‘Οποτε στρώνομαι προκειμένου να χαράξω ταξιδιωτικό κείμενο, έχω ως αρχή την απομόνωση της σκέψης μου από όσα μας ταλαιπωρούν διαχρονικά, (κυρίως) από τους πολιτικούς: να το καταθέσω όσο πιο απλά γίνεται. Δηλαδή ξεχνάω για λίγο τις παρενέργειες της ζωής μας από την φορολογία και την ακρίβεια στα είδη πρώτης ανάγκης, τη «συσκότιση» από τους καπνούς των πυρκαγιών σχεδόν σε όλα τα διαμερίσματα της χώρας (που όπου να’ ναι θα δώσουν την σκυτάλη στα νέα αιολικά πάρκα (!), κάτι που αναμενόταν και εφέτος το καλοκαίρι με τον παρατεταμένο καύσωνα…, και βέβαια τα ψέματα (ή το… κρύψιμο της αλήθειας) από τους υπουργούς σε θέματα υγείας, δικαιοσύνης, ακρίβειας, ποιότητα ζωής κτλ

Έχοντας διανύσει μπόλικες χιλιάδες χιλιόμετρα σε τέσσερις από τις πέντε ηπείρους του  πλανήτη, ένεκα της δουλειάς μου για τις ανάγκες του ρεπορτάζ στα «ΝΕΑ» και τα λοιπά έντυπα του Λαμπράκη, έχω παρακαταθήκη ιστορίες και εικόνες από πόλεις μακρινές -κάποιες από αυτές μαγικές, άλλες υπερτιμημένες – μέρη που μόνο οι δημοσιογράφοι και οι εκατομμυριούχοι θα μπορούσαν να επισκεφθούν. Λόγου χάρη, στα νησιά Φερόε δύσκολα πηγαίνεις αν δεν υπάρχει αιτία σοβαρή, ούτε σουλατσάρεις για εβδομάδες στην Μπανγκόγκ, στη Μόσχα (της περεστρόϊκα) τις μέρες που οι πλούσιοι ζούσαν σε συνθήκες άθλιων μουζίκων πουλώντας «όσο όσο» τα τιμαλφή τους. Ούτε επιλέγεις τρεις Πολιτείες των ΗΠΑ προκειμένου να γνωρίσεις κάποιους που πίστεψαν στο αμερικάνικο όνειρο και ρίζωσαν νοσταλγώντας να βρεθούν για λίγο στο Λιανοκλάδι, στην Αμφιλοχία, στα Φιλιατρά, στην Ικαριά ή  στα αρχοντοχώρια της ορεινής Αρκαδίας. Θυμάμαι τον αείμνηστο δάσκαλο Σεραφείμ Φυντανίδη, όταν μιλώντας για τα ταξίδια του, είχε πει επί λέξει: «Πήγα παντού, πάτησα τις πέντε ηπείρους, αλλά μου μένει τώρα να επισκεφθώ την Σαλαμίνα!». Ήταν άποψη σοφή για δημοσιογράφους και συγγραφείς, πολλοί από τους οποίους καταστάλαξαν για τα καλά όταν αναζήτησαν κάποτε τις «ήσυχες μέρες στο Κλισύ» τους (Χένρι Μύλερ), ή το «Νησί» που αγάπησαν στην Ελλάδα και δεν το αλλάζουν με τίποτα (Χίσλοπ).

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Για την ταπεινότητά μου, ήρθαν οι (λιγοστές πια) ημέρες που θα ανανεώσω την αγάπη μου για ένα κομμάτι της παραλιακής δαντέλας στην Μεσσηνία, εκεί όπου σπεύδω κάθε χρόνο τέτοιες μέρες να «γεμίζω τις μπαταρίες μου» με αρώματα της φύσης, αλμύρα της θάλασσας και ηλιοβασιλέματα που δεν διαθέτουν τη μαγεία της Ίου ή της Σαντορίνης, όμως και το κρυφτό πίσω από τα χαμηλά βουνά της Τριφυλίας δεν πάει πίσω…

Από παλαιότερα σημειώματα, θα έχετε θυμηθεί, ίσως το πάθος μου για την Μικρή Μαντίνεια, λίγα μόλις χιλιόμετρα ανατολικά της μαγικής Καλαμάτας. Της πόλης που τα τελευταία χρόνια συγκινεί, και όπως αναφέρουν οι στατιστικές κερδίζει, όλο και περισσότερους εραστές ντόπιους αλλά και της Εσπερίας. Το καταπληκτικό ξενοδοχείο «Ακτή Ταύγετος» με τους υπέροχους κήπους και τους ίσκιους όλη την διάρκεια της μέρας καλύπτει ακόμη και τους δύσκολους επισκέπτες που θα αναζητήσουν ηρεμία, ποιότητα, καθαριότητα,  νερά άλλοτε πράσινα, άλλοτε γαλάζια, και -το σημαντικότερο- φιλικό περιβάλλον. Αυτό το κομμάτι γης αγάπησα και δεν το αλλάζω ούτε με το Μπέβερλι Χιλς, ούτε με την εξωτική Μαρτινίκα και τη Γουαδελούπη.

Κάπως το συζητώ μια ανταλλαγή με το Μπαλί της Ινδονησίας, αλλά μου πέφτει κομμάτι μακριά. ‘Ασε που δεν ταιριάζουν και οι ημερομηνίες ξεκούρασης, αφού Αύγουστο τέλη, εκεί είναι καταχείμωνο και στα νερά σουλατσάρουν καρχαρίες…

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης