Παραμονές του πρώτου μου γάμου, σε κατάσταση περισυλλογής, τακτοποιούσα τις τελευταίες λεπτομέρειες σχετικά με την μετακόμιση στο καινούργιο σπίτι. Λίγα πραγματάκια είχαν απομείνει στο πατρικό, προσωπικά μικροαντικείμενα, κυρίως χαρτικά, βιβλία και πανεπιστημιακές σημειώσεις. Καθώς λοιπόν τα παράχωνα σε μια κούτα, έπεσε στο χέρι μου ένα μικρό μαύρο βιβλιαράκι, ένα καταλογάκι τηλεφώνων από εκείνα που στις άκρες των σελίδων τους προεξέχει ένα γράμμα του αλφαβήτου, προκειμένου να υποδηλωθεί το αρχικό των επωνύμων των προσώπων που αυτές περιέχουν. Προς διευκόλυνση της ανεύρεσης, ή της… συνεύρεσης καλύτερα, όπως πολύ σωστά είχε σε ανύποπτο χρόνο παρατηρήσει ο κουμπάρος μου. Και βεβαίως ο χαρακτηρισμός του ήταν καθ’ όλα εύστοχος, αφού το αμαρτωλό βιβλιαράκι περιείχε τηλέφωνα κοριτσιών!

Ήταν το σύνολο των «απομηχανής θεοτήτων» μου. Των υπάρξεων, που χωρίς και οι ίδιες να το γνωρίζουν αναλάμβαναν κυκλικά να διανθίζουν τις εξόδους μου, να μοιράζονται τις στιγμές μου και να τιθασεύουν, με κάθε ευκαιρία, την νεανική μου ορμητικότητα…

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Τι πας να κάνεις;» ακούστηκε η φωνή του κουμπάρου.

Κοίταξα το ταλαιπωρημένο καταλογάκι με τα τηλέφωνα. Τι μου χρειαζόταν πλέον, αφού την επομένη θα διάβαινα τα σκαλιά της εκκλησίας;

«Είσαι τρελός;» επέμενε ο σοφός κουμπάρος μου. «Κράτα το, θα σου χρειαστεί… Όταν τελειώσει το μέλι, σε αυτό θα προστρέξεις! Άκου με που σου λέω…»

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Τον άκουσα. Το καταχώνιασα κάπου, και θα είχα εντελώς ξεχάσει την ύπαρξή του, αν μετά από αρκετά χρόνια γάμου δεν μου καρφωνόταν στο ξερό η ιδέα ενός αθώου τσιλημπουρδήματος. Ο λόγος; Αντρική ανωριμότητα πες το, βλακεία πες το, ανία ή ό,τι άλλο θες –εγώ μια φορά είχα αποφασίσει να απλώσω χέρι σε… ξένα κοφίνια! Αλλά το μαύρο καταλογάκι πουθενά! Λες και το κατάπιε η γη! Μάταια έφαγα όλο το σπίτι, το γραφείο μου, το πατάρι, την αποθήκη. Πήγα ακόμη και στο πατρικό, μην τυχόν και είχε ξεμείνει εκεί –θλιβερό μνημούρι μιας φευγαλέας εφηβείας, μιας παραδοσιακής νεοελληνικής ανατροφής… Τα willing girls μου άφαντα!

………………………

Ευρωεκλογές και πυρετός την Κυριακή που μας πέρασε, καθηλωμένος εγώ με το κλασικό πια φραπόγαλα μπροστά στο χαζοκούτι των 21 ιντσών. Αναλύσεις και κόντρα αναλύσεις, συμπεράσματα και αναμασήματα, ευφυολογήματα, κοινοτοπίες και στατιστικές. Exit polls και θεωρίες συνωμοσίας, δηλώσεις βλακώδεις και λόγια τραχιά, βαρύγδουπα, κι άλλοτε πάλι χαμόγελα κι εξυπνάδες. Τα πάνελ των καλεσμένων γεμάτα, οι παραλίες γεμάτες, τα ταβερνάκια, τα πλατειάκια, οι παιδικές χαρές. Κυρίαρχο το ερώτημα: ποιος ήταν ο νικητής αυτών των ευρωεκλογών;

Η αποχή, πάντως, δεν ήταν. Αυτή ήταν η προ αλλά και μετά των εκλογών άποψή μου. Δεν είμαι σε θέση, ωστόσο, να ισχυριστώ ακράδαντα ότι όσοι απείχαν της ψηφοφορίας ήταν «χαβαλέδες», ούτε και να πιστέψω βέβαια με πάθος ότι η αποχή τους είχε την έννοια της «πολιτικής διαμαρτυρίας». Η κινητικότητα από κόμμα σε κόμμα ήταν ασφαλώς μια πραγματικότητα. Βραχύβια; Μακρόβια; Ποιος ξέρει;

Κι εκεί που σκάλιζα το ξερό μου να βγάλω νόημα, χτυπάει το κουδούνι και να ‘σου ο κουμπάρος. Ήρθε και κάθισε δίπλα μου, η Krystyna τού ‘φτιαξε φραπεδάκι, καρφώθηκε κι αυτός στις 21 ίντσες. Αλλά ξεκαρφώθηκα πλέον εγώ!

Ασυναίσθητα, λες και το αμαρτωλό παρελθόν ενός άτακτου νεαρού είχε βρικολακιάσει και άπλωνε τα ανατριχιαστικά νύχια του στο παρόν ενός φιλήσυχου και πλαδαρού, πλέον, οικογενειάρχη, το μαύρο καταλογάκι των willing girls της εξέδρας της ερωτικής μου ζωής σφηνώθηκε στο κρανίο μου σαν σφαίρα. Πετάχτηκα κι άρχισα να ψάχνω. Βάλθηκα να το βρω πάσει θυσία. Αν χρειαζόταν, θα έφερνα το σπίτι άνω κάτω!

«Τι ψάχνεις ρε μουρλέ;» ακούστηκε η φωνή του κουμπάρου πίσω μου.

Τον κοίταξα λαχανιασμένος, καθώς χοντρές στάλες ιδρώτα κατρακυλούσαν από το μέτωπό μου και κατέληγαν στα γυαλιά της μυωπίας, δυσκολεύοντας την όραση. Του είπα τι έψαχνα. Συνέχισε να με κοιτά ανέκφραστος, σαν να με «ζύγιζε», να με «μετρούσε».

«Τι να το κάνεις;»

Άναψα από νεύρα: «Να ξεδώσω, ρε, τι άλλο; Μια δυο φορές να το ρίξω λιγάκι έξω. Αποχή τέλος!»

Ο κουμπάρος κούνησε το κεφάλι του: «Εποχή τέλος, να λες!»

«Μα εσύ δεν ήσουν που…»

«Ναι, εγώ. Μα τώρα είναι πλέον αργά. Δεν σου χρειάζεται. Η πεταλουδίτσα που κρύβεις μέσα σου θα βαρεθεί συντομότατα να πετάει από λουλούδι σε λουλούδι. Άδικος κόπος, σου λέω δεν σου χρειάζεται.»

«…»

«Θα κάνεις μια γύρα, δυο γύρες, και μετά πάλι εδώ: στην γυναικούλα σου, στην σιγουριά σου» συμπλήρωσε σαν χείμαρρος και στράφηκε προς τις 21 ίντσες. «Να, σαν κι αυτούς… Καμάρωσέ τους, που πήγαν κι έδωσαν την ψήφο τους αλλού» συνέχισε ο κουμπάρος «μα νά ‘σαι βέβαιος ότι μεθαύριο, στις εθνικές εκλογές, εκεί που πάντα την έδιναν θα την δώσουν. Αποχή τέλος, λέμε!»

Κι έλαμψε μονομιάς μέσα μου ο νικητής των χθεσινών εκλογών: η εικονική απιστία!

(Ακόμη ψάχνω μάταια να βρω το καταραμένο μαύρο καταλογάκι με τα τηλέφωνα των αλλοτινών κοριτσιών, μα δεν σκάω και πολύ. Η Krystyna ξέρει πως πάλι εδώ, στην υπέροχη αγκαλιά της θα καταλήξω, σαν δαρμένο σκυλί…)

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης