Σκάσε και σκύψε το κεφάλι δούλε, τα ψηλά τα βουνά δεν είναι για σένα – ποτέ δεν ήταν, αυτά είναι για εμάς. Σκάσε και άνοιγε το στόμα σου μόνο για να λες ευχαριστώ. Να αρκείσαι στα λίγα, να τα συνηθίζεις και να τα εκτιμάς γιατί το χειρότερο του λίγου είναι το λιγότερο, και εκεί θα καταλήξεις αν κάνεις πως μιλάς. Συνήθισε το τέρας που σου χαμογελάει και εναγκαλίσου το παράλογο. Μπες σε τραίνα-φέρετρα κι όπου σε βγάλει. Μα ανθρωπάκι μου, αν σου το λέγαμε από την αρχή πως δεν υπάρχουν συστήματα ασφαλείας, δε θα έμπαινες. Τώρα μπήκες. Και έχυσες το αίμα σου. Εξαϋλώθηκες. Κάηκες. Τεμαχίστηκες. Ε και; Μη νοιάζεσαι, η θυσία σου δε θα πάει χαμένη. Κι αν δεν ήθελες να θυσιαστείς, εμένα δε με νοιάζει. Δεν ήμουν εγώ ούτε και τα παιδιά μου στο τραίνο του θανάτου. Εγώ τραίνο δεν παίρνω ποτέ. Είσαι μια γενιά που δημιουργείς προβλήματα και μόνο. Δε βρίσκεις δουλειά – παραπονιέσαι. Φεύγεις στο εξωτερικό – πάλι παραπονιέσαι γιατί σου λείπουν οι δικοί σου. Σκοτώνεις τους ηλικιωμένους αφού δεν τηρείς κατ’ οίκον περιορισμούς που μπορεί να κρατήσουν και χρόνια για την ασφάλεια όλων μας. Τώρα πας και σκοτώνεσαι σε προεκλογική περίοδο και μας ρίχνεις τα ποσοστά ακόμα χαμηλότερα. Είσαι η γενιά Ζ – χαμένη, αποπροσανατολισμένη και προβληματική.

Δεν είναι η κοιλάδα καταραμένη. Είναι οι άχρηστοι πολιτικοί, καμωμένοι από συστατικά ξένα και αποκομμένα από την ανθρωπιά, την ευαισθησία, τη συμπόνοια και την κοινή λογική. Άνθρωποι κοινωνιοπαθείς, με ένα Υπερεγώ κλινικής φύσεως, άρχουν σε μια κοινωνία που ευαρεστούνται να τη βλέπουν φοβισμένη, στερημένη, σχεδόν ναρκωμένη – πόσο άρρωστο. Τις τελευταίες μέρες έχει ξεχειλίσει η οργή για ένα εμετικό και σάπιο πολιτικό σύστημα που δεν κάμφθηκε ούτε από το τελευταίο αυτό φονικό, του οποίου τον ακριβή αριθμό των θυμάτων δεν καταφέραμε να μάθουμε ποτέ – σαν τότε στη χούντα, θυμάσαι; Οχυρωμένοι πίσω από την αρχομανία και την απληστία τους δε νιώθουν τίποτα. Δεν κατάλαβαν τίποτα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στον αντίποδα είδαμε ανθρώπους έντιμους, εγκρατείς, ευαίσθητους και ενσυναίσθητους που με πόνο και αξιοπρέπεια έδειξαν πως κάποτε υπάρχουν και όρια. Εδώ μάλλον λειτούργησαν τα ένστικτα της όμορφης ελληνικής-μεσογειακής οικογένειας, της προστατευτικής, της υποστηρικτικής που αγαπά και πονά, που σκοτώνει για τα παιδιά της. Όλοι μας ξέρουμε πως οι επιβάτες-μάρτυρες της κοιλάδας των Τεμπών ‘θυσιάστηκαν’ στο βωμό του βρώμικου κέρδους. Μια ευρωπαϊκή χώρα που επιδιώκει να λανσάρει τον εαυτό της ως τη βασίλισσα του τουρισμού (και δικαίως αφού ομορφότερη στον κόσμο δεν υπάρχει), με μια πολιτική ηγεσία πολλών αποχρώσεων που τρώει σαν φαταούλας ό,τι προλάβει να αρπάξει από ευρωπαϊκά προγράμματα και φορολογούμενους πολίτες, σηκώνει τους ώμους αδιάφορα όταν της ζητούνται τα ρέστα για την παντελή έλλειψη κάθε συστήματος ασφαλείας (άραγε τις επιπτώσεις θα έχει αυτό στην εικόνα μας στον ευρύτερο διεθνή κόσμο του οποίου και τα συντηρητικότερα μέσα φτύνουν τον Μητσοτάκη, καθιστώντας τον αποκλειστικά υπεύθυνο για το δυστύχημα στα Τέμπη;)

Το ποτάμι δε γυρίζει πίσω. Το αίμα των παιδιών μας ήταν αίμα αθώων. Και τα παιδιά αυτά ήταν παιδιά όλων μας. Η μανούλα και ο πατέρας που κλαίνε, το παιδάκι που δε χάρηκε ακόμα τους γονείς του, ο ερωτευμένος που δεν πρόλαβε να εκπληρώσει τον έρωτά του. Όλοι δικοί μας είναι και αχ πόσο κρίμα! Μα και πόση ομορφιά γεννά ο πόνος, πόση παρηγοριά και πόση ελπίδα όταν αφήνεις την ανθρωπιά να ξεχειλίσει και να προσφέρεις εθελοντικά το δικό σου αίμα κατά χιλιάδες για να σώσεις ό,τι πια μπορεί να σωθεί.

Ἔξω ἀλαλάζουν οἱ καμπάνες

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

ἔξω μὲ περιμένουν ἀφάνταστοι φίλοι…

τί κούραση τί κούραση

ἡ ὀρχήστρα παίζει κίβδηλους σκοποὺς

φίλε ἀγάπη αἷμα φίλε

φίλε δῶσ᾿ μου τὸ χέρι σου τί κρύο

Ἤτανε παγωνιὰ

δὲν ξέρω πιὰ τὴν ὥρα ποὺ πέθαναν ὅλοι

κι ἔμεινα μ᾿ ἕναν ἀκρωτηριασμένο φίλο

καὶ μ᾿ ἕνα ματωμένο κλαδάκι συντροφιὰ

Απόσπασμα από τη ‘Δύσκολη Κυριακή’ του Μίλτου του Σαχτούρη, από την ποιητική Συλλογή ‘Η Λησμονημένη’ (1945).

Η Ιουλία Καζάνα-McCarthy είναι Δρ. Κοινωνιολογίας.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης