μεταξύ, η Ρωσία είχε εξελιχθεί σε σύμμαχο των ΗΠΑ. Αυτό το στάτους όμως έπαψε να ισχύει για τη Ρωσία το αργότερο μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Μόσχα. «Η σημερινή συγκυρία (σ.σ.: αποχώρησης των ΗΠΑ από τη συμφωνία INF) είναι εντελώς διαφορετική» επισημαίνει ο Ματίας Ντεμπίνσκι, ειδικός αναλυτής για θέματα που αφορούν στο ΝΑΤΟ και στην ευρωπαϊκή πολιτική εξωτερικών σχέσεων και ασφάλειας στο Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη και τις Διενέξεις (HSFK) στην Έσση. Σύμφωνα με τον ίδιο, η Συμφωνία INF αποτελεί «μια πρωτοποριακή συμφωνία μείωσης των εξοπλισμών» και το ενδεχόμενο κατάργησής του θα είχε κατά τη γνώμη του σοβαρές επιπτώσεις.
Τι έπεται;
Ο Ντόναλντ Τραμπ διατύπωσε την πρόθεση των ΗΠΑ να κατασκευάσουν νέους βαλλιστικούς πυραύλους μεσαίου βεληνεκούς, εάν δεν καταστεί δυνατή η υπογραφή μιας διάδοχης συμφωνίας μετά την INF, στην οποία θα συμμετείχε εκτός της Ρωσίας και η Κίνα. Με αυτήν την κίνηση η Ουάσινγκτον επιχειρεί να λάβει υπ’ όψιν της τις γεωπολιτικές εξελίξεις από την εποχή του ψυχροπολεμικού διπόλου ΗΠΑ – Σοβιετικής Ένωσης. Οι ΗΠΑ λαμβάνουν ιδιαίτερα υπ’ όψιν τους τις εδαφικές διεκδικήσεις του Πεκίνου στη Νοτιοκινεζική Θάλασσα και τις αξιώσεις που θέτει με ολοένα πιο επιθετικό τρόπο έναντι των γειτόνων της.
Οι ΗΠΑ θέτουν ζήτημα κατάργησης της Συμφωνίας INF, εάν δεν είναι δυνατή η διεύρυνση της ισχύος της με τη συμπερίληψη κρατών όπως η Κίνα και η Ινδία.

Γεγονός είναι, πάντως, ότι στο διάστημα του Ψυχρού Πολέμου είχαν αποτύχει παρόμοια εγχειρήματα, τονίζει ο αναλυτής Ματίας Ντεμπίνσκι, υπογραμμίζοντας ότι και σήμερα απουσιάζει η πολιτική βούληση και υπάρχουν σοβαρά εμπόδια. «Θα πρέπει (σ.σ.: οι ΗΠΑ) να συμπεριλάβουν στη συμφωνία μια σειρά κρατών που δεν θέλουν καν να συμπεριληφθούν» παρατηρεί ο ειδικός. Ο Ματίας Ντεμπίνσκι διατυπώνει τον φόβο ότι «θα παρασυρθούμε σε έναν νέο ανταγωνισμό πυρηνικών εξοπλισμών».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης