Μια τζούρα από παράδεισο πήρα μια Κυριακή, μην ψάχνεις μες στην άβυσσο, Θεός δεν είναι ΄κει.

Είναι έξω απ’ τα γνώριμα και τα φανερωμένα, δε ρίχνει ο Θεός φωτιές δεν τιμωρεί κανέναν.

Ό,τι βλέπεις κι ό,τι αγγίζεις είναι αλλουνού, κι ό,τι εσύ νομίζεις είναι πλάνη του μυαλού.

Μια τζούρα από παράδεισο πήρα μια Κυριακή, Θεέ μου, και τι δε θα ΄δινα να ΄ταν όλοι εκεί. Είδα το φως το αληθινό σαν θεϊκό σημάδι, χάθηκε από τη σκέψη μου της ύλης το σκοτάδι.