Μία από τις σημαντικότερες φωνές του λαϊκού τραγουδιού «σώπασε» για πάντα σήμερα. Η Πόλυ Πάνου έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 73 ετών. Το τελευταίο διάστημα νοσηλευόταν στο ιδιωτικό νοσοκομείο «Υγεία», χτυπημένη από την επάρατο νόσο.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η σορός της θα τεθεί σε λαϊκό προσκύνημα από τις 09.30 το πρωί της Δευτέρας 30 Σεπτεμβρίου στο παρεκκλήσι του Α΄ Νεκροταφείου, ενώ στις 15.00, στην εκκλησία του ίδιου χώρου, θα ψαλεί η νεκρώσιμος ακολουθία.

Στη συνέχεια, η σορός της θα μεταφερθεί στο Νεκροταφείο του Κόκκινου Μύλου, όπου θα ταφεί σε οικογενειακό τάφο.

Το ιατρικό ανακοινωθέν

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«H Πολυτίμη Πάνου, ετών 73, απεβίωσε σήμερα Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2013 στο νοσοκομείο ΥΓΕΙΑ μετά από πολύμηνη και άνιση μάχη με τον καρκίνο».

Η βιογραφία της

Η Πόλυ Πάνου γεννήθηκε στην Αθήνα στις 28 Οκτωβρίου 1940, όμως μεγάλωσε στην Πάτρα. Το πραγματικό της όνομα ήταν Πολυτίμη Μπίθα (κατά άλλους Πολυτίμη Κολιοπάνου).

(Ένα σφάλμα έκανα)

Η ιστορία της ξεκινά όταν μαθήτρια ακόμα του δημοτικού κάνει σκασιαρχείο από το σχολείο και πηγαίνει στα Ψηλαλώνια της Πάτρας, για να ακούσει τα καινούργια τραγούδια της εποχής.

Στην ηλικία των 10 ετών εντυπωσιάζει με τις φωνητικές της ικανότητες, όταν στο μαγαζί όπου εμφανιζόταν ο Σταύρος Τζουανάκος ανεβαίνει στο πάλκο και τραγουδά το «Συλβάνα, Συλβάνα μου τρελή, πεθαίνω για ένα σου φιλί».

Αργότερα, κρυφά από τους γονείς της, συμμετέχει σ’ έναν διαγωνισμό ταλέντων της πόλης, στον οποίο ερμηνεύει το τραγούδι «Μητέρα» του Φώτη Πολυμέρη και διακρίνεται ανάμεσα σε 260 παιδιά, κερδίζοντας το πρώτο βραβείο. Οι εφημερίδες τότε γράφουν για τη «μικρή Πατρινοπούλα, το παιδί θαύμα που πήρε το πρώτο βραβείο».

(Τι σου ‘κανα και πίνεις)

Έναν χρόνο μετά τον διαγωνισμό, βρίσκεται στην Πάτρα για εμφανίσεις ο νεαρός τότε και ταλαντούχος Γρηγόρης Μπιθικώτσης.

Η τραγουδίστρια του συγκροτήματός του τούς είχε εγκαταλείψει και ο Γρηγόρης έψαχνε εναγωνίως τραγουδίστρια να την αντικαταστήσει. Τότε, τυχαία σε ένα κουρείο της γειτονιάς της, έμαθε για τη μικρή Πολυτίμη με το «χρυσό λαρύγγι», όπως την αποκαλούσε και ο ίδιος.

Έτσι, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης τη βρήκε, την άκουσε να τραγουδά τα «βαριά» του Τζουανάκου, τραγούδια ανατολίτικα αλλά και του Πολυμέρη και αμέσως τότε της ζήτησε να τον ακολουθήσει. Ταξίδεψαν μαζί στην Πάτρα, στο Αγρίνιο και μετά στην Αθήνα, στα δισκογραφικά στούντιο της Columbia, ενώ η Πόλυ Πάνου ήταν πάντα με τη συνοδεία της μητέρας της, παρά την αντίθετη γνώμη του πατέρα της.

Ο τότε παραγωγός της Columbia, έχοντας μεσολαβήσει ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης για την ακρόαση και εντυπωσιασμένος από τη σπάνια φωνή της, του είπε: «Γρηγόρη μου, μου ‘φερες μια Βέμπο του λαϊκού τραγουδιού!».

«Εγώ, πριν απ’ όλα, για τον εαυτό μου τραγούδησα, τραγουδούσα, τραγουδάω. Σ’ εμένα έδινα και δίνω πάντα λογαριασμό. Χωρίς τρακ, χωρίς τίποτα. Είχα κι έχω πάντα μεγάλο, πολύ μεγάλο πάθος. Το αγάπησα πολύ το λαϊκό τραγούδι. Και μπήκα μέσα κι έδωσα όλον μου τον εαυτό. Του Γρηγόρη Μπιθικώτση, το χαρτί που μου ‘δωσε, εγώ δεν το ‘καψα. Δεν υπήρχε περίπτωση να το κάψω!» είχε δηλώσει πριν από πολλά χρόνια σε συνέντευξή της η σπουδαία τραγουδίστρια.

Μπήκε στη δισκογραφία με το «Πήρα τη στράτα την κακιά» (1952) του Μπιθικώτση. Συνέχισε με το «Να πας να πεις της μάνας μου» του Ζαμπέτα και «Τα αδέλφια δεν χωρίζουνε», «Τα λιμάνια», «Το δαχτυλίδι», «Άλλα μου λεν τα μάτια σου», «Ένα σφάλμα έκανα», «Εσένα δεν σου άξιζε αγάπη», «Ο κόσμος όλος με κατακρίνει» και άλλα.

Ίδρυσε, αρχικά μαζί με τον Πάνο Γαβαλά, τη δισκογραφική εταιρεία «Βεντέτα». Σημειώνεται ότι η Πόλυ Πάνου ήταν η πρώτη που τραγούδησε τα «Παιδιά του Πειραιά», που έγινε αργότερα διεθνής επιτυχία.

Η σημαντική αυτή ερμηνεύτρια τραγούδησε πολλά από τα καινούργια τραγούδια όλων των κορυφαίων λαϊκών συνθετών της δεκαετίας του ’50. Ήταν η εποχή, άλλωστε, ανάδειξης μίας νέας γενιάς. Η Πόλυ Πάνου θα αναδειχθεί παράλληλα με τον Στέλιο Καζαντζίδη, τον Πάνο Γαβαλά, την Καίτη Γκρέυ και τη Γιώτα Λύδια. Ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Απόστολος Καλδάρας, ο Γιώργος Μητσάκης, ο Θόδωρος Δερβενιώτης και ο Μπάμπης Μπακάλης θα της γράψουν τα καινούργια τραγούδια με τα οποία θα αναδειχθεί στη δισκογραφία και στο πάλκο. Πολλά απ’ αυτά θα αντέξουν να τραγουδιούνται μέχρι και σήμερα.

Το «Μες στην πολλή σκοτούρα μου» και το «Παίξε Χρήστο το μπουζούκι» του Βασίλη Τσιτσάνη, «Φέρτε μια κούπα με κρασί», «Ό,τι βρέξει ας κατεβάσει» του Απ. Καλδάρα, «Σβήσε το φως να κοιμηθούμε» του Γιάννη Παπαϊωάννου, «Πάρε το δαχτυλίδι μου», «Καυγαδάκι» του Μητσάκη, «Άλλα μου λεν τα μάτια σου», «Ένα σφάλμα έκανα» του Δερβενιώτη, «Εσένα δεν σου άξιζε αγάπη», «Τα αδέλφια δεν χωρίζουνε», «Άσε πρώτα να ξεχάσω» του Καλδάρα, «Τα λιμάνια» του Τσιτσάνη και πολλά άλλα υπήρξαν σταθμός στην καλλιτεχνική της πορεία.

Δισκογραφία:

1968: Πάμε σε κέντρα κοσμικά
1971: Σήμερον σ’ αυτόν τον δίσκο
1974: Τελεία και παύλα, Λαϊκές αναμνήσεις
1976: Ο έρωτας δεν είναι αμαρτία
1977: 14 χρυσές επιτυχίες, Και τώρα μόνη
1979: Επικίνδυνη αγάπη
1982: Αξέχαστες επιτυχίες
1985: Τι να μας κάνει μια ζωή
1987: Δυο δυο
1990: Παράνομη αγάπη
1992: Επιτυχίες 1957-1967
1994: Δισκογραφία Τσιτσάνη Νο8 Cd 1
1996: Μέσα από τις 45
1997: Μεγάλες επιτυχίες
2000: Αυτά που ήθελα να πω
2007: Από τις 78 στροφές 2 cd
2009: Τα πορτρέτα της MINOS- EMI No2
2011: Οι αυθεντικές φωνές του λαϊκού τραγουδιού Cd10, 32 μεγάλες επιτυχίες Cd1.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης