Μαχαίρι στον εργοδότη του, στον οποίο κατάφερε χτύπημα στην περιοχή της κοιλιάς, τράβηξε 35χρονος, που είχε πάει να δουλέψει ως σερβιτόρος για τη σεζόν στη Σκιάθο. Την επίθεση εκδήλωσε λίγο αφότου είχε λάβει τα δεδουλευμένα του καθώς ήθελε για τους δικούς του λόγους να φύγει από το νησί, σύμφωνα με τον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ και το ρεπορτάζ της Ελένης Χάνου. Όπως κατέθεσε ο 35χρονος,γνωρίζονταν με τον ιδιοκτήτη καφετέριας και είχαν καλές σχέσεις μέσω της συζύγου του εργοδότη του που είναι από το ίδιο χωριό με τον θύτη.
Ο κατηγορούμενος εργαζόταν στην καφετέρια ως σερβιτόρος, με εξασφαλισμένη στέγη, σε διαμέρισμα στην οδό Παπαδιαμάντη, όπου διέμενε μαζί με ένα ακόμη άτομο που επίσης εργαζόταν στην επιχείρηση. Με τον συνάδελφό του ο 35χρονος θύτης φαίνεται να μην είχαν ομαλή συγκατοίκηση. Όπως έλεγε ενώπιον του δικαστηρίου, του έπαιρνε πράγματα χωρίς να τον ενημερώσει. Είχε δηλώσει στον εργοδότη του ότι ήθελε να φύγει την περασμένη Κυριακή. Μάλιστα είχε πακετάρει και τα πράγματά του. Εκείνος φέρεται να τον παρακάλεσε να μείνει γιατί η καφετέρια είχε δουλειά και προκειμένου να βρει αντικαταστάτη. Προχθές, επιστρέφοντας στο δωμάτιό του, όπως ισχυρίστηκε, διαπίστωσε ότι του λείπουν κάποια ρούχα. Κάλεσε τον εργοδότη του να πάει στο δωμάτιο για να ανοίξουν την κλειδωμένη βαλίτσα του συναδέλφου του που εκείνη την ώρα εργαζόταν.
Ο 35χρονος ιδιοκτήτης της καφετέριας πήγε στο δωμάτιο, τον πλήρωσε τα μεροκάματα που εκκρεμούσαν, όμως αρνήθηκε να ανοίξει τη βαλίτσα ενός εργαζόμενου που μάλιστα απουσίαζε επειδή δούλευε. Κατέβηκε κάτω και έφευγε, όταν μπροστά από το κτίριο τον πρόλαβε ο 35χρονος θύτης. Είχε αρπάξει μαχαίρι από την κουζίνα του δωματίου και του κατάφερε χτύπημα στην κοιλιακή χώρα. Τον εγκατέλειψε αιμόφυρτο και τράπηκε σε φυγή. Ο 35χρονος επαγγελματίας διακομίστηκε στο κέντρο υγείας για την παροχή πρώτων βοηθειών, ενώ ενημερώθηκε η αστυνομία που εντόπισε και συνέλαβε τον δράστη.
Χθες οδηγήθηκε ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Βόλου με τη διαδικασία του αυτοφώρου για να δικαστεί για τα αδικήματα της πρόκλησης επικίνδυνης σωματικής βλάβης, παράνομης οπλοφορίας και παράνομης οπλοχρησίας. Ο ίδιος δεν αρνήθηκε ότι προέβη στη συγκεκριμένη πράξη. «Εγώ φταίω. Ήμουν συγχυσμένος. ‘Hθελα να φύγω. Δεν ξέρω πώς μου ήρθε. Τι με έπιασε. Με το παιδί (τον εργοδότη του) δεν έχω πρόβλημα. Μου φέρθηκε πολύ ωραία. Μέχρι και που μου πρότεινε να μου βρει αλλού δουλειά. Δεν έχω παράπονο. ‘Hθελα όμως να φύγω. Είχα πρόβλημα με τον συγκάτοικο. Αν είχα φύγει την Κυριακή δεν θα γινόταν τίποτα. Θόλωσα. ‘Eχασα τον έλεγχο. Χίλια συγνώμη», έλεγε ο θύτης ενώπιον του δικαστηρίου.
Ως μάρτυρας κατέθεσε ο αδερφός του θύτη, ο οποίος είπε ότι ο αδερφός του δεν είχε διαφορές με το θύμα. Όπως υποστήριξε ο αδερφός του πριν από δέκα χρόνια είχε πέσει από μπαλκόνι πρώτου ορόφου, με αποτέλεσμα να υποστεί κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και έκτοτε να έχει διαταραχθεί η ψυχική του υγεία. Ανέφερε μάλιστα ότι έχει νοσηλευτεί και σε ψυχιατρική κλινική.
Οδηγήθηκε στη φυλακή
Ο συνήγορος υπεράσπισης μάλιστα επικαλέστηκε το βεβαρυμμένο ιατρικό ιστορικό και ζήτησε από το δικαστήριο να διατάξει πραγματογνωμοσύνη, το αίτημά του όμως απορρίφθηκε. Η εισαγγελέας έδρας ανέφερε ότι ο 35χρονος θύτης δεν έχει το ακαταλόγιστο, όπως επιχείρησε να παρουσιάσει ο συνήγορός του. Είχε διαύγεια, όπως είπε και τόνισε ότι είναι επικίνδυνος για το κοινωνικό σύνολο. «Αν δεν γίνει το δικό του ίσως και να φθάσει στο σημείο να αφαιρέσει ζωή», είπε μιλώντας για το επικίνδυνο χτύπημα που κατάφερε σε ευαίσθητο σημείο εναντίον του εργοδότη του, όταν εκείνος αρνήθηκε να του κάνει το χατίρι να ανοίξει τη βαλίτσα άλλου εργαζόμενου.
Το δικαστήριο καταδίκασε τον 35χρονο σε ποινή φυλάκιση δύο ετών και εννέα μηνών και διέταξε έκτιση της ποινής για τους τέσσερις πρώτους μήνες, χωρίς η έφεση να έχει αναστέλλουσα ιδιότητα.
Πηγή: Lamiareport.gr