Δεν με ήξερα για ματαιόδοξη. Αντίθετα μάλιστα. Λείπουν από τον χαρακτήρα μου ένα σωρό χρήσιμα ελαττώματα. Γιατί τα ελαττώματα είναι σαν τα φάρμακα… ωφελούν όταν τα παίρνεις όταν πρέπει και στη σωστή δόση. Κατέλαβα λοιπόν, το μετερίζι του «θυμάμαι» και υπέγραψα φαρδιά-πλατιά με τη βεβαιότητα ότι όλοι ξέρετε ποια είμαι.
Αρκετοί από τους αναγνώστες πάνω από τα 45, (δηλαδή τα 45 που γέρνουν προς τα 50) ίσως με θυμούνται … Λίγο ως πολύ όλη η γενιά από τα 45-50 και πάνω στριμώχθηκαν στον «Σκορπιό», το στέκι του Κώστα Χατζή…
Α, ρε βρωμιάρη, αλήτη, πανάθλιε χρόνε… θυμάμαι τον Κώστα του 1967-68. Ένας πανέμορφος τσιγγάνος που με σβελτάδα ζαρκαδιού περνούσε μέσα από τον κόσμο, τρέχοντας για να ανέβει στην σκηνή…. Μια τρίλεπτη μουσική πανδαισία με την κιθάρα του, που λες κι ενσαρκωνόταν κάτω από τα δάχτυλά του και μετά τραγούδι… Λόγος απλός, άμεσος, κατανοητός, καταλυτικός, σαρκαστικός… Ε, λοιπόν η υπογράφουσα είναι υπεύθυνη για το 80% των τραγουδιών του Χατζή.
Όσο και να μουρμουράτε ότι αυτοπροβάλλομαι, εγώ θα συνεχίσω να απαριθμώ τίτλους: «Δεν βαριέσαι αδελφέ», «Στρατής» (οι τυχεροί), «Κάτι τρέχει», «Της γειτονιάς μας ο τρελός», «Τρελός ή παλικάρι» και μετά το άλμπουμ «Ρεσιτάλ» με την Μαρινέλλα στην παρέα και το «Σύνορα η αγάπη δεν γνωρίζει», «Σπουδαίοι άνθρωποι αλλά» (Δύο που αγαπιούνται είναι πολλοί…) « Η αγάπη όλα τα υπομένει». Είναι και άλλα πολλά και πολύ γνωστά, αλλά λέω να μην το παρακάνω και μου πάρουν τη στήλη.
Άφησα για το τέλος ένα τραγούδι, που το ξέρουν και οι πολύ νεώτεροι … Αχ, να ξέρατε τι γλυκό που είναι να σε τραγουδούν τα παιδιά σου και καμιά φορά τα εγγόνια σου… Τι πλαστική χειρουργική και μπότοξ και πράσινα άλογα… Α Ν Α Ν Ε Ω Σ Η με όλα τα γράμματα κεφαλαία και με διαστήματα ανάμεσα στα γράμματα. Μιλάω λοιπόν, για το τραγούδι «Απ’ το αεροπλάνο».
Αυτό το : « Πολύ με πίκρανες ζωή
Μακριά θα φύγω ένα πρωί
Θ΄ ανέβω σ΄ ένα αεροπλάνο
να δω τον κόσμο από κει πάνω
……………………………………………
Κι όλοι αυτοί που σε πικράνανε
Από ψηλά αν τους κοιτάξεις
Θα σου φανούν τόσο ασήμαντοι
Που στη στιγμή θα τους ξεγράψεις.
«Ξεγράψεις» είχα γράψει εγώ . Ο Χατζής έκανε την πρώτη μέρα το λάθος να πει «ξεχάσεις» κι έτσι ηχογραφήθηκε κι έτσι το ξέρουν όλοι. Το ξέρετε το τραγούδι έτσι δεν είναι; Όσοι πείτε «όχι» ή είστε ψεύτες και ντροπή σας ή είστε συγκινητικά νέοι και σας ζηλεύω. Κι όμως το «Αεροπλάνο» δεν είναι το αγαπημένο μου… Το αναφέρω όμως σήμερα γιατί είναι ένα έμμετρο ρεπορτάζ … Δημοσιογράφος ήμουν η γυναίκα … Ανήκω σε εκείνη την άτυχη γενιά δημοσιογράφων που οι εφημερίδες τους έκλεισαν στις 21 του Απρίλη του 1967. Την ημέρα των μικρών ανθρώπων και των μεγάλων κανονιών.
Το βράδυ της 20ης του Απρίλη αποκοιμήθηκα σχεδιάζοντας πώς από το ελεύθερο ρεπορτάζ θα μεταπηδούσα στο πολιτικό, πώς θα τα «έχωνα» όταν θα έπαιρνα το «Χρονογράφημα», πώς θα έβγαζα αργότερα δική μου εφημερίδα και τρέμετε Μπότση και Κόκκα και Λαμπράκη…
Ήμουν λίγο κάτω από 25 και αν δεν έκανα όνειρα θα έπρεπε να δω εσπευσμένα ψυχίατρο. Τον ψυχίατρο ήταν γραφτό να τον χρειαστώ την επομένη 21 του Απρίλη κι εγώ και μερικές εκατοντάδες συνάδελφοι και γενικά εργαζόμενοι στον Τύπο.. Πέντε εφημερίδες διέκοψαν αυθημερόν την κυκλοφορία τους. «Καθημερινή», «Μεσημβρινή», «Αυγή», «Αθηναϊκή» και η «Ελευθερία», που εργαζόμουν εγώ.
Χρειάζονται δέκα «Θυμάμαι» για να σας δώσω το κλίμα αυτής της φοβερής ημέρας, της πιο σκοτεινής στο κομμάτι της ελληνικής ιστορίας που έτυχε να βιώσω… και σαν να μας σάρκαζε ο ουρανός ήταν μια πολύ όμορφη, ηλιόλουστη μέρα . Δεν ξέρω, συνγήϊνοι, συνάνθρωποι, συνευρωπαίοι, συνέλληνες , αλλά έχω πολλά χρόνια την υποψία ότι ο Θεός δεν είναι φιλέλληνας.
Κι εδώ πρέπει να σας αφήσω. Ο χώρος μου τελείωσε … Την ιστορία του πώς γράφτηκε το «Αεροπλάνο» θα σας την πω την άλλη εβδομάδα. Στη δημοσιογραφία υπάρχει απαράβατος νόμος ότι η είδηση πρέπει να έχει ειπωθεί στις τρεις πρώτες αράδες του κειμένου. Αλλά εγώ στο «Θυμάμαι» δεν κάνω δημοσιογραφία. Συνοδεύω στην τελευταία τους κατοικία ένα-ένα κομμάτια από τη ζωή μου και τις ζωές των ανθρώπων της γενιάς μου. Λέω μερικά τρυφερά «αντίο», τα «φιλώ» και τα στέλνω είτε στη λησμονιά, είτε στην ιστορία. Αφήστε με αυτή την εβδομάδα να το «παίξω» Αγκάθα Κρίστι … και να σας αποκαλύψω το δολοφόνο στην τελευταία σελίδα, στο επόμενο «Θυμάμαι», ήθελα να πω. Και μιας και μιλάω για την Αγκάθα Κρίστι, την γνώρισα και της πήρα συνέντευξη στην «Μεγάλη Βρετάνια» που είχε καταλύσει όταν πέρασε για λίγο από την Αθήνα. Σκληρή, γριά, σνομπ, αλλά «γάτα με πέταλα», θα της αφιερώσω ένα «Θυμάμαι» και το αξίζει. Το αξίωμα στα βιβλία της ήταν ότι το νήμα για να βρεις τον δολοφόνο ξεκινά από το θύμα. Εμείς δημιουργούμε τους δυνάστες μας. Να το έχετε σαν σλόγκαν της εβδομάδας που έρχεται και ίσως σας βοηθήσει . Να είστε μέχρι τότε καλά.