Ανταπόκριση από Στρασβούργο – Νίκος Ρούσσης

Με σημερινή του απόφαση, το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου, καταδίκασε την Ελλάδα, για αποκάλυψη της ταυτότητας και των ιατρικών δεδομένων ιερόδουλων φορέων του AIDS.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η περίπτωση του Ο.Γ. και Άλλοι κατά Ελλάδος (αιτήσεις αρ. 71555/12 και 48256/13) αφορούσαν τη δημοσίευση, με απόφαση των ημεδαπών αρχών, ιατρικών στοιχείων που αφορούσαν ιερόδουλες που είχαν διαγνωστεί ως οροθετικές και τα στοιχεία τους δημοσιεύθηκαν στα μέσα ενημέρωσης.

Αφορούσε επίσης τις συνθήκες που έπρεπε να υποβληθούν σε εξέταση αίματος.

Στη σημερινή απόφαση του Τμήματος 1 εν προκειμένω, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έκρινε ομόφωνα, ότι υπήρξαν δύο παραβάσεις: παραβίαση του άρθρου 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, όσον αφορά δύο αιτούντες, λόγω των εξετάσεων αίματος που τους είχαν ζητηθεί.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το Δικαστήριο έκρινε ότι τα δείγματα αίματος που επιβλήθηκαν σε δύο αιτούντες αποτελούσαν παρέμβαση στην ιδιωτική τους ζωή και σημείωσε ότι αυτό δεν ήταν σύμφωνο με το νόμο κατά την έννοια του άρθρου 8 της Σύμβασης, δεδομένου ότι οι επίμαχες διατάξεις εσωτερικού δικαίου θα έπρεπε να ήταν προβλέψιμες όσον αφορά τις επιπτώσεις τους για τους προσφεύγοντες.

Ειδικότερα, το Δικαστήριο σημείωσε ότι καμία από τις διατάξεις που ανέφερε η κυβέρνηση δεν ήταν ικανή να δικαιολογήσει την ιατρική παρέμβαση, που είτε έγινε από αστυνομικούς είτε από γιατρούς, όπως αυτή που επιβάλλεται στους ενδιαφερόμενους αιτούντες. – παραβίαση του άρθρου 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης όσον αφορά τέσσερις αιτούντες, λόγω της δημοσίευσης στοιχείων που τους αφορούν.

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η δημοσίευση των δεδομένων των τεσσάρων προσφευγουσών ανερχόταν σε δυσανάλογη παρέμβαση στο δικαίωμά τους στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής.

Τα ονόματα αυτών των αιτούντων και φωτογραφίες και η πληροφορία ότι ήταν οροθετικοί, είχαν μεταφορτωθεί στην αστυνομία ιστοσελίδα του τμήματος και μεταδόθηκαν από τα μέσα ενημέρωσης, και ο εισαγγελέας δεν είχε επιχειρήσει να καθορίσει εάν άλλα μέτρα, ικανά να εξασφαλίσουν λιγότερη έκθεση των αιτούντων στα μέσα ενημέρωσης, θα μπορούσαν έχουν ληφθεί στις περιπτώσεις τους.

Τέλος, το Δικαστήριο αποφάσισε να διαγράψει τμήματα των αιτήσεων από τον κατάλογό του όταν αφορούσαν πέντε αιτούντες, τέσσερις από τους οποίους είχαν πεθάνει. Απέρριψε επίσης τις καταγγελίες ορισμένων προσφευγόντων ως εκκρεμείς του χρόνου ή για τη μη εξάντληση των εγχώριων ένδικων μέσων.

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ελλάδα έπρεπε να καταβάλει συνολικά 70.000 ευρώ (EUR) στους ενδιαφερόμενους προσφεύγοντες (δηλαδή 20.000 ευρώ έκαστος στους προσφεύγοντες που απαριθμούνται στους υπ’αριθμ. 1 και αρ. 6 της απόφασης, και 15.000 ευρώ σε καθέναν από τους αιτούντες που αναφέρονται ως αρ. 2 και 7) για ηθική βλάβη.

Οι αιτούντες είναι έντεκα Έλληνες υπήκοοι που γεννήθηκαν μεταξύ 1976 και 1986. Δέκα από τους αιτούντες ήταν ιερόδουλες που είχαν διαγνωστεί ως οροθετικές. ο υπόλοιπος αιτών ήταν η αδερφή μιας ιερόδουλης.

Στο πλαίσιο αστυνομικής επιχείρησης στο κέντρο της Αθήνας, ιερόδουλες, μεταξύ των οποίων δέκα από τους αιτούντες, συνελήφθησαν από την αστυνομία σε διαφορετικές ημερομηνίες το 2012. Έπρεπε να υποβληθούν σε ταυτότητα έλεγχος, ιατρικός έλεγχος για σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα και εξετάσεις αίματος που το επιβεβαίωσαν

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης