Έναν χρόνο ακριβώς μετά τη δολοφονία του 25χρονου Νίκου Μουστάκα, στον λόφο Φιλοπάππου, οι δύο από τους τρεις κατηγορουμένους κάθισαν στο εδώλιο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας. 

Ο τρίτος κατηγορούμενος, ένας ανήλικος Πακιστανός, έχει ήδη καταδικαστεί σε κάθειρξη 10 ετών.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι γονείς του 25χρονου καταθέτοντας στο δικαστήριο εξέφρασαν την πεποίθησή τους ότι όλοι οι δράστες (δύο Πακιστανοί και ένας Ιρακινός) είχαν πρόθεση να σκοτώσουν το παιδί τους κι όχι μόνο να το ληστέψουν. 

Τόσο ο 29χρονος Πακιστανός όσο και ο 26χρονος Ιρακινός, οι οποίοι δικάζονται για ανθρωποκτονία από πρόθεση και ληστεία, φέρονται πως είχαν διαπράξει τουλάχιστον άλλες 12 επιθέσεις με πανομοιότυπο τρόπο, στην ίδια περιοχή. 

Με την έναρξη της διαδικασίας ο 29χρονος Πακιστανός παραδέχθηκε την εμπλοκή του στην υπόθεση της δολοφονίας, υποστηρίζοντας ωστόσο ότι δεν έσπρωξε τον άτυχο 25χρονο, αλλά πήγε να του πάρει το κινητό και τα λεφτά που είχε πάνω του, ενώ αρνήθηκε τη συμμετοχή του στις άλλες ληστείες. Την ίδια ώρα ο συγκατηγορούμενός του Ιρακινός αρκέστηκε στο να πει πως «όταν έρθει η ώρα, θα μιλήσω».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Καταθέτοντας στο δικαστήριο, ο πατέρας του αδικοχαμένου νέου εξήγησε πως ο γιος του είχε μια στρωμένη ζωή όταν δολοφονήθηκε, πέφτοντας από γκρεμό ύψους 25 μέτρων από τον λόφο του Φιλοπάππου. 

«Είχε φύγει 21 εδώ από την Ελλάδα, ζούσε και εργαζόταν τέσσερα χρόνια στη Σκωτία, πήγε για να φτιάξει τη ζωή του. Πέρυσι όλα ήταν στρωμένα για αυτόν, είχε άδεια και σε τρεις ημέρες θα έφευγε για να επιστρέψει στη Σκωτία. Ο γιος μου πήγε με μια φίλη στου Φιλοπάππου, ήταν απόγευμα προς βραδάκι, ήρθε κάποιος και τους ζήτησε τσιγάρο, ο γιος μου είπε δεν έχω τσιγάρα μαζί μου, αυτός έφυγε και όταν έφυγε και ο κόσμος που βρισκόταν στο σημείο, ξαναγύρισε μαζί με άλλους δύο, ο ένας έσπασε ένα μπουκάλι, ο άλλος τον απειλούσε με μαχαίρι και ο ανήλικος κρατούσε την κοπέλα για να πάρει ό,τι είχε πάνω της. Κι εγώ διερωτώμαι, ο γιος μου ήταν 1,77, αυτοί οι δύο δεν μπορούσαν να του πάρουν ό,τι είχε πάνω του αντί να τον σκοτώσουν; Τον έσυραν μέχρι τον γκρεμό κι έπεσε το παιδί. Ο ένας είχε άσυλο (Πακιστανός), δεν ξέρω πώς του δόθηκε, τον πλήρωναν 400 ευρώ, είχε σπίτι. Αυτό το κόλπο με το τσιγάρο ήταν προσχεδιασμένο προκειμένου να κάνουν επόπτευση του χώρου. Πιστεύω ακράδαντα ότι είχαν πρόθεση να τον σκοτώσουν, ο Πακιστανός πήγαινε εκεί κάθε μέρα, τον ήξερε καλά τον χώρο».

Τη βεβαιότητα για την ανθρωποκτόνο πρόθεση των δραστών εξέφρασε καταθέτοντας και η μητέρα του 25χρονου.

«Μας είπε η κοπέλα πως, όταν έφυγε ο κόσμος, τους προσέγγισαν δύο άτομα, μελαμψοί, ένας κοντός κι ένας μεσαίος, και τους ζήτησαν τσιγάρο. Τους απάντησε ο γιος μου ότι δεν είχαν τσιγάρα, αυτοί δυσαρεστήθηκαν, κάθισαν 2-3 λεπτά κι έφυγαν. Μετά από λίγο επέστρεψαν, ήταν τρεις και έσπασαν ένα μπουκάλι. Ο ένας κρατούσε ένα μπουκάλι σπασμένο και ένα μαχαίρι. Βίωσαν τον απόλυτο φόβο, η Πορτογαλίδα μού είπε ότι από εκείνη τη στιγμή φοβήθηκαν πως θα πεθάνουν.

»Εγώ μέχρι να πεθάνω θα αναρωτιέμαι το εξής: γιατί δεν μπόρεσαν να ληστέψουν και έπρεπε να σκοτώσουν κιόλας. Όταν ήρθαν και είχαν το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού, ήταν τρεις, ο γιος μου ήταν μέτριος και σαν κλωναράκι. Η ομάδα δρούσε με απόλυτη ψυχραιμία. Είχαν πάει όχι μόνο για να ληστέψουν αλλά για να σκοτώσουν. Επειδή έβλεπε ότι ήταν ιδιαίτερα βίαιοι και απειλητικοί, ο Νίκος τούς είπε να ηρεμήσουν.

»Τον έπιασαν από την μπλούζα και τον πήγαν σηκωτό προς τον λαιμό, ο γιος μου ήταν στην πλάτη με τον γκρεμό. Δεν μπορούσε να πάει μόνος του πίσω-πίσω, είναι βραχώδες, θα έπεφτε, τον πήγαιναν σηκωτό. Γιατί ήταν δύο και σωματώδεις. Είχε όλο το μέλλον μπροστά του, μια πολύ καλή δουλειά, δεν θα διακινδύνευε για 70 ευρώ και ένα κινητό τηλέφωνο. Τον οδήγησαν στον γκρεμό για να τον φοβίσουν, όμως όταν έφτασαν στον γκρεμό, ήξεραν τι είχε από κάτω, εκεί δρούσαν, ήταν τα λημέρια τους, ήταν συνειδητό και προμελετημένο το σχέδιο. Πήγαιναν, ρωτούσαν για τσιγάρο, βολιδοσκοπούσαν και έπειτα φώναζαν τον τρίτο.

»Βλέποντας τους σταυρούς στον λαιμό τούς τράβηξαν και έδωσαν μια και έσπρωξαν το παιδί στο κενό. Στην τελική πράξη του δράματος. Αντί να τον βάλουν κάτω, τον έσπρωξαν στον γκρεμό. Εύχομαι καμία μητέρα να μη σκέφτεται αυτά που εγώ σκέφτομαι κάθε βράδυ. Εμείς, δύο γονείς ερείπια, χωρίς καμία χαρά μέσα στο σπίτι, η κόρη μου πέντε χρόνια μικρότερη σπουδάζει ιατρική στην Κρήτη και προσπαθούμε να τη συνεφέρουμε.

»Οι άνθρωποι ήρθαν εδώ, τους καλοδέχτηκαν, ο ένας έπαιρνε και επίδομα του πρόσφυγα και έλεγε γιατί να δουλεύω; Και ο γιος μου, όταν πήγε στη Σκωτία, υπέστη ειρωνείες για τη γλώσσα και για το ότι ήταν Έλληνας, αλλά δεν σύστησε συμμορία να σκοτώσει τους Σκωτσέζους, γιατί να το κάνουν αυτό; Ο γιος μου πού βρίσκεται τώρα; Είχαν απόλυτη υπεροχή, επιτέθηκαν με τόση βία, που είχε ως γνώμονα την ανθρωποκτονία. Τελούσαν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Η αντίστασή του ήταν για να ζήσει, τους εκλιπαρούσε να ηρεμήσουν. Το ύψος είναι 25 μέτρα, σαν εξαώροφη πολυκατοικία. Πιστεύω ακράδαντα ότι με το που πήραν τους σταυρούς του Νίκου τελείωσε, δεν με κοιτάνε στα μάτια γιατί είναι θρασύδειλοι. Αν και οπλισμένοι και σωματώδεις, τα έβαλαν με ένα κλαράκι γιατί είναι θρασύδειλοι». 

Τις τραγικές στιγμές που έζησε τη νύχτα του Δεκαπενταύγουστου του 2018 περιέγραψε και η 24χρονη Πορτογαλίδα που ήταν μαζί με τον 25χρονο στου Φιλοπάππου, αναγνωρίζοντας στα πρόσωπα των δύο κατηγορουμένων τους δράστες που τους επιτέθηκαν τη μοιραία βραδιά. 

«Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι είναι αυτοί οι δύο άνδρες που είναι στην αίθουσα. Ήρθαν από πίσω μας και οι τρεις. Ήταν στα πέντε μέτρα από την πλάτη μας και από εκεί και πέρα μας ανακοίνωσαν τι θα γινόταν. Ο Ιρακινός έσπασε το μπουκάλι στο έδαφος και μας ζήτησε να δώσουνε όλα τα πράγματά μας. Ο Πακιστανός πήγε στον Νίκο με μαχαίρι πολύ κοντά στην κοιλιά του και ο Ιρακινός μάς κράτησε από τους ώμους για να μη σηκωθούμε. Το τρίτο άτομο (ανήλικος) έψαχνε την τσάντα μου, με ρωτούσε πού είναι το κινητό και τα χρήματά μου και αφαιρούσε πράγματα από την τσάντα. Ο Νίκος σηκώθηκε, αυτοί ζητούσαν συνέχεια το κινητό και προσπαθούσαν να αφαιρέσουν πράγματα. Ο Ιρακινός πήρε το κινητό μου από την τσέπη μου. Όταν σηκώθηκε, οι δύο τον άρπαξαν και τον ταρακουνούσαν και άρχισαν να τον τραβάνε προς τον γκρεμό. Τον είχαν με την πλάτη προς τον γκρεμό και τον έσπρωχναν και ο Πακιστανός είχε το μαχαίρι συνεχώς στην κοιλιά του Νίκου. Σταμάτησαν στην άκρη του γκρεμού για 5 δευτερόλεπτα, εγώ φώναζα στον Νίκο και όταν ξανακοίταξα, είδα τον Νίκο να πέφτει. Μετά σταμάτησαν δύο δευτερόλεπτα και άρχισαν να τρέχουν. Ο τρίτος συνέχισε να ψάχνει την τσάντα και έφυγε. Γνωρίζω ότι είχε αλυσίδες, δεν μπορούσα να δω αν του τις τραβήξαμε. Φώναξα βοήθεια ακόμα και από τους κατηγορουμένους γιατί δεν θα μπορούσα να πιάσω μόνη μου τον Νίκο. Ήταν σίγουροι για τις κινήσεις τους, ήξεραν τι έκαναν. Φοβήθηκα για τη ζωή μου. Όταν ήρθαν, τους έλεγε ο Νίκος δεν υπάρχει λόγος να το κάνετε αυτό. Τους παρακαλούσε να μην τον σπρώχνουν προς τον γκρεμό. Τον κρατούσαν καθ’ όλη τη διάρκεια ακόμα και στην άκρη του γκρεμού. Αν ήθελαν, θα μπορούσαν να τον έχουν κρατήσει να μην πέσει».

Η δίκη συνεχίζεται.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης