Ήταν μία αναμενόμενη απόφαση: Την Τετάρτη το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) καταδίκασε την Πολωνία σε πρόστιμο ενός εκατομμυρίου ευρώ την ημέρα για μη εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου. Η κυβέρνηση του εθνολαϊκιστικού Κόμματος του Νόμου και της Δικαιοσύνης (PiS) κατηγορείται ότι όχι μόνο παραβιάζει, αλλά ουσιαστικά αγνοεί το κοινοτικό δίκαιο, καθώς εδώ και μήνες αμφισβητεί την υπεροχή του απέναντι στο εθνικό δίκαιο. Η υπεροχή του ευρωπαϊκού δικαίου και η αποδοχή της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου αποτελεί μέρος του «κοινοτικού κεκτημένου», που καλείται να συνυπογράψει κάθε χώρα όταν προσχωρεί στην ΕΕ. Το ίδιο έχει κάνει και η Πολωνία.

Η διαμάχη της ΕΕ με τη Βαρσοβία αφορά κυρίως την αμφιλεγόμενη δικαστική μεταρρύθμιση του 2018, στα πλαίσια της οποίας ιδρύθηκε «Πειθαρχικό Συμβούλιο» για τον έλεγχο των δικαστών. Σύμφωνα με την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ματέους Μoραβιέτσκι ο έλεγχος κρίνεται απαραίτητος για την καταπολέμηση της διαφθοράς, αλλά και για να απομακρυνθούν δικαστές που υπηρετούσαν την εποχή του κομμουνιστικού καθεστώτος. Πολωνοί αναλυτές επισημαίνουν ότι η αιτιολογία είναι μάλλον προσχηματική, καθώς έχουν παυθεί ακόμη και δικαστές που δεν είχαν καν …ενηλικωθεί επί κομμουνιστικού καθεστώτος. Πραγματική επιδίωξη της κυβέρνησης Μοραβιέτσκι, υποστηρίζουν, είναι η υποταγή της δικαιοσύνης στην κυβέρνηση, κάτι που αντίκειται στη θεμελιώδη αρχή της διάκρισης των εξουσιών σε ένα κράτος δικαίου. Το 2019 η Κομισιόν είχε προσφύγει στο ΔΕΕ κατά της πολωνικής κυβέρνησης «επί παραβάσει της Συνθήκης». Περισσότερο λάδι στη φωτιά – και μάλιστα σε μία στιγμή που όλοι ανέμεναν πρωτοβουλίες για την εκτόνωση της κρίσης – έριξε η ετυμηγορία του πολωνικού Συνταγματικού Δικαστηρίου στις αρχές Οκτωβρίου, σύμφωνα με την οποία «ορισμένοι νόμοι της ΕΕ αντιβαίνουν στο Σύνταγμα της χώρας». Την ίδια στιγμή η επικεφαλής του Δικαστηρίου Γιούλια Πζελέμπσκα κατηγορεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ ότι «δρουν εκτός των ορίων της αρμοδιότητας που τους αναγνωρίζει η Πολωνία».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Εκβιασμοί» και «Γ’ Παγκόσμιος Πόλεμος»

Η υπόθεση ξεφεύγει από τα όρια μίας ακαδημαϊκής νομικής αντιπαράθεσης και αρχίζει να πυροδοτεί μία πολιτική δυναμική που δημιουργεί συνθήκες εξόδου της Πολωνίας από την ΕΕ. Σε μία πρώτη αντίδραση στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου μέσω Twitter, το απόγευμα της Τετάρτης, ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Σεμπάστιαν Κάλετα έκανε λόγο για «υφαρπαγή εξουσίας» και «εκβιασμό», κατηγορώντας το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ότι «απαξιώνει και αγνοεί πλήρως το Σύνταγμα της Πολωνίας και τις αποφάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου». Ήδη προ ημερών, απαντώντας στην απειλή για ενδεχόμενες περικοπές κοινοτικών κονδυλίων, ο πρωθυπουργός της Πολωνίας Ματέους Μοραβιέτσκι προειδοποιούσε τις Βρυξέλλες «να μην αρχίσουν τον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο», λέγοντας ότι η κυβέρνησή του «θα προασπίσει τα δικαιώματα της Πολωνίας με όλα τα όπλα που διαθέτει». Ήδη στις αρχές Οκτωβρίου ο πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, επικεφαλής σήμερα του φιλελεύθερου και φιλοευρωπαϊκού κόμματος της αντιπολίτευσης «Πλατφόρμα των Πολιτών», είχε κάνει λόγο για μία επερχόμενη «απειλή Polexit», μετά το Brexit, και καλούσε τους οπαδούς του σε κινητοποιήσεις υπέρ της ΕΕ σε όλη τη χώρα…  

Μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα εγκράτειας – με προφανή στόχο να δώσουν χρόνο σε πρωτοβουλίες διευθέτησης των διαφορών, αλλά χωρίς να αμφισβητούνται οι θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ – κάποιοι ευρωπαίοι πολιτικοί αρχίζουν τώρα να ανεβάζουν και εκείνοι τους τόνους απέναντι στους εθνολαϊκιστές της Βαρσοβίας. Μιλώντας την Τετάρτη στο «Κολλέγιο της Ευρώπης» στην Μπριζ ο πρωθυπουργός της Βελγίου Αλεξάντερ ντε Κρο κατηγόρησε τον Πολωνό ομόλογό του ότι «παίζει με τη φωτιά, απειλώντας με πόλεμο για εσωτερικοπολιτικές σκοπιμότητες», ενώ ξεκαθάρισε ότι «δεν μπορείς να ενθυλακώνεις τα χρήματα, αλλά να απαρνείσαι τις αξίες της Ευρώπης». Στο Βερολίνο η βουλευτής των Πρασίνων Φραντσίσκα Μπράντνερ χαιρετίζει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, η οποία, όπως επισημαίνει «δείχνει ότι υπάρχουν συνέπειες για όποιον υπονομεύει το κράτος δικαίου».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Πρόστιμο και για τον λιγνίτη

Δεν τελειώνουν όμως εδώ οι εκκρεμότητες της πολωνικής κυβέρνησης με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Στις 20 Σεπτεμβρίου το Δικαστήριο του Λουξεμβούργου είχε καταδικάσει την Πολωνία γιατί συνεχίζει την εξόρυξη λιγνίτη στην πόλη Τούροφ, κοντά στα σύνορα με τη Γερμανία και την Τσεχία, με οδυνηρές συνέπειες για το περιβάλλον. Είχε προηγηθεί προσφυγή της Τσεχίας. Η πολωνική κρατική ενεργειακή επιχείρηση PGE θέλει να παρατείνει τις εξορύξεις μέχρι το 2044. Μάλιστα η κυβέρνηση της Βαρσοβίας υποστηρίζει ότι αν κλείσει το λιγνιτωρυχείο στο Τούροφ, που λειτουργεί από το 1904, τίθεται σε κίνδυνο η ενεργειακή τροφοδοσία της χώρας.

Από την πλευρά της η Κομισιόν υποστηρίζει ότι η πολωνική κυβέρνηση υποβαθμίζει τους περιβαλλοντικούς κινδύνους σε μία εποχή που όλα τα κράτη-μέλη τερματίζουν την εξόρυξη λιγνίτη για να στραφούν σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, φιλικές προς το περιβάλλον. Επιπλέον, περιβαλλοντικές οργανώσεις στη Γερμανία υποστηρίζουν ότι η λειτουργία του λιγνιτωρυχείου στο Τούροφ θέτει σε κίνδυνο την υδροδότηση στις παραμεθόριες πόλεις Γκέρλιτς και Τσίταου και απειλούν με νέα προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Προς το παρόν, για κάθε ημέρα που συνεχίζει την εξόρυξη λιγνίτη στις εγκαταστάσεις αυτές, η Πολωνία καλείται να καταβάλει 500.000 ευρώ. Αλλά μάλλον θα αγνοήσει και αυτό το πρόστιμο η κυβέρνηση Μοραβιέτσκι. 

Πηγή: DW

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης