Ο Άρειος Πάγος έβαλε τέλος σε ένα μακροχρόνιο δικαστικό θρίλερ το οποίο προσομοιάζει σε ταινία τρόμου. Ο καταδικασθείς καθηγητής – λέκτορας του ΑΠΘ είχε προσφύγει με αίτηση αναίρεσης στον Άρειο Πάγο για την ποινή της ισόβιας καθείρξεως, που του είχε επιβληθεί για τη δολοφονία της συζύγου του και της γιαγιάς της. Ο Άρειος Πάγος δέχτηκε ότι ήταν αιτιολογημένη η απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης που καταδίκασε με την ανωτέρω ποινή τον καθηγητή του ΑΠΘ. Κίνητρό του αποτέλεσε η ερωμένη που είχε η οποία κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα ήταν φοιτήτριά του. Το άλλοθι του περί δήθεν δηλητηρίασης από αρσενικό στα νερά των Γεωπονικών κατέρρευσε διότι δεν έχει σημειωθεί ποτέ θάνατος στην Ελλάδα από δηλητηρίαση εξαιτίας ύδατος. Οι ελπίδες του για ευνοϊκή μεταχείριση φυλλορρόησαν καθώς όπως δέχτηκε το δικαστήριο ήταν άνθρωπος χωρίς ηθικές αναστολές, ο οποίος είχε επιδείξει και στο παρελθόν συμπεριφορά η οποία δεν δικαιολογεί ελαφρυντικό.
Το χρονικό της πολύκροτης υπόθεσης που είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο
Ήταν το καλοκαίρι του 2013 όταν πρώτα η γιαγιά της συζύγου και μετά η σύζυγος ξεψυχούσαν με συμπτώματα οξείας δηλητηρίασης από αρσενικό. Οι γιατροί αν και υποψιάζονταν, δεν ήταν σε θέση να πιστέψουν ότι κάποιος από το περιβάλλον της θανούσας θα τις είχε δηλητηριάσει. Ο καθηγητής -λέκτορας του ΑΠΘ, όπως αναφέρθηκε στο δικαστήριο, από τις πρώτες μέρες του θανάτου της συζύγου του δεν προσιδίαζε σε άνθρωπο που έχασε την γυναίκα του. Μάλιστα, προσπάθησε να αποσείσει την ευθύνη γιατί θα αποποιούνταν το κληρονομικό δικαίωμα. Εκ των υστέρων θα αποτελούσε ακόμα ένα άλλοθι για να δείξει με το δάχτυλο άλλο πρόσωπο το οποίο είχε δήθεν οικονομικό κίνητρο να σκοτώσει την θανούσα. Κατά την ακροαματική διαδικασία, διατράνωνε ότι «κανείς δεν με είδε να τις δηλητηριάζω» αλλά ποτέ δεν είπε, «την αγαπούσα», ούτε ότι «δεν θα σκότωνα ποτέ την γυναίκα μου».
Τελικά το δικαστήριο βασιζόμενο στις καταθέσεις των έμπειρων τοξικολόγων, Νικόλαου Ράϊκου και Λήδας Κοβάτση δέχτηκε ότι υπήρξαν τεράστιες ποσότητες αρσενικού, οι οποίες δεν δικαιολογούνται ούτε από το νερό, ούτε από το φαγητό. Μάλιστα, αποδείχτηκε ότι χορηγούνταν αρσενικό ακόμα και όσο η θανούσα ήταν κλινήρης στο νοσοκομείο «Παπαγεωργίου», όπου ξεψύχησε.
Τι δηλώνει στη «Ζούγκλα» ο συνήγορος της οικογένειας των θυμάτων Κωνσταντίνος Χατζηιωάννου
Ο συνήγορος υποστήριξης των κατηγοριών, ο οποίος ανέλαβε τον δύσκολο ρόλο υποστήριξης των θυμάτων, Κωνσταντίνος Χατζηιωάννου, Διδάκτωρ Νομικής, δηλώνει επί του θέματος στη «Ζούγκλα»:
«Μετά από δίκες ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου και του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης που εξέτασαν εξονυχιστικά όλα τα επιχειρήματα του κατηγορουμένου, έρχεται ο Άρειος Πάγος και επικυρώνει αμετακλήτως την καταδίκη του κατηγορουμένου. Μετά την αμετάκλητη καταδίκη του κατηγορουμένου ουδείς μπορεί να ομιλεί για τεκμήριο αθωότητας. Πρέπει να καταστεί σαφές ότι παρά την αγωνιώδη προσπάθειά του να καταρρίψει τις κατηγορίες, οι αρμόδιοι δικαστές τόσο σε επίπεδο ουσίας και στους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, όσο και σε αναιρετικό επίπεδο, κατέρριψαν όλους τους ισχυρισμούς του. Η προσπάθειά του να πείσει το δικαστήριο ότι δεν υπήρξε κάποιο λογικό κίνητρο, αντικρούεται από το γεγονός ότι είχε ερωτικό δεσμό, τον οποίο απέκρυψε από τις αρμόδιες αρχές για να μην καταφανεί το λογικό κίνητρο των ανθρωποκτονιών. Το επιχείρημα του ότι τα θύματα πέθαναν από αρσενικό που βρίσκεται στο νερό καταρρίφθηκε επιστημονικά και τεκμηριωμένα, δεδομένου ότι η οξεία δηλητηρίαση από αρσενικό σε νερό που οδηγεί σε θάνατο εντοπίζεται ενδεχομένως στο Πακιστάν αλλά όχι στην Ελλάδα του 21ου αιώνα. Επίσης η προσπάθεια του να ενοχοποιήσει τρίτα πρόσωπα απορρίφθηκε με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, δεδομένου ότι αυτός που έπρεπε να κλάψει για την σύζυγό του, δήλωσε ότι θα αποποιηθεί την περιουσία για να ενοχοποιήσει στην συνέχεια πρόσωπα που είχαν κληρονομικό δικαίωμα.
Το γεγονός πως φώναζε ότι κανείς δεν τον είδε να βάζει το αρσενικό, καταρρίπτεται από τις καταθέσεις των δύο τοξικολόγων που κατέθεσαν ότι εμφανίζεται αλματώδης εκτόξευση του αρσενικού στο βιολογικό υλικό που λήφθηκε ακόμα και εντός του νοσοκομείου όπου νοσηλευόταν η γυναίκα του, σε χρονικό διάστημα όπου πρόσβαση στο θύμα είχε μόνο ο ίδιος, λιγοστά μέλη της οικογένειας της και το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό. Πρόκειται για πρωτοφανή για τα ελληνικά δεδομένα υπόθεση, η οποία πρέπει να αποτελέσει οδηγό για επόμενες υποθέσεις».