Χάνουν το δικαίωμα συνταξιοδότησης όσο χρόνο κρατούνται εντός της φυλακής οι καταδικασμένοι σε φυλάκιση άνω των 6 μηνών και μόνο αν αποφυλακιστούν, ή ανασταλεί η εκτέλεση της ποινής τους είτε με κατ’ οίκον περιορισμό και «βραχιολάκι» είτε με την υποχρέωση κοινωφελούς εργασίας, μπορούν να παίρνουν τη σύνταξη που δικαιούνται.
Αυτό προκύπτει από απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με την οποία, είναι συνταγματική και σύμφωνη με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου η αναστολή χορήγησης της σύνταξής στους ισοβίτες και στους καταδικασμένους σε ποινές άνω των 6 μηνών, για να μην υποστεί το δημόσιο διπλή οικονομική επιβάρυνση, καθώς το ίδιο διάστημα καλύπτει τις ανάγκες διαβίωσης τους μέσα στη φυλακή!
Έτσι, «παγώνει» το χρόνο της κράτησής τους, η δυνατότητα τους να εισπράττουν τη σύνταξή τους, καθώς το δημόσιο ούτως ή άλλως έχει αναλάβει για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα τις δαπάνες διαβίωσής τους. Και αυτό, όπως αναφέρει το ΣτΕ δεν είναι ούτε τιμωρητικό ούτε έχει στόχο τον …παραδειγματισμό και την αποτροπή των υπολοίπων από τη διάπραξη αξιοποίνων πράξεων. Όπως σημειώνεται στην απόφαση, η αναστολή της καταβολής της σύνταξης «δεν έχει ως κύριο σκοπό την αποτροπή των ασφαλισμένων ή συνταξιούχων από τη διάπραξη αξιόποινων πράξεων ή την εκδήλωση αποδοκιμασίας για την επιδειχθείσα εγκληματική συμπεριφορά τους ή την επιβολή σε αυτούς μιας επί πλέον κύρωσης, αλλά στοχεύει πρωτίστως στην εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος σκοπού να μην υφίσταται το κοινωνικό σύνολο τη διπλή οικονομική επιβάρυνση της καταβολής στον εκτίοντα την ποινή των συγκεκριμένων ποσών συντάξεων που αναλογούν στον χρόνο που την εκτίει και της ανάληψης από το Δημόσιο των δαπανών διαβίωσής του κατά τον ίδιο χρόνο….Ο χαρακτήρας της οικονομικής αυτής επιβάρυνσης ως διπλής δεν αίρεται εκ του ότι επιβαρύνονται με αυτήν ο ασφαλιστικός φορέας κύριας ή επικουρικής ασφάλισης και το Ελληνικό Δημόσιο, δεδομένου, άλλωστε, ότι το Ελληνικό Δημόσιο συμμετέχει διαχρονικά ποικιλοτρόπως στη συνταξιοδοτική δαπάνη. Ενόψει μάλιστα του ότι το σύνολο εκείνων των δαπανών διαβίωσης του καταδικασθέντος συνταξιούχου, που μπορεί να ανακύψουν όταν είναι έγκλειστος σε κατάστημα κράτησης, καλύπτεται από το Δημόσιο, περιλαμβανομένων και των δαπανών για ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη, καθώς και για μόρφωση, άθληση, πολιτιστικές δραστηριότητες, δημιουργική απασχόληση και επαγγελματική κατάρτιση και εκπαίδευση (άρθρα 27, 30 και 34 του Σωφρονιστικού Κώδικα, ν. 2776/1999), η καταβολή στον συνταξιούχο, ο οποίος εκτίει την στερητική της ελευθερίας ποινή άνω των 6 μηνών που του επιβλήθηκε στο κατάστημα κράτησης, των συγκεκριμένων ποσών συντάξεων που αναλογούν κατά τη διάρκεια που αυτός είναι έγκλειστος στο κατάστημα κράτησης θα χωρούσε χωρίς να συντρέχει πλέον ο δικαιολογητικός λόγος προς τούτο (εξασφάλιση στον συνταξιούχο των μέσων για αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης μετά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου), και θα μετέτρεπε τη συνταξιοδοτική παροχή από μέσο αντιμετώπισης των βιοτικών αναγκών του συνταξιούχου σε αιτία πλουτισμού του ίδιου».
Η απόφαση που εκδόθηκε από την 7μελή σύνθεση του Α΄ Τμήματος του ΣτΕ, με μεγάλη πλειοψηφία, έκανε δεκτή έκανε δεκτή αίτηση του ΕΦΚΑ για συνταξιούχο του ΙΚΑ –ΤΕΑΜ που είχε καταδικαστεί για τη δολοφονία της συζύγου του, το Μάρτιο του 2001, σε ισόβια.
Μετά από μία «Οδύσσεια» σε Διοικητικά Δικαστήρια με αντικρουόμενες αποφάσεις, ο ΕΦΚΑ προσέφυγε στο ΣτΕ κατά της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου που χαρακτήριζε αντισυνταγματική την αναστολή της συνταξιοδότησης. Τελικά, οι σύμβουλοι Επικρατείας, αναίρεσαν την εφετειακή αυτή απόφαση και ανέπεμψαν την υπόθεση για νέα κρίση στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών.