Του Κώστα Μπετινάκη

Kαθημερινά παρακολουθούμε τα δραματικά γεγονότα στη Βενεζουέλα και την πολιτική αντιπαράθεση ανάμεσα στην κυβέρνηση των «Τσαβίστας» και την υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ αντιπολίτευση.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Δεν είναι μόνον «η αγάπη στους δημοκρατικούς θεσμούς» που κάνει τα δυτικά Μέσα να προβάλλουν -με τον δικό τους τρόπο- όσα τραγικά συμβαίνουν στη Βενεζουέλα. Προβάλλοντας ως πρώτη είδηση στον κόσμο την έκρυθμη κατάσταση στη Βενεζουέλα, ταυτόχρονα γίνεται προσπάθεια να αποστραφεί η προσοχή της κοινής γνώμης και να μπουν σε δεύτερη μοίρα άλλα παγκόσμια επικίνδυνα γεγονότα. Όπως, για παράδειγμα, τα αντίποινα της Ουάσινγκτον στη Μόσχα που πλήττουν τους Ευρωπαίους εταίρους για το καλό της αμερικανικής οικονομίας.

Έχουμε, λοιπόν, το «αντικειμενικό ρεπορτάζ» από τη Βενεζουέλα να κλείνει -σε όλες τις μεταδόσεις- με τον συνολικό αριθμό των νεκρών «στα επεισόδια από τότε που άρχισε η εξέγερση της αντιπολίτευσης τον Απρίλιο».

Τα δυτικά ΜΜΕ ωστόσο, στα οποία βασίζεται και η ενημέρωση των ημετέρων Μέσων, αποδίδουν τους νεκρούς αποκλειστικά στα επεισόδια των διαδηλωτών. Δεν διευκρινίζουν πως νεκροί υπάρχουν και στα επεισόδια με τις λεηλασίες σχολείων, άλλων δημοσίων κτηρίων, καταστημάτων, μέσων μεταφοράς, ακόμη και νοσοκομείων.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Για παράδειγμα, όταν αναφερόταν πως οι νεκροί είχαν φτάσει τους 39, μόνο τέσσερις ήταν θύματα συγκρούσεων με τις αστυνομικές δυνάμεις καταστολής.

Σύμφωνα με άλλα στατιστικά στοιχεία, το 60% του αριθμού των νεκρών που επικαλούνται τα δυτικά ΜΜΕ ουδεμία σχέση έχει με τις συγκρούσεις.

Επίσης, εκείνο που αποκρύπτεται εντελώς είναι η δραστηριότητα παραστρατιωτικών ομάδων της Δεξιάς, με πιο προσφιλή τρόπο αντιμετώπισης των αντιπάλων τους την πυρπόληση ζωντανών «Τσαβίστας». Έτσι, δεν διευκρινίσθηκε ότι από τους 60 νεκρούς 27 ήταν οπαδοί των «Τσαβίστας».

Μια διαστρεβλωμένη εικόνα της ανθρωπιστικής κρίσης έχει δημιουργηθεί με πλήρη συμμετοχή των ελεγχόμενων δυτικών ΜΜΕ, τα οποία έχουν συμπαρασύρει τη διεθνή κοινή γνώμη.

Στόχος είναι να προκαλέσουν ανακούφιση, όταν πέσει η κυβέρνηση Μαδούρο και αντικατασταθεί από τη φιλο-αμερικανική (ελεγχόμενη από τις ΗΠΑ) του ηγέτη της αντιπολίτευσης Καπρίλες, ο οποίος πρωτοστατεί στα επεισόδια καλώντας να διαμαρτυρηθούν στους δρόμους, αψηφώντας τα επακόλουθα.

Παράδειγμα αποσιώπησης ειδήσεων είναι τα γεγονότα στην Κολομβία. Από τις αρχές του έτους 46 ηγετικά στελέχη κοινωνικών κινημάτων έχουν σκοτωθεί και ο αριθμός αυτός, αν υπολογισθεί σε βάθος 14 μηνών, ξεπερνά τους 120.

Ακόμη, στην Κολομβία, μεταξύ των ετών 2002-2016 οι παραστρατιωτικές ομάδες «εκτέλεσαν εν ψυχρώ» 558 λαϊκούς ηγέτες, ενώ τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχουν δολοφονηθεί περισσότερα από 2.500 στελέχη Εργατικών Ενώσεων. (*)

Γιατί αυτοί οι αριθμοί δεν επαναλαμβάνονται από τα αποκαλούμενα «διεθνή» Μέσα; Στην ίδια γειτονιά με τη Βενεζουέλα συμβαίνουν.

Ακόμη χειρότερη είναι η κατάσταση στο Μεξικό. Καθημερινά ένας δημοσιογράφος προστίθεται στον μακρύ κατάλογο φοιτητών, καθηγητών και ακτιβιστών που πέφτουν δολοφονημένοι από παραστρατιωτικούς της Δεξιάς. Στο πλαίσιο της «εκστρατείας εναντίον των ναρκωτικών» έχουν εξαφανισθεί 29.917 άνθρωποι.

Η αμερικανική κυβέρνηση συνεργάζεται στενά με τις (δεξιές) κυβερνήσεις της Κολομβίας, της Βραζιλίας, της Γουιάνας, χωρών της Καραϊβικής και διαφόρων Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων που χρηματοδοτούνται από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, όπως για παράδειγμα η Human Rights Watch (HRW).

Η συγκεκριμένη ΜΚΟ με έκθεσή της στις 18 Απριλίου υποστηρίζει πως η ανθρωπιστική κρίση της Βενεζουέλας απειλεί να εξαπλωθεί και στη Βραζιλία.

Και καλεί τις κυβερνήσεις των γειτονικών με τη Βενεζουέλα χωρών να αυξήσουν τις πιέσεις στην κυβέρνηση Μαδούρο βάσει της στρατηγικής που υπαγορεύει η CFR (**).

Η «δεξαμενή» αυτή σκέψης, επίσης, απαιτεί από τις χώρες αυτές να εφαρμόσουν υπό την ηγεσία των ΗΠΑ και του ΔΝΤ οικονομικό σχέδιο για τη Βενεζουέλα, προκειμένου να αντικαταστήσει τη χρηματοδότησή της από τη Ρωσία και την Κίνα.

Τον σχεδιασμό της όλης επιχείρησης έχει αναλάβει ο διοικητής της Νότιας Πτέρυγας, ναύαρχος Kurt Tidd, ο οποίος βρίσκεται σε συνεννόηση με την αντιπολίτευση στη Βενεζουέλα για τον συντονισμό της δημιουργίας βιαιοτήτων που θα προκαλέσουν γενικότερο χάος, ώστε να δικαιολογείται ακόμη και άμεση εξωτερική επέμβαση.

Τι ακόμη δεν έχουν μεταδώσει τα διεθνή Μέσα παραπληροφόρησης

Η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στη Βενεζουέλα είναι οπωσδήποτε δραματική, αλλά υπάρχουν περιοχές της Γης που αντιμετωπίζουν εξίσου σοβαρές καταστάσεις, χωρίς να γνωρίζουν αντίστοιχη καθημερινή και λεπτομερή ανταπόκριση στα δελτία ειδήσεων. Χώρια που πολλά είναι τα γεγονότα που αγνοούνται, αν δεν ανταποκρίνονται στα συμφέροντα των μεγάλων πολυεθνικών.

Αυτά ακριβώς που ουδέποτε έχει περιγράψει ο δυτικός Τύπος είναι όσα έχουν προκαλέσει την ανθρωπιστική κρίση και είναι οι ποικίλες εξωγενείς συγκυρίες για να φτάσει η Βενεζουέλα στα πρόθυρα της κατάρρευσης.

Ήδη από τις 2 Μαρτίου 2017 έχει διαγραφεί το μέλλον για τη χώρα, από τον πρώτο γύρο της συνόδου του Οργανισμού των Αμερικανικών Κρατών (OAS) υπό τον Shannon K. O’Neil (διευθυντή του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων CFR) βάσει έκθεσης προς την αρμόδια επιτροπή της αμερικανικής Γερουσίας.

Τη διευρυμένη βάση του συμβουλίου CFR αποτελούν περί τα 4.000 μέλη και για την προώθηση της εφαρμογής της στρατηγικής του έχουν τοποθετηθεί αξιωματούχοι του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, γνωστοί και μη εξαιρετέοι, όπως ο Henry Kissinger, η Madeleine Albright και ο Colin Powell. Ονόματα που έχουν συνδέσει την πολιτική πορεία τους με τον πόλεμο στο Βιετνάμ, τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία και τον πόλεμο στο Ιράκ αντίστοιχα.

Ο Colin Powell (ενορχηστρωτής του ψεύτικου επιχειρήματος για τα επικίνδυνα όπλα του Σαντάμ) ως μέλος της CFR έχει το μερίδιό του και στις οδηγίες και στον εξοπλισμό όσων συμμετείχαν στο πραξικόπημα εναντίον του Τσάβεζ το 2002, ενώ ήταν υπουργός Εξωτερικών του Τζορτζ W. Μπους.

Επιπλέον, επίτιμο μέλος και πρώην αντιπρόεδρος της «δεξαμενής των σκεπτόμενων» ήταν κι ο David Rockefeller, πρώην ιδιοκτήτης της Standard Oil Company, με μεγάλα ενδιαφέροντα, συμφέροντα και επιρροές στη Βενεζουέλα.

Η διείσδυσή του στην πολιτική ζωή της Βενεζουέλας είχε φτάσει στο αποκορύφωμά της όταν είχε χρηματοδοτήσει τη συμφωνία «Puntofijo Pact», τον πολιτικό διακανονισμό ανάμεσα στα τρία κυριότερα κόμματα της χώρας το 1958 για τη δημιουργία της «4ης Δημοκρατίας».

Μετά τη διάλυση της Standard Oil (που χρηματοδοτούσε την CFR), δημιουργήθηκαν οι Chevron και Exxon Mobil. Οι εταιρείες πρωτοστάτησαν όχι μόνον στο οικονομικό εμπάργκο εναντίον της Βενεζουέλας, αλλά ιδιαίτερα η Exxon Mobil έχει συμφέρον να προκαλέσει σύγκρουση ανάμεσα στη Βενεζουέλα και τη Γουιάνα προκειμένου να εκμεταλλευθεί όσο τον δυνατόν περισσότερο τα μεγάλα αποθέματα πετρελαίου στο Essequibo.

Αλλά ανάμεσα στους χρηματοδότες της CFR ξεχωρίζει η Citibank, η οποία τον περασμένο χρόνο μπλοκάρισε τους λογαριασμούς της Κεντρικής Τράπεζας της Βενεζουέλας και της «Bank Venezuela» με άμεση επίπτωση να εμποδίζεται η ικανότητα εισαγωγών σε βασικά είδη κυρίως διατροφής.

Ο οικονομικός γίγαντας JP Morgan πρωτοστάτησε ώστε η Βενεζουέλα να χρεοκοπήσει το 2016 μηδενίζοντας την οικονομική πιστοληπτική ικανότητα της χώρας.

Το αμερικανικό οικονομικό περιβάλλον φρόντισε ώστε να πλήξει κάθε απόπειρα προσέλκυσης επενδύσεων στη Βενεζουέλα και να σταθεροποιήσει την οικονομία που ήδη γνώριζε μεγάλο πρόβλημα από τη διεθνή πτώση στις τιμές του πετρελαίου.

Οι πλέον επιθετικοί τραπεζικοί παράγοντες στη διάλυση της βενεζουελάνικης οικονομίας συμμετέχουν στην CFR. Οι ίδιοι χρηματοδοτούν τους παράγοντες αποσταθεροποίησης της οικονομίας της χώρας.

Η πρόταση της CFR προβλέπει σειρά μέτρων και δράσεων που θα πρέπει να ληφθούν από τις ΗΠΑ (κατ’ αρχήν) για να απομακρυνθούν οι Chavismos (οπαδοί του αλήστου μνήμης Τσάβεζ) από την πολιτική εξουσία στη Βενεζουέλα, και να αντικατασταθούν με φιλο-αμερικανική (υπάκουη) διακυβέρνηση.

(*) Στοιχεία από Manuel Humberto Restrepo Domínguez, «46 líderes asesinados evidencian una política del horror», America Latina en Movimiento, 22-5-2017.

(**) CFR : Πρόκειται για δεξαμενή σκέψης που δημιουργήθηκε το 1921 με χρηματοδότηση του Ιδρύματος Rockefeller και στόχο ομάδα ειδικών να διαμορφώνει προτάσεις για την αμερικανική εξωτερική πολιτική με ηγετικές προοπτικές όχι μόνο για τον πρόεδρο των ΗΠΑ και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, αλλά και για τα συμφέροντα που εξυπηρετούν τον ευρύτερο κύκλο των μελών της επιτροπής.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης