Σε σπριντ διαβουλεύσεων επιδίδονται οι εμπλεκόμενοι φορείς για το ζήτημα του ελληνικού χρέους, με «αιχμή του δόρατος» την παραμονή ή μη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα.

Πλέον τα χρονικά περιθώρια είναι ασφυκτικά και αποφάσεις πρέπει να ληφθούν άμεσα και γρήγορα – αυτό οι Ευρωπαίοι εταίροι το γνωρίζουν καλάΟι «Financial Times» μετέδωσαν πως, μετά τις άκαρπες διαβουλεύσεις στον Καναδά το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε, νέες διαπραγματεύσεις θα πραγματοποιηθούν την Πέμπτη στο Παρίσι ανάμεσα σε Ευρωπαίους εταίρους, με στόχο να βρεθούν εναλλακτικές λύσεις, έτσι ώστε το ΔΝΤ να εμπλακεί σε οποιαδήποτε απόφαση για την ελάφρυνση του χρέους.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Πλέον τα χρονικά περιθώρια είναι ασφυκτικά και αποφάσεις πρέπει να ληφθούν άμεσα και γρήγορα – αυτό οι Ευρωπαίοι εταίροι το γνωρίζουν καλά.

Οι συζητήσεις αναμένεται να κορυφωθούν στις 21 Ιουνίου, οπότε και υπάρχει σύγκληση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης. Προηγείται η σύνοδος των G7 (8 Ιουνίου), όπου κι εκεί αναμένονται να διεξαχθούν κρίσιμες συζητήσεις και να διαμορφωθεί μία γενικότερη στάση έναντι του συγκεκριμένου ζητήματος.

Προς το παρόν πάντως, το ΔΝΤ προβάλλει μια σειρά ζητημάτων που πρέπει να επιλυθούν και για τον λόγο αυτόν, αν και συμμετέχει επί της αρχής στο μνημόνιο, δεν προτίθεται να εγκρίνει τη δόση του 1,6 δις που έπεται.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Μεταξύ άλλων, το ΔΝΤ ζητεί μεγάλη επιμήκυνση ορισμένων δανείων στήριξης και αυτόματη λειτουργία του μηχανισμού που θα συνδέει το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους με την ανάπτυξη. Επιπλέον, το ιδανικό για το Ταμείο θα ήταν οι επιμηκύνσεις πληρωμών να αφορούν και στα διμερή δάνεια του πρώτου μνημονίου και στα δάνεια του ESM του τρίτου μνημονίου. Η Γερμανία, στον αντίποδα, ζητεί πολιτικές προϋποθέσεις και τακτικούς ελέγχους για να παράσχει τόσο βαθιά ελάφρυνση.
Διχογνωμία ανάμεσα στους δανειστές

Οι δανειστές φέρονται να αντιμετωπίζουν με αμηχανία τις εξελίξεις, όπως διαφάνηκε και από τις συζητήσεις που διεξήχθησαν στον Καναδά.
Βάσει των κανονισμών του, το ΔΝΤ απαιτεί την ολοκλήρωση τουλάχιστον μίας αξιολόγησης, έτσι ώστε να ενταχθεί πλήρως σε πρόγραμμα, κάτι που πλέον φαντάζει δύσκολο, καθότι το πρόγραμμα εκπνέει στα τέλη Αυγούστου.
Η Ευρώπη και συγκεκριμένα η Κομισιόν σε γενικές γραμμές τάσσεται υπέρ μιας πολιτικής λύσης. Παρ’ όλα αυτά, πολλοί οικονομικοί αναλυτές σχολιάζουν σχετικά ότι «η Κομισιόν δεν βάζει χρήμα» και ως εκ τούτου η τοποθέτησή της αυτή είναι αρκετά «εύκολη».

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα από την άλλη τάσσεται υπέρ μιας προληπτικής γραμμής, με βασική προτεραιότητα την κάλυψη του τραπεζικού συστήματος, που θεωρείται ακόμη «ευάλωτο».

Σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις αναμένεται να διαδραματίσει η Γερμανία, η οποία υποστηρίζει επιμηκύνσεις πληρωμών έως 5 χρόνια – ως ανώτατο πλαφόν. Εν αντιθέσει, το ΔΝΤ ζητεί πολύ μεγαλύτερες επιμηκύνσεις.
Επιπλέον, το Βερολίνο δεν αποδέχεται τις επιμηκύνσεις δανείων, εκτός αυτών του δεύτερου μνημονίου. Τέλος, απορρίπτει τον αυτοματοποιημένο μηχανισμό γαλλικής έμπνευσης, θεωρώντας ότι δημιουργείται ηθικός κίνδυνος για τους Γερμανούς φορολογουμένους.

Πίσω από τις γραμμές βρίσκεται η… προληπτική γραμμή

Στο πλαίσιο αυτό και εν μέσω ανησυχιών στις αγορές, ένας συνδυασμός προληπτικής πιστωτικής γραμμής και «μαξιλαριού» ρευστότητας φαίνεται πως δεν είναι δυνατόν να αποφευχθεί, παρά τις κυβερνητικές εξαγγελίες περί καθαρής εξόδου.
Η ανησυχία είναι έκδηλη έπειτα και από τις αναταράξεις που προκάλεσε η πολιτική αστάθεια στη γειτονική Ιταλία.
Ως εκ τούτου, προκειμένου να «θωρακιστεί» η Ελλάδα κατά την έξοδό της από τα μνημόνια, βρίσκεται υπό επεξεργασία ένα διπλό «πακέτο» δημιουργίας αποθεματικών ρευστότητας αλλά και προληπτικής γραμμής από τον ESM.

Η επιφυλακτικότητα που επικρατεί στις αγορές έναντι της Ελλάδας αποτυπώνεται και στις ερωτήσεις-«τεστ» που διεξάγονται τελευταία για το κόστος δανεισμού με το οποίο θα μπορούσαν να χρηματοδοτούνται οι ελληνικές τράπεζες από τη διατραπεζική αγορά μετά τη λήξη του προγράμματος.

Οικονομικοί κύκλοι τονίζουν ότι δεν τίθεται καν θέμα κόστους από τη στιγμή που η πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας είναι πέντε σκάλες κάτω από το να θεωρείται «επενδύσιμη».
Σημειώνεται ότι η προληπτική πιστωτική γραμμή, πέρα από το ότι θα μπορούσε να εξασφαλίσει πρόσβαση, αν χρειαστεί, σε φθηνά κεφάλαια του ESM, θα επέτρεπε επίσης τη συμμετοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ στην κανονική περίοδο, αλλά κυρίως στην περίοδο της επανεπένδυσης.
Στην πράξη δηλαδή, θα διασφάλιζε ένα περιβάλλον μεγάλης πτώσης των επιτοκίων και, άρα, φθηνότερου δανεισμού για τις τράπεζες και τη χώρα.
Όπως και να ‘χει, μία «καθαρή έξοδος» της χώρας μας εν μέσω Αυγούστου στις αγορές θεωρείται μάλλον άπιαστο όνειρο, με επενδυτές και δανειστές να πιέζουν προς την κατεύθυνση δημιουργίας μιας «ομπρέλας» ασφαλείας.
Διαβάστε επίσης:

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης