Δύο γυναίκες από τα σημαίνοντα αν όχι από τα αρχηγικά μέλη του κυκλώματος των εκβιαστών και «κολλητές» της φερόμενης ως αρχηγού «Νάνσυ», πήραν το δρόμο για την φυλακή, χθες Τετάρτη, μετά την απολογία τους στον ανακριτή.
Η μια εκ των δύο είναι η 63χρονη αρχιτέκτονας – μηχανικός, υπάλληλος της Υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Αττικής, Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας και Κυκλάδων η οποία μάλιστα κατείχε υψηλόβαθμη θέση και φέρεται να διαδραμάτιζε κομβικό ρόλο στη λειτουργία της οργάνωσης ενώ ήταν και από τα πιο ακριβοπληρωμένα μέλη της.
Πιο συγκεκριμένα, η 63χρονη Α.Μ. ήταν απαραίτητη για το κύκλωμα καθώς συμμετείχε ως εισηγήτρια στα συμβούλια που διαχειρίζονταν αιτήματα επιχειρηματιών για οικοδομικές εργασίες σε κτήρια που ενέπιπταν στην Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων όπου εργαζόταν. Συγκεκριμένα, πολλοί από τους «προστατευόμενους» της εγκληματικής οργάνωσης είχαν υπό κατασκευή καταστήματα, ξενοδοχεία και σπίτια στο κέντρο της Αθήνας αλλά και σε νησιά που ενέπιπταν στις αρμοδιότητες της Α.Μ., όπως η Μύκονος όπου έκανε τα «στραβά μάτια» σε κατάστημα γνωστής φίρμας ρούχων, και σε άλλα νησιά των Κυκλάδων.
Σύμφωνα με τις Αρχές, η 63χρονη Α.Μ. λάμβανε εντολές από την «Νάνσυ» και συνέτασσε ψευδείς βεβαιώσεις για παράνομες εργασίες των «πελατών» τους ενώ την ενημέρωνε για τις εκκρεμείς υποθέσεις τους. Παράλληλα, προσπαθούσε να επηρεάσει και τα υπόλοιπα μέλη του συμβουλίου για να εξυπηρετηθούν οι σκοποί της οργάνωσης. Μάλιστα, για κάθε μια από τις υποθέσεις που διεκπεραίωνε λάμβανε από 6.000 έως 10.000 ευρώ.
Εκτός από την 63χρονη στην φυλακή οδηγήθηκε εχθές και ακόμη μια από τις γυναίκες της οργάνωσης, η 56χρονη Α.Π., υπάλληλος της Περιφερειακής Ενότητας Κεντρικού Τομέα Αθηνών και πιο συγκεκριμένα της Διεύθυνσης Υγειονομικού Ελέγχου και Περιβαλλοντικής Υγιεινής. Λόγω της θέσης της στην συγκεκριμένη υπηρεσία είχε «επιφορτιστεί» με την αρμοδιότητα να πραγματοποιεί ελέγχους σε καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος και, πάντα με τις οδηγίες της φερόμενης ως αρχηγού, «Νάνσυ», να επισκέπτεται στοχευμένα καταστήματα και με πρόσχημα την διαπίστωση παραβάσεων να αναγκάζει τους επιχειρηματίες είτε να ζητήσουν την προστασία της οργάνωσης είτε να καταβάλουν τα χρωστούμενα χρηματικά ποσά σε αυτή.
Όταν βέβαια επρόκειτο για καταστήματα που «προστατεύονταν» από την οργάνωση, η Α.Π. φρόντιζε να συντάσσει ψευδείς βεβαιώσεις αναφορικά με τους ελέγχους ή να μην τα επισκέπτεται καν και να εξασφαλίζει από την «Νάνσυ» αποδείξεις για να βεβαιώνει ψευδώς ότι πραγματοποίησε τους ελέγχους.
Εντύπωση πάντως προκαλεί ότι οι δικηγόροι όλων των κατηγορουμένων της σπείρας των εκβιαστών δεν ήθελαν να κάνουν κάποια δήλωση στους δημοσιογράφους ενώ με τη στάση τους έδειξαν ότι δεν θέλουν καμία επαφή μαζί τους, προφανώς κατόπιν προτροπής των εντολέων τους.