του Νίκου Βιτσιλάκη

To οδόμετρο του μαύρου Beverly φορτώνει αγόγγυστα χιλιόμετρα σε αστικό περιβάλλον και η καθημερινότητα μαζί του μας έχει λύσει τα χέρια.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Μετά τις πρώτες παρουσιάσεις από τη συμβίωσή μας με το “Police” (δείτε εδώ και εδώ) συνεχίζουμε με μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα από το ιταλικό best seller, για το οποίο ομολογούμε πως μέρα με τη μέρα μας κερδίζει όλο και περισσότερο. Τους τελευταίους δύο μήνες το χρησιμοποιούμε κατά 90% σε κλειστό αστικό περιβάλλον, αυτό που λέμε down town δηλαδή, υποβάλλοντάς το σε συχνά σταμάτα-ξεκίνα και οδηγώντας το βρέξει-χιονίσει στη ζούγκλα της πρωτεύουσας. Οπότε, τώρα πια είμαστε σε θέση να σας μιλήσουμε με σιγουριά για τα “καλά και τα κακά” του.

Εξοπλισμός, χρηστικότητα, λειτουργικότητα

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το μοντέλο διακρίνεται από ένα ολοκληρωμένο πακέτο βασικού εξοπλισμού, όπως δικάναλο ABS που συνεργάζεται με δύο δισκόφρενα διαμέτρου 240 και 300mm, σύστημα ελέγχου πρόσφυσης ASR, τηλεχειριστήριο που ανοίγει τη σέλα και ενεργοποιεί το μηχανισμό εντοπισμού Bike Finder, αλλά και πρακτική θύρα USB στο ντουλαπάκι. Τα ήδη υψηλά επίπεδα λειτουργικότητας ενισχύονται από το μεγάλο αποθηκευτικό χώρο κάτω από τη σέλα και την άμεσα προσβάσιμη τάπα ρεζερβουάρ στο κεντρικό τούνελ για εύκολο ανεφοδιασμό. Είναι εξοπλισμένο με τον καινοτόμο κινητήρα των 330cc και 30,2Hp, μία μονάδα που σχεδιάστηκε για να αποδώσει -σχεδόν- την ισχύ ενός κινητήρα 400cc αλλά με μέγεθος και επίπεδα εκπομπών και κόστους χρήσης ανάλογα με εκείνα των 300cc.

Οι χώροι για επιβάτη, συνεπιβάτη και αντικείμενα είναι άπλετοι. Η χωρητικότητα των 35,3 λίτρων κάτω από τη σέλα επιτρέπει τη φιλοξενία δύο κρανών τύπου «full jet», μια ιδανική λύση για όσους απεχθάνονται τη χρήση των ογκωδών και αντι-αεροδυναμικών top case βαλιτσών (πέραν του εξτρά κόστους που επιβάλλει η after market αγορά). Εξαιρετικά χρήσιμη αποδείχθηκε και η… τριπλή επιλογή για το άνοιγμα της σέλας. Και λέμε τριπλή, γιατί μπορεί να ανοίξει α) με μπουτόν στο τιμόνι, β) με το στάνταρ τηλεχειριστήριο και γ) με μηχανικό μοχλό που βρίσκεται μέσα στο ντουλαπάκι κάτω από το τιμόνι (για την περίπτωση που το όχημα έχει ξεμείνει από μπαταρία). Ο πίνακας των οργάνων διαθέτει ένα κεντρικό και δύο περιφερειακά αναλογικά όργανα για ταχύμετρο, θερμόμετρο και βενζινόμετρο αντίστοιχα, ενώ πέραν των ενδεικτικών λυχνιών υπάρχει και μια ευμεγέθης οθόνη υγρών κρυστάλλων με ρολόι και πληροφορίες για χιλιομετρητές, τάση μπαταρίας και θερμοκρασία περιβάλλοντος. Θα θέλαμε να υπήρχε και ένδειξη αυτονομίας, όπως επίσης και μια πιο εργονομική θέση για την κεντρική κλειδαριά. Εκεί χωμένη που βρίσκεται, πολλές φορές δεν… βρίσκεται!

Πρέπει ο οδηγός να σκύψει για να δει πού θα βάλει το κλειδί και αν είναι νύχτα, σίγουρα τον περιμένει μια μικρή ταλαιπωρία. Στη δεξιά πλευρά του τιμονιού, δίπλα στο μπουτόν της μίζας, υπάρχει ένα αντίστοιχο που γράφει MODE και από αυτό ο αναβάτης μπορεί να διαχειριστεί τις ψηφιακές πληροφορίες του πίνακα. Δεν χρειάζεται δηλαδή να βγάλει το χέρι από το τιμόνι και αυτό εξυπηρετεί πολύ τη χρηστικότητα, αυξάνοντας σημαντικά και τη συνολική ασφάλεια. Στην κάτω πλευρά των οργάνων υπάρχει ένα όχι και τόσο καλαίσθητο μπουτόν για την ενεργοποίηση/απενεργοποίηση του ASR, ενώ δίπλα του υπάρχει και η σχετική -χονδροκομμένη- φωτεινή ένδειξη. Τέλος, στα συν της όλης ευχρηστίας είναι η εξωτερική τοποθέτηση της τάπας του ρεζερβουάρ, που βρίσκεται στο κεντρικό τούνελ, ανάμεσα στα πόδια του οδηγού.

Στο δρόμο

Τα 110-120 στο ταχύμετρο είναι μια σχετικά εύκολη διαδικασία, αριθμός ικανοποιητικός για την περίπτωση που κάποιος θέλει να ξεφύγει από το κλεινόν άστυ και να κινηθεί σε λίγο πιο ανοιχτούς δρόμους. Από την άλλη, εκτιμάς τη συνολική συμπεριφορά του συνόλου εντός ορίων πόλης, με τη μετάδοση και την ανάρτηση να κλέβουν την παράσταση. Τα φρένα κάνουν πολύ καλά τη δουλειά τους και δεν μπλοκάρουν σχεδόν ποτέ, απλώς θέλουν αρκετή δύναμη για να αποδώσουν τα μέγιστα. Οι οδικές κακοτεχνίες φιλτράρονται σωστά από πιρούνι και αμορτισέρ, που θα δείξουν τα όριά τους μόνο σε συνθήκες οδηγικής υπερβολής (λέγε με όριο). Είναι μελετημένα και φτιαγμένα με γνώμονα την άνεση και όχι τις επιδόσεις. Οι οποίες επιδόσεις είναι μια χαρά στις επιταχύνσεις εν κινήσει, όπου η δύναμη αποδίδεται γραμμικά και μεστά προσφέροντας ασφαλή προσπεράσματα.

Στις υψηλές στροφές δεν υπάρχει “κρέμασμα” και η απόδοση του 330αρη κινητήρα είναι ικανή να δώσει στο σύνολο αντίστοιχα υψηλές ταχύτητες ματακίνησης, με το αναλογικό ταχύμετρο να φλερτάρει απροβλημάτσιτα με ενδείξεις άνω των 130km/h. Παρά τον 16άρη μπροστινό τροχό, η αίσθηση είναι ανάλαφρη στις εναλλαγές πορείας, γενικότερα θα λέγαμε πως το Beverly διαθέτει μια «αέρινη» συμπεριφορά στον τρόπο που κινείται. Είναι στιβαρό, όχι όμως τόσο που να δημιουργεί την επιθυμία να το πιέσεις στο όριο, όπου οι ελαστικότητες παραμονεύουν για να μας επαναφέρουν στην τάξη. Η θέση οδήγησης δείχνει μελετημένη για κάθε σωματότυπο, ακόμα και μετά από πολύωρη οδήγηση σε έντονο κυκλοφοριακό πήξιμο ο αναβάτης θα παραμείνει ακμαίος.

Kάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τον/τη συνεπιβάτη, που κάθεται ψηλότερα από τον οδηγό, έχοντας στη διάθεσή του ευμεγέθεις χειρολαβές και μαρσπιέ. Τέλος, πολύ ευχάριστο είναι το γεγονός πως το σύστημα ελέγχου πρόσφυσης μπορεί να απενεργοποιηθεί. Εμείς το είχαμε μόνιμα στη θέση «off», καθόσον ο τρόπος που επεμβαίνει είναι ολίγον τι άκομψος στην απότομη επιτάχυνση από στάση και παράλληλα κόβει αρκετή από τη δύναμη του κινητήρα. Πάντως, σε περίπτωση ολισθηρού οδοστρώματος και βροχής, αποδεικνύεται ιδιαίτερα χρήσιμο και εξαιρετικά ασφαλές.

Τα υπέρ και τα κατά με μια ματιά

Πριν κλείσουμε την παρουσίαση της μέχρι σήμερα εμπειρίας μας με το mega scooter της Piaggio, ας συνοψίσουμε αυτά που μας άρεσαν και αυτά που δεν μας άρεσαν:

Στα συν

  •     Η κατανάλωση, που δεν ξεπερνά σε καμμία περίπτωση τα 4,5 λίτρα. Με μετριοπαθή οδήγηση εύκολα κατεβαίνει κάτω από τα 4
  •     Η ευκολία οδήγησης, χωράει εκεί που δεν δικαιολογείται από τον όγκο του, ανταγωνιζόμενο επί ίσοις όροις scooter με μικρότερο εκτόπισμα
  •     Οι χώροι του, όμοιους των οποίων δύσκολα βρίσκεις σε μοντέλο αυτής της κατηγορίας
  •     Η ζελατίνα, που ναι μεν δεν ρυθμίζεται πλην όμως προσφέρει πολύ καλή προστασία και δεν ενοχλεί το οπτικό πεδίο του αναβάτη
  •     Η θέση του συνεπιβάτη, κανείς δεν γκρίνιαξε για την άνεσή του

Στα μείον

  •     Η θέση της κεντρικής κλειδαριάς, εκεί χωμένη που είναι θέλει σκύψιμο (και φακό το βράδυ) για να τη βρεις
  •     Η ευαισθησία του ASR, που σου κόβει το γκάζι με άκομψο τρόπο (ευτυχώς απενεργοποιείται)
  •     Η δύναμη που απαιτούν τα φρένα για να αποδώσουν τα μέγιστα
  •     Το ελάφρωμα στο τιμόνι όταν κινείσαι με τριψήφια νούμερα στο κοντέρ
  •     Το τούνελ ανάμεσα στα πόδια του αναβάτη, καθόσον περιορίζει τη δυνατότητα μεταφοράς μεγάλων αντικειμένων

Η επόμενη αναφορά για το μαύρο “μας” Beverly θα περιλαμβάνει κοστολόγια σε εργασίες service και αναλώσιμα ανταλλακτικά, έτσι ώστε να έχετε μια πληρέστερη ενημέρωση. Μείνετε συντονισμένοι!

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης