Η προστατίτιδα είναι μία από τις πιο συνηθισμένες ουρολογικές παθήσεις, αλλά ταυτόχρονα μία νόσος της οποίας η αντιμετώπιση συχνά αποτελεί πρόκληση ακόμη και για έμπειρους γιατρούς. Κι αυτό διότι ο όρος «προστατίτιδα» συμπεριλαμβάνει διαφορετικές κλινικές οντότητες, καθεμία από τις οποίες έχει τη δική της αιτιοπαθογένεια και συνεπώς αντιμετωπίζεται με διαφορετικό τρόπο.

Με τον όρο προστατίτιδα εννοούμε γενικά τη φλεγμονή του προστάτη αδένα. Ωστόσο, το είδος και τα αίτια της φλεγμονής καθορίζουν τον τύπο της προστατίτιδας και συνεπώς και τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπιστεί. Σήμερα η προστατίτιδα χωρίζεται σε «οξεία βακτηριακή», «χρόνια βακτηριακή», «χρόνια μη βακτηριακή» (ή «σύνδρομο χρόνιου πυελικού άλγους») και «ασυμπτωματική» (ή «ιστολογική») προστατίτιδα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Εκτός από τις βακτηριακές μορφές, οι οποίες οφείλονται σε βακτήρια, η αιτιολογία των υπόλοιπων μορφών δεν έχει αποσαφηνιστεί και θεωρείται σήμερα ότι είναι αποτέλεσμα φλεγμονωδών, ανοσολογικών, ορμονικών κι άλλων παραγόντων, σε συνδυασμό πιθανώς με διαταραχές της ούρησης.

Είναι προφανές ότι οι μορφές αυτές της προστατίτιδας παρουσιάζουν δυσκολίες στη διάγνωσή τους, ενώ πολλές φορές και τα συμπτώματα των ασθενών μπορεί να παραπλανούν τον κλινικό γιατρό.

Η οξεία βακτηριακή προστατίτιδα διαγιγνώσκεται σχετικά εύκολα με βάση την κλινική εικόνα, η οποία περιλαμβάνει δυσουρικά ενοχλήματα, πόνο και δυσκολία στην ούρηση καθώς και συχνουρία, συνήθως σε συνδυασμό με πυρετό. Η διάγνωση επιβεβαιώνεται με γενική και καλλιέργεια ούρων, ενώ η θεραπεία συνίσταται στη λήψη των κατάλληλων αντιβιοτικών σε συνδυασμό με φάρμακα που υποβοηθούν την ούρηση. Από την άλλη, η διάγνωση των χρόνιων μορφών απαιτεί επιπλέον εξετάσεις, όπως η λήψη προστατικού υγρού για καλλιέργεια (καλλιέργεια Stamey-Meares), ενώ στις μη βακτηριακές μορφές αυτές οι εξετάσεις είναι αρνητικές.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Έτσι, στο σύνδρομο του χρόνιου πυελικού άλγους η διάγνωση συχνά μπαίνει έπειτα από αποκλεισμό άλλων πιθανών νοσημάτων του ουροποιητικού, που γίνεται με απεικονιστικές εξετάσεις, όπως ο υπέρηχος, η ενδοφλέβια πυελογραφία ή η αξονική τομογραφία, ενώ μπορεί να χρειαστούν και πιο εξειδικευμένες εξετάσεις, όπως ο ουροδυναμικός έλεγχος. Σε αμφίβολες περιπτώσεις η πιθανότητα καρκίνου στο ουροποιητικό θα πρέπει να εξετάζεται. Ωστόσο, το PSA παρουσιάζει αύξηση σε κάθε περίπτωση φλεγμονής του προστάτη και θα πρέπει κάποιος να είναι πολύ προσεκτικός όταν μετρά το PSA σε ασθενείς με συμπτώματα πιθανής προστατίτιδας, γιατί μπορεί να οδηγηθεί εσφαλμένα σε μία ανούσια και πολλές φορές επικίνδυνη βιοψία προστάτη.

Όπως και η διάγνωση, η θεραπεία των χρόνιων μορφών προστατίτιδας είναι πιο δύσκολη και συχνά εμπειρική. Οι χρόνιες βακτηριακές μορφές αντιμετωπίζονται με αντιβιοτική αγωγή που μπορεί να διαρκέσει αρκετές εβδομάδες, ακόμη και μήνες. Στις μη βακτηριακές μορφές, όμως, οι θεραπευτικές επιλογές δεν είναι ξεκαθαρισμένες, γι’ αυτό και κατά περίπτωση δοκιμάζονται απλά αναλγητικά, αντιφλεγμονώδη, α-αναστολείς και αναστολείς της 5-α ρεδουκτάσης (φάρμακα που βοηθούν την ούρηση σε ασθενείς με υπερπλασία προστάτη), μυοχαλαρωτικά, ακόμη και αντικαταθλιπτικά, ενώ συστήνεται και η δοκιμαστική χρήση αντιβιοτικών, αφού φαίνεται ότι σε συγκεκριμένους ασθενείς μπορούν να βελτιώσουν τα συμπτώματα. Τέλος, για κάποιους ασθενείς στους οποίους έχουν αποτύχει όλες οι θεραπευτικές μέθοδοι συστήνεται η χειρουργική αφαίρεση του προστάτη. Είναι προφανές ότι η θεραπευτική στρατηγική σε τέτοιες περιπτώσεις είναι κατά μεγάλο μέρος εμπειρική και εξατομικεύεται για κάθε ασθενή.

Καθημερινά οι ουρολόγοι αντιμετωπίζουν ασθενείς οι οποίοι πιστεύουν ότι πάσχουν από κάποια μορφή προστατίτιδας, ενώ η λήψη ενός καλού ιστορικού μπορεί να δείξει ότι η διάγνωση αυτή έχει τεθεί μάλλον αυθαίρετα κάποια στιγμή στο παρελθόν και έκτοτε τους ακολουθεί. Με βάση όσα προαναφέρθηκαν γίνεται σαφές ότι η διάγνωση μίας προστατίτιδας μπορεί να αποδειχθεί ένα δύσκολο ιατρικό πρόβλημα και δεν θα πρέπει να τίθεται αβίαστα, ενώ η αντιμετώπισή της μπορεί να είναι επίπονη, μακροχρόνια και να αναθεωρηθεί πολλές φορές πριν βρεθεί η πιο αποτελεσματική μορφή θεραπείας.

Το άρθρο υπογράφει ο Κ. Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης