Δεν αρκεί να είσαι τυχερός· πρέπει και να πιστεύεις στην Τύχη (σου)!

 

Η Ζωή έχει αποδείξει αναρίθμητες φορές ότι αρέσκεται να διαψεύδει τη Στατιστική·

πρόκειται για συγκλονιστική αντίφαση και ειρωνεία,

καθώς η ίδια η Ζωή είναι που δημιουργεί τη Στατιστική.

 

Το δίπολο «Πιθανό-Απίθανο» συναντάται σε κάθε έκφανση τής καθημερινότητας.

Όμως, πόσο πιθανό είναι το Πιθανό και πόσο απίθανο είναι το Απίθανο;

 

Η απάντηση είναι ότι ναι μεν οι ψυχροί αριθμοί λένε την Αλήθεια,

αλλά -εν τοις πράγμασι- ούτε το Πιθανό είναι τόσο κοντά μας όσο νομίζουμε,

ούτε το Απίθανο είναι τόσο μακριά μας όσο νομίζουμε.

 

Εν κατακλείδι, έκαστη περίπτωση είναι διαφορετική,

καθώς έρχονται πάντα να εμπλακούν έννοιες

όπως η Λογική και η Τρέλα, η Τύχη και η Ατυχία,

ο Φόβος και η Τόλμη, η Ολιγάρκεια και η Απληστία,

η Αυτοσυγκράτηση και η Παρόρμηση, ο Συντηρητισμός και το Ρίσκο.

Και βεβαίως, ενίοτε δηλώνουν εκκωφαντικώς την παρουσία τους κι οι Οιωνοί.

 

Η ηλεκτρονική κληρωτίδα τού παιχνιδιού

είχε επιλέξει αυτήν τη φορά τον Μανόλη από τον νομό Ρεθύμνης ως πρωταγωνιστή.

Τι να έκρυβε άραγε το κουτί με τον αριθμό «4»;

 

Όσο δεν εμφανιζόταν το κορυφαίο ποσό που δίνει το «Deal»,

η αγωνία αυξανόταν με γεωμετρική πρόοδο

και η ευκταία εικασία «Λες να έχει τις 60.000;» εκέρδιζε διαρκώς έδαφος.

Όπως ήταν αναμενόμενο,

η ένταση κορυφώθηκε όταν πια είχαν απομείνει μόλις τρία κουτιά.

 

Η προσφορά τού τραπεζίτη ήρθε να αποτελέσει εν τέλει ανυπέρβλητο δέλεαρ·

ναι μεν τα εξήντα χιλιάρικα κάνουν τη διαφορά,

αλλά καλές είναι και οι 15.000 μπροστά στον κίνδυνο να φύγεις μόνο με 1.000 ή με 2.000 ευρά.

Έτσι,

ο εκ Κρήτης προερχόμενος συμμετέχων

-παρ’ ότι εξεστόμισε τη φράση

«Λοιπόν… Λεφτά είναι, κάποια στιγμή θα φύγουνε· δεν μένουνε σταθερά.»,

που μάς έκανε όλους να πιστέψουμε ότι θα εσυνέχιζε το παιχνίδι-

απεφάσισε να σταματήσει και να αρκεστεί στα σίγουρα, στα εξασφαλισμένα, στα χειροπιαστά,

αψηφώντας την ίδια του την επιθυμία να έφτανε μέχρι τέλους, 

αλλά και τις παραινέσεις έτερου υποψήφιου που ωρυόταν ότι είχε δει σχετικό αίσιο όνειρο.

«Κάλλιο δεκαπέντε και στο χέρι, παρά εξήντα και καρτέρει…»,

ήταν η προσωπική διασκευή του στη γνωστή ρήση.

 

Εδώ ήταν το κομβικό σημείο,

όπου το «Deal» -όπως έχει συμβεί επανειλημμένα-

θα έμπαινε στην ακριβώς αντίθετη ψυχολογία από αυτήν που ορίζει η κεντρική ιδέα του.

Εκεί που καθ’ όλην τη διάρκεια τού παιχνιδιού

εύχεσαι να έχεις το μεγάλο ποσό στο κουτί σου,

τώρα εύχεσαι να μην έχεις το μεγάλο ποσό στο κουτί σου.

Τώρα εύχεσαι να μην ήταν αυτή εδώ η «τυχερή μέρα» σου,

τώρα φτάνεις στη σοκαριστική και σουρεαλιστική μεμψιμοιρία

να καταριέσαι την ενδεχόμενη τύχη σου

και να μετατρέπεις την Αυτο-Κατάρα σε ιδιότυπο πρωθύστερο σχήμα.

«Κάνε, Θεέ μου, να μην έχω τις 60.000.».

 

Κατά έναν αλλόκοτο -έως και μαγικό- τρόπο,

στην πλειονότητα των περιπτώσεων που ένας παίκτης ρισκάρει,

επιβραβεύεται από το αποτέλεσμα.

Αντιστοίχως,

όταν ένας παίκτης δειλιάζει -κάτι που συμβαίνει τις περισσότερες φορές-

τιμωρείται από το αποτέλεσμα.

Ναι, έχει και η Τύχη τη λειτουργία τής Νέμεσης.

 

Εννοείται ότι ισχύει πως «Όποιος είναι έξω από τον χορό, πολλά τραγούδια ξέρει…».

Εννοείται, επίσης, ότι ο κάθε άνθρωπος έχει τις δικές του ανάγκες.

Όμως,

είμαστε κι εμείς που ως (τηλε)θεατές και -ακόμη περισσότερο- ως παίκτες συντασσόμαστε με το Ρίσκο,

διότι παράγει συναισθήματα και μηνύματα με πολύπτυχη αξία.

 

(παρακολουθήστε το βίντεο και ακολουθεί το επιμύθιο…)

Επιμύθιο:
Όταν φοβάσαι να ρισκάρεις,
χάνεις πολύ περισσότερα από αυτά που χάνεις όταν ρισκάρεις.
Όταν προσκυνάς το Πιθανό,
διαπιστώνεις μόλις σηκώσεις το κεφάλι σου ότι έχει συμβεί το Απίθανο.
Και μετά, χτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο,
επειδή δεν επίστεψες ότι ήσουν ο «Εκλεκτός τού Απίθανου».

Οι μόνιμες επωδοί «Δεν πειράζει.» και «Δεν τα είχα κι από χθες.»

που αμέσως και αντανακλαστικώς αναμασάνε όσοι αποδεικνύονται κατώτεροι τής Τύχης (τους),

αποτελούν φτηνή παρηγοριά προς τον εαυτό τους.

Εδώ, το «Δεν πειράζει.» καθίσταται συνώνυμο με το «Πειράζει.»,

εδώ, το «Δεν τα είχα κι από χθες.» αναιρείται από το αυταπόδεικτο γεγονός,

ότι οι συμμετέχοντες στο «Deal» έχουν πάει στο συγκεκριμένο παιχνίδι

για να διεκδικήσουν -έμπλεοι ονείρων κι ονειρώξεων- αυτά που δεν τα είχαν κι από χθες.

 

Και εν τέλει,

ο Κόσμος πάντα (θα) αλλάζει προς το Καλύτερο από τούς ανθρώπους που τολμούν το Ρίσκο.

ΡΙΣΚΑΡΕΤΕ ΓΙΑΤΙ ΧΑΝΟΜΑΣΤΕ!

 

μ.Γ.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης