Ένα κείμενο του Ραχίμ Στέρλινγκ… αλλιώτικο από τα άλλα, φιλοξενεί σήμερα στην ιστοσελίδα του το «Players Tribune». Ο επιθετικός της Εθνικής Αγγλίας και της Μάντσεστερ Σίτι αποκαλύπτει τον εαυτό του έξω από τα γήπεδα, την ιστορία του μέχρι να φτάσει εδώ που βρίσκεται, μεταξύ άλλων μιλάει για την δολοφονία του πατέρα του και για τα δύσκολα χρόνια που πέρασε ως παιδί, καθαρίζοντας τουαλέτες ώστε να επιβιώσει αυτός και η οικογένειά του.

Ο γενικός τίτλος «Ήταν όλα ένα όνειρο» και μιλώντας για τις πρώτες μνήμες της ζωής του, γράφει: «Ο πατέρας μου δολοφονήθηκε όταν ήμουν δύο χρονών. Το γεγονός αυτό με διαμόρφωσε για όλη τη ζωή μου. Λίγο καιρό αργότερα η μητέρα μου αποφάσισε να εγκαταλείψει εμένα και την αδελφή μου στην Τζαμάικα, για να πάει στην Αγγλία και να πάρει ένα πτυχίο, ώστε να μας προσφέρει μετά μια καλύτερη ζωή. Για μερικά χρόνια ζούσαμε με την γιαγιά μας στο Κίνγκστον και θυμάμαι ότι παρακολουθούσα τα άλλα παιδιά που ήταν με τις μαμάδες τους και αισθανόμουν πραγματική ζήλια. Δεν καταλάβαινα τότε γιατί είχε φύγει η μητέρα μου από κοντά μας. Το μόνο που ήξερα ήταν ότι είχε φύγει. Η γιαγιά μου ήταν καταπληκτική, αλλά όλοι θέλουν την μητέρα τους σε αυτή την ηλικία. Δεν μπορούσα να καταλάβω τότε ότι η μητέρα μου μοχθούσε για εμάς. Όταν ήμουν πέντε χρονών μετακομίσαμε στο Λονδίνο, αλλά ήταν πολύ δύσκολη εποχή, γιατί δεν είχαμε χρήματα και η μητέρα μου δούλευε καθαρίστρια σε ξενοδοχείο για να μπορέσει να πάρει ένα πτυχίο. Δεν θα ξεχάσω ποτέ που μας ξυπνούσε στις 5 το πρωί για να μας πάρει μαζί και να την βοηθήσουμε στο να καθαρίσει τις τουαλέτες στο ξενοδοχείο».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο Στέρλινγκ αναφέρει επίσης: «Χάρη στο Θεό είχα το ποδόσφαιρο. Θυμάμαι να βρέχει και όλα τα παιδιά να τρέχουμε έξω για να παίξουμε ποδόσφαιρο στις λακκούβες. Αυτή η εικόνα αναβοσβήνει συνεχώς στο μυαλό κου όταν σκέφτομαι την Τζαμάικα. Όταν έβρεχε κανείς δεν καθόταν μέσα. Ωστόσο, το άλλο πράγμα που θυμάμαι είναι την γιαγιά μου να ικετεύει να χρήματα, για να μας πάρει ένα παγωτό».

Στη συνέχεια σημειώνει: «Μεγάλωσα στην σκιά του ονείρου μου. Κυριολεκτικά. Είδα να σηκώνεται το νέο Γουέμπλεϊ από τον πίσω κήπο του σπιτιού μου. Μια ημέρα, περπατούσα έξω και είδα την τεράστια αψίδα του γηπέδου στον ουρανό. Είχε σηκωθεί πάνω από την κορυφή των σπιτιών μας, όπως ένα βουνό. Μπορούσα να κλωτσήσω μία μπάλα στο σπίτι μου για να βάλω γκολ και στη συνέχεια να γυρίσω και να το γιορτάσω κοιτάζοντας την αψίδα του Γουέμπλεϊ, που ήταν πάνω από το κεφάλι μου. Ένιωθα σαν να ήμουν εκεί».

Αναφερόμενος πλέον στο ξεκίνημά του ως ποδοσφαιριστής, γράφει: «Όταν κλήθηκα στην εθνική U16 και δημιούργησα δυο γκολ στο ματς με τη Βόρεια Ιρλανδία, ήταν μια μεγάλη στιγμή για μένα. Το έδειχνε και η τηλεόραση. Πήγα στο σχολείο και ξαφνικά οι καθηγητές ήταν οι καλύτεροι φίλοι μου. Είναι φοβερό πόσο γρήγορα αλλάζουν τα δεδομένα και πως λειτουργεί όλο αυτό(…) Κι όταν στα 15 ήρθε η πρόταση από τη Λίβερπουλ, σκέφτηκα ότι ήθελα να πάω εκεί κι ας ήταν μια απόσταση τριών ωρών. Είπα στη μητέρα μου ότι ήθελα να αποδεχτώ αυτή την πρόκληση και πως ήταν η ευκαιρία μου να ξεφύγω από την εγκληματικότητα της γειτονιάς μας. Τότε σκέφτηκα πως η μητέρα μου είχε θυσιάσει την ζωή της για μένα, η αδερφή μου είχε κάνει το ίδιο, οπότε εδώ ήμασταν… Έπρεπε να παλέψω!».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης