Το βρετανικό εφετείο απέρριψε την προσφυγή της Αντωνίας Ηλία για μη έκδοσή της στην Ελλάδα, αποδεχόμενο το αίτημα των ελληνικών Αρχών. Έτσι η πρώην δικαστικός θα πρέπει εντός 14 ημερών είτε να προσφύγει σε ανώτερο δικαστήριο, είτε να επιστρέψει στην Ελλάδα.
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η ίδια έκανε σαφές πως ήδη έχει ξεκινήσει όλες τις απαραίτητες ενέργειες για προσφυγή στον βρετανικό Άρειο Πάγο, όπως δικαιούται. «Το θετικό σε αυτή την απόφαση είναι ότι αφήνει πολλά παράθυρα για περαιτέρω ένδικα μέσα. Σε κάθε περίπτωση θα ήμουν πολύ πιο ικανοποιημένη αν είχα δικαιωθεί απόλυτα και η έφεσή μου είχε γίνει αποδεκτή. Για μένα η απόφαση ήταν αναμενόμενη με δεδομένο ότι η συνθήκη για τα ευρωπαϊκά εντάλματα που υπάρχει μεταξύ των δύο κρατών είναι πάρα πολύ ισχυρή και τις περισσότερες φορές υπερισχύει της νομιμότητας» δήλωσε.
Η κα. Ηλία άφησε αιχμές για την ελληνική Δικαιοσύνη, υποστηρίζοντας: «Σε αυτή την απόφαση συνέβαλε και η εμμονή των ελληνικών Αρχών τόσο με νόμιμο όσο και με παρασκηνιακό τρόπο με τη διαβίβαση ψευδών στοιχείων προς το αγγλικό δικαστήριο».
Τόνισε επίσης πως για την ίδια «ο αγώνας συνεχίζεται με πλήρη σεβασμό στις ετυμηγορίας των αγγλικών δικαστηρίων». Τέλος, άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο για προσφυγή ακόμη και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, «αν φυσικά χρειαστεί», όπως τόνισε.
Σημειώνεται πως -όπως η ίδια επισημαίνει- ούτως ή άλλως καμιά απόφαση βρετανικού δικαστηρίου δεν μπορεί να εκτελεστεί αν πρώτα δεν εξεταστεί το αίτημα για πολιτικό άσυλο που έχει υποβάλει εδώ και καιρό, με το αιτιολογικό ότι αν επιστρέψει στην Ελλάδα κινδυνεύει η ζωή της.
Η Αντωνία Ηλία είναι φυγόδικη από το 2005 και κατηγορείται ότι πρωταγωνίστησε στο λεγόμενο «παραδικαστικό κύκλωμα». Αν και αρχικά βαρυνόταν με βαριές κατηγορίες και εις βάρος της είχαν εκδοθεί πέντε ευρωπαϊκά εντάλματα σύλληψης, τα τέσσερα από αυτά έχουν εκτελεστεί, ενώ για το πέμπτο -όπως υπογράμμισε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο δικηγόρος της, Παν Συμεού, «οι συγκατηγορούμενοι της έχουν όλοι αθωωθεί».
Η ίδια ζει εδώ και καιρό στο βόρειο Λονδίνο με αυστηρά περιοριστικά μέτρα, τα οποία παραμένουν σε ισχύ έως ότου τελεσιδικήσει η υπόθεση.