Ποιο είναι το μυστικό που έχει ο Βασίλης και κρατά από το 1989 την ίδια ποιότητα και γεύση;

Ποιος μετά από ξενύχτι δεν έχει κάνει στάση πριν το σπίτι του για να γευτεί ένα βρόμικο. Ένα σάντουιτς που δεν θα μπορεί να κλείσει, με το ψητό του κρέας, με το λιωμένο του τυρί με τις ντομάτες να δίνουν δροσιά και τις καυτές πατάτες να ξεχειλίζουν από το ψωμάκι.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Ρεπορτάζ: Λευτέρης Χ. Θεοδωρακόπουλος
Φωτογραφίες: Γιώργος Δαγαλάκης

Όπως και να έχει το σάντουιτς από την καντίνα είναι ιεροτελεστία. Δεν είναι απλά το θεσπέσιο γεμάτο θερμίδες αλλά γευστικό φαγητό, είναι η παρέα που το συνοδεύεις, οι κουβέντες που ανταλλάζεις, όλο αυτό το vibe.

Η «Ζούγκλα» σας ξεναγεί σε μια από τις κορυφαίες καντίνες της Δυτικής Αττικής, στο Περιστέρι στη συμβολή των οδών Θηβών και Πελασγίας. Εκεί ο Βασίλης και ο Νίκος φτιάχνουν κάθε βράδυ σάντουιτς από το 1989. Οι ουρές έξω από το μικρό τους τροχόσπιτο είναι μεγάλες. Και δεν νοείται κάτοικος της περιοχής να μην έχει κάνει πρωτοχρονιά ή Χριστούγεννα έξω από την καντίνα του Βασίλη.

 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Η συνταγή μου είναι ότι τα έχω ίδια υλικά, 35 χρόνια που έχω ανοίξει την καντίνα. Δεν αλλάζω υλικά… Ο κόσμος με τιμά, έχω πελάτες που έχουν πάει 60 χρονών και 70 χρονών και έρχονται ακόμη και αυτοί αλλά και τα παιδιά τους. Είναι το 60% του πελατολογίου μου και αυτό το γεγονός με συγκινεί πάρα πολύ. Ο κόσμος μας αγαπάει. Τόσα χρόνια μετά έχουμε γίνει φίλοι. Δεν είναι μόνο το σάντουιτς αλλά θα μας πούνε για τις χαρές τους, για τις λύπες τους, για τους προβληματισμούς τους. Έχουμε χτίσει μια πολύ δυναμική σχέση όλα αυτά τα χρόνια», λέει χαρακτηριστικά ο Βασίλης μιλώντας στη «Ζούγκλα».

«Έρχονται από Βουλιαγμένη»

Για να γευτούν το σάντουιτς από την μικρή καντίνα, η οποία είναι «αγκυροβολημένη» σε μια άκρη της λεωφόρου Θηβών έρχονται από όλες τις περιοχές της Αθήνας. «Με ξέρουν οι πάντες, τόσα χρόνια που είμαι εδώ ακούω μόνο θετικά σχόλια. Κόσμος έρχεται από παντού. Έχω πελάτη από Βουλιαγμένη που έρχεται σχεδόν κάθε βράδυ εδώ για να γευτεί το σάντουιτς μου. Έχω και γνωστούς πελάτες αθλητές, ηθοποιούς…», τονίζει στη «Ζούγκλα» ο ιδιοκτήτης της επιβλητικής καντίνας.

 

Μια καθάρια… ντομπροσύνη

Στο πρόσωπο του κανείς συναντά μια παλιά Ελλάδα, που η ντομπροσύνη ήταν αυτή που την χαρακτήριζε. Ο Βασίλης είναι ιδιαίτερα φειδωλός αλλά είναι πάντα χαμογελαστός. Έχει μάθει να ακούει και να σέβεται τον κόσμο. Είναι «καθαρός» ως άνθρωπος. Παρότι ζει από τα βρόμικα, αυτός είναι «καθαρός» και τα σάντουιτς του είναι και αυτά… καθαρά.

Ο Νίκος είναι δίπλα στον Βασίλη, βοηθός του, ψήστης. Ψήνει μαζί του κάθε βράδυ. Στα λίγα τετραγωνικά της καντίνας οι δουλειές είναι μοιρασμένες. Ο Βασίλης γεμίζει τα σάντουιτς και ο Νίκος ψήνει τα κρέατα. Ο ίδιος μιλώντας στη «Ζούγκλα» υπογραμμίζει, «είκοσι εφτά χρόνια είμαι δίπλα στον Βασίλη, είμαστε δίδυμο. Καθημερινές ψήνω και 500 σουβλάκια και κάποια Σαββατοκύριακα μπορεί και παραπάνω. Με τους πελάτες όλα αυτά τα χρόνια έχουμε γίνει φίλοι, ο κόσμος μας στηρίζει και μας αγαπά και εμείς το εισπράττουμε αυτό και προσπαθούμε να το ανταποδώσουμε όπως μπορούμε».

 

«Εδώ έχει φάει η μισή εθνική Ελλάδος»

Όταν ρωτάμε τον Νίκο ποιοι είναι οι γνωστοί που έχουν γευτεί τα ψητά του μέσα από τα σάντουιτς απαντά, «Θυμάμαι τον Ρενέ Χένρικσεν, τον Μικάλσεν, τον Μπεργκ…και τη μισή εθνική Ελλάδος να δαγκώνει το βρόμικο μας».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης