Δεν είναι λίγοι –υποθέτω- οι πιστοί τηλεφίλαθλοι, που προτιμούν την «Αθλητική Κυριακή», προκειμένου να ενημερωθούν! Άλλωστε, δεν έχουν πολλές επιλογές για τα αθλητικά του Σαββατοκύριακου. Κυρίως στην αθάνατη ελληνική περιφέρεια, αντέχουν ακόμη οι θαυμαστές της φωνής και των χαμηλών τόνων του Διακογιάννη, γιατί ενημερώνονταν σχετικά νωρίς (και όχι άγρια μεσάνυχτα Κυριακής). Δυστυχώς, φτάσαμε στο σημείο η εν λόγω εκπομπή να χαρακτηριστεί από έντυπο μεγάλης κυκλοφορίας ως το χειρότερο τηλεοπτικό ενημερωτικό μαγκαζίνο και καλά έκανε, διότι –γνωστό είναι σε όλους τους συνδρομητές της ΔΕΗ- η κρατική τηλεόραση ζει και αναπνέει από το δικό μας βαλάντιο, προκειμένου να κάνει το μάγκα ο πρόεδρος Παναγόπουλος και να ξεχνά ότι κάνει κουμάντο με «ξένα κεφάλαια».
Θα αναρωτηθείτε γιατί σήμερα το σημείωμα είναι επιθετικής μορφής και μάλιστα ξεκινά, ξιφουλκώντας στον ηγέτη της Αγίας Παρασκευής (που κάποια στιγμή θα βάλει το χέρι Της). Δεν είναι δυνατόν ο δημοσιογράφος – πρόεδρος να δέχεται τα όσα συμβαίνουν Κυριακή νύχτα με τα αθλητικά και να επιμένει (;) να πιστεύει πως διαθέτει «την καλύτερη ομάδα». Και επειδή όλα σε αυτή την έρημη ζωή σχετικά είναι, πάμε στο παρασύνθημα.
Τις τελευταίες εβδομάδες έχουν πυκνώσει τα παράπονα (αν δώσουμε βάση στα παραλειπόμενα του ρεπορτάζ των εφημερίδων) για την «οπτική» με την οποία τοποθετείται η «ΑΚ» στην ενημέρωση. Τη μερίδα του λέοντος απολαμβάνει συνήθως το ματς του Ολυμπιακού ή του Παναθηναϊκού, με συνέπεια ο οπαδός της Λάρισας (ή του Εργοτέλη) να έχει υποταχτεί στον πρώτο υπνάκο, περιμένοντας ξημερώματα στην πολυθρόνα του. Πρόκειται μήπως για τη λογική της πελατειακής σχέσης που τηρούν οι αθλητικές (κυρίως) εφημερίδες, οι οποίες χωρίς υποκρισία –αδελφέ- έχουν δείξει από την αρχή την ταυτότητά τους; Η ΕΡΤ οφείλει να σέβεται όλους τους Έλληνες ισότιμα και χωρίς προτεραιότητες, αλλά με δημοκρατικές διαδικασίες.
Πάμε παρακάτω: το πείραμα με την παρουσία – εμφάνιση – τοποθέτηση – σχολιασμό παλαιών ποδοσφαιριστών απέτυχε. Τελευταία, ένας από όλους στο πάνελ μπέρδευε τα λόγια του και δεν μπορεί να του ζητήσει κανείς ευθύνες γι’ αυτό. Ο άνθρωπος μπάλα κλώτσαγε και δεν διεκδίκησε ποτέ το ρόλο του Ευάγγελου Βενιζέλου (ή της Λιάνας Κανέλλη)… Άραγε το αντελήφθη ο «επιλογέας»; Αν όμως υπάρχει κάποια συμπάθεια για τους «εδικούς» (ακόμη και τον «όλα τα σφάζω, αρκεί να μη χυθεί αίμα» Παναγιώτη Βαρούχα), ελάχιστη αντοχή απομένει για τα γνωστά κλισέ των επαγγελματιών της εκπομπής. Οι βασικοί παρουσιαστές είναι συμπαθείς, ταλαντούχοι, αλλά ασταθείς και συχνά χωρίς τόλμη. Οι ρεπόρτερ προσπαθούν, ξενυχτάνε, εργάζονται σκληρά, αλλά σχεδόν πάντα αδικούνται από το αποτέλεσμα (λόγου χάρη, ο νεαρός στράικερ του Ολυμπιακού Μήτρογλου θα έπρεπε να είναι από τους τελευταίους στις επιλογές, αφού στερείται των βασικών, για να απευθυνθεί στο μεγάλο κοινό).
Εκεί όπου χωλαίνει, ωστόσο, η «Αθλητική Κυριακή» είναι το κεφάλαιο Γιώργος Μίνος. Ήδη τα μηνύματα από την περιοχή της Λάρισας δεν είναι καθόλου ευχάριστα για την τακτική (ύφος, οργή κλπ.) του εν λόγω ρεπόρτερ. Θα έλεγε κάποιος (που παρακολουθεί εδώ και χρόνια τα πράγματα) ότι ο Γιώργος Μίνος αποδεικνύεται ο «καλύτερος μαθητής του χειρότερου δάσκαλου». Τι θέλω να πω; Μέχρι και πριν λίγα χρόνια, μεγάλος αρχηγός στα δημοσιογραφικά της Θεσσαλονίκης ήταν ένας πανέξυπνος Καλαματιανός με κρυμμένα επιμελώς τα «πράσινα» (της οικολογίας…) αισθήματά του. Αυτός ο άνθρωπος, διευθύνοντας την εφημερίδα «Σπορ του Βορρά», με εμπρηστικά ρεπορτάζ και «φλεγόμενους» τίτλους, συνήθιζε να δυναμιτίζει το ποδοσφαιρικό κλίμα και να καλλιεργεί (χαμός γινόταν με την κυκλοφορία στη Βόρειο Ελλάδα…) το ποδοσφαιρικό μίσος μεταξύ Αθήνας και Θεσσαλονίκης.
Βέβαια, η εποχή Μπούζα έχει παρέλθει οριστικά με τη συνταξιοδότηση του πανέξυπνου Καλαματιανού. Η εφημερίδα κυκλοφορεί, αλλά πλέον δεν προσελκύει ουρές στα περίπτερα. Όμως, ιδού ο ρεπόρτερ «καμικάζι» Γιώργος Μίνος, έτοιμος ανά πάσα στιγμή να φέρει «τα πάνω κάτω» και με οργισμένο (γνήσιο ή δήθεν δεν έχει σημασία) ύφος και φωνή «θυμωμένης γαλιάντρας» να αφήσει εξοντωτικά σχόλια που μόνιμα χαϊδεύουν τα αυτιά των ΠΑΟΚτζήδων.
Ο κατά τα άλλα ευπρεπής Αντώνης Κατσαρός (από τους μορφωμένους και συμπαθείς της νέας γενιάς αθλητικογράφων), τη στιγμή που πρέπει να γίνει σύνδεση με Μίνο, αν μπορούσε να τρίψει τα χέρια του από ικανοποίηση θα το έκανε. Γνωρίζει πως με Μίνο στο γυαλί, οι δείκτες της τηλεθέασης εκτινάσσονται για τα καλά και φέρνουν… διαφήμιση στη ΝΕΤ. «Αρέσει ο Μίνος, τα λέει τσεκουράτα», θεωρούν κάποιοι. Εντάξει, αλλά ποιος τον έχει οπλίσει με «τσεκούρι» διάβολε; Η τακτική του κάνει ζημιά (όμως αυτό μην το τσεκάρετε με τον καθηγητή Κώστα Ζουράρι, διότι θα βρούμε όλοι μας τον μπελά μας…)