Στη θύελλα της παγκοσμιοποίησης, που έριξαν τους ανθρώπους οι Πλανητάρχιδες (με «ι», μετά άνευ συγχωρήσεως), και οι σφουγγοκωλάριοί των.
Η κριτική σκέψη σπανίζει.
Η αυτόνομη προσωπικότητα είναι είδος εν ανεπαρκεία.
Ο έρωτας ξεπατώθηκε σε «onenight stand».
Η φιλία έγινε λυκοφιλία.
Η ατομικότητα, η αυτονομία του ατόμου, η αξιοπρέπειά του, συνθλίβονται στις μυλόπετρες της παγκοσμιοποίησης και καταλήγουν στον μαζοχυλό της μαζικής κουλτούρας και ομοιομορφίας.
Επαίτες της ζωής, της ζωής λιποτάχτες, οι άνθρωποι, σήμερα, ζητούν να ονειρευθούν μια καινούργια ζωή, μα βλέπουν εφιάλτες.
Εφιάλτης η ανεργία.
Εφιάλτης ο ξενιτεμός των νέων.
Εφιάλτης η πείνα των ξεχασμένων στα πεζοδρόμια.
Εφιάλτης οι πόλεμοι και οι σκοτωμοί.
Εφιάλτης η τρομοκρατία.
Εφιάλτης το «Κράτος αδηφάγων και ασυστόλων κώλων»
«Αφού εξήτασα λεπτομερώς όλα τα πρόσωπα με τη μεγαλύτερη φήμη, ανακάλυψα πως αποδίδονται τα λαμπρότερα κατορθώματα σε δειλούς, οι συνετότερες συμβουλές σε ηλιθίους, η ειλικρίνεια σε αυλοκόλακες, η αρετή σε προδότες, η ευσέβεια σε ασεβείς, η αγνότητα σε σοδομίτες, η φιλαλήθεια σε καταδότες.
Έβλεπα να αναρριχώνται στα υψηλότερα αξιώματα της πολιτείας κακούργοι, αποκτώντας τίτλους και περιουσίες. […]Τα συμβούλια και τα κοινοβούλια διεκδικούσαν οι πουτάνες, οι νταβατζήδες, οι τσατσάδες, οι τζουτζέδες και τα παράσιτα της κοινωνίας. […]Ανακάλυψα πώς μια πόρνη μπορεί να κυβερνάει, στα παρασκήνια, ένα συμβούλιο και το συμβούλιο να κυβερνάει ένα κοινοβούλιο.» ( «Τα Ταξίδια του Γκιούλιβερ» του Ιωνάθαν Σουίφτ.)
Αυτά συνέβαιναν στην πρωτεύουσα της Λαπούτα, Λαγάδο, κατά Σουίφτ.
Πάσα ομοιότης με πρόσωπα και καταστάσεις, εν Ελλάδι, πραγματική.
Ο χρόνος χάθηκε, όταν η μνήμη έσβησε.
Και ο άνθρωπος, και πάλι, αναζητείται με το φανάρι του Διογένη, μέσα στα «άπτερα δίποδα όντα» των μαζανθρώπων.
«Ζώον άπτερον δίπουν», γράφει ο Πλάτων, ο άνθρωπος.
Και ο Αναγνωστάκης συμπληρώνει: «χωρίς στο μυαλό μια ρυτίδα»,
ενώ ο Διογένης ο Κύων, ο Κυνικός, επιδεικνύει στην Αγορά έναν μαδημένο κόκορα.
Η αλαζονεία του ανθρώπου αγγίζει την Ύβριν. Οι Ερινύες θα έρθουν; Ήρθαν;
Η μήπως κι’ αυτές χαθήκαν στον νεκρό πια μύθο της δικαιοσύνης, και στον νεοελληνικό γραψαρχιδισμό.
ΟΜΩΣ:
«Εσμέν Έλληνες το γένος, ως η τε φωνή και η πάτριος παιδεία μαρτυρεί» (Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων)
«Καταραμένε Έλληνα… Όπου να γυρίσω τη σκέψη μου, όπου και να στρέψω τη ψυχή μου, μπροστά μου σε βρίσκω. Τέχνη λαχταρώ, ποίηση, θέατρο, αρχιτεκτονική, εσύ μπροστά μου, πρώτος κι αξεπέραστος.
Επιστήμη αναζητώ, μαθηματικά, φιλοσοφία, ιατρική, κορυφαίος και ανυπέρβλητος. Για δημοκρατία διψώ, ισονομία και ισοπαλία, εσύ μπροστά μου, ασυναγώνιστος κι ανεπισκίαστος.
(Φρίντριχ Σίλερ: Friedrich Schiller, Γερμανός συγγραφέας, ποιητής και ιστορικός).
«Θαρσείν χρη τ΄ αύριον έσσετ΄ άμεινον
Θάρρος χρειάζεται. το αύριο θα είναι καλύτερο.»
(Θεόκριτος)