Με σαφές προβάδισμα από 57-61% το στρατόπεδο του «OXI» υπερισχύει του αντίστοιχου «NAI» που φαίνεται, σύμφωνα με τα πρώτα exit polls, να κυμαίνεται από 39-43%.

Στις κάλπες κλήθηκαν την Κυριακή οι Ιταλοί με σκοπό να ψηφίσουν για τη συνταγματική αναθεώρηση που προωθεί η κυβέρνηση του Ματέο Ρέντσι.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σύμφωνα με τα exit polls, οι πολίτες της Ιταλίας φαίνεται ότι ψήφισαν κατά της αναθεώρησης του Συντάγματος με ποσοστό που κυμαίνεται από το 57% έως το 61%, “απαγορεύοντας” στον Ιταλό πρωθυπουργό να αλλάξει τον τρόπο εκλογής της Γερουσίας και να περιορίσει τις αρμοδιότητές της, να ενισχύσει τις αρμοδιότητες του κεντρικού κράτους έναντι των περιφερειών και να δώσει συνταγματική ισχύ στον πλειοψηφικό εκλογικό νόμο.

Ο Ιταλός πρωθυπουργός αναμένεται να απευθύνει διάγγελμα προς τους Ιταλούς στη 1 ώρα Ελλάδος (μεσάνυχτα Ιταλίας). Τα πλήρη αποτελέσματα του ιταλικού δημοψηφίσματος δεν θα γίνουν γνωστά πριν από τις 03.00 ώρα Ελλάδας (02.00 τοπική ώρα).

Υπενθυμίζεται ότι ο Ρέντσι έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι θα παραιτηθεί εάν νικήσει το στρατόπεδο του “ΟΧΙ”, οπότε είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα προσφέρει την παραίτησή του στον πρόεδρο Σέρτζιο Ματαρέλα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

H πρώτη αντίδραση: Υποχωρεί το ευρώ

Υποχώρησε το ευρώ έναντι του δολαρίου, αντιδρώντας στην ανακοίνωση των Exit Polls για το ιταλικό δημοψήφισμα.

Ειδικότερα, το ευρώ υποχωρούσε στα 1,0580 δολ. κατά την ανακοίνωση των exit polls από τα 1.0625 δολ. νωρίτερα.

Το ιταλικό δημοψήφισμα

Οι κάλπες άνοιξαν στις 08.00 το πρωί της Κυριακής (ώρα Ελλάδας) και έκλεισαν τα μεσάνυχτα. Η καταμέτρηση των ψήφων ξεκίνησε και αναμένεται να ολοκληρωθεί τις πρώτες πρωινές ώρες της Δευτέρας, οπότε και θα έχουμε την «ετυμηγορία» του ιταλικού λαού.

Η προσέλευση των Ιταλών στις κάλπες μέχρι τις 20.00 (τοπική ώρα) διαμορφώθηκε στο 57,27%, σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Εσωτερικών.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι πρόκειται για δημοψήφισμα, η συμμετοχή θεωρείται σχετικά υψηλή.

Υπενθυμίζεται πως, λόγω του ότι η μεταρρύθμιση έχει ήδη ψηφισθεί από το Κοινοβούλιο, το αποτέλεσμα θα είναι έγκυρο έστω και αν ψηφίσει λιγότερο από το 50% των εχόντων δικαίωμα.

Ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι άσκησε το εκλογικό του δικαίωμα σε σχολείο του Ποντασσιέβε, μικρού δήμου από την Φλωρεντία, μαζί με τη σύζυγό του Ανιέζε

Το «Ναι», το «Όχι» και τι διακυβεύεται

Ο πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι ζητεί από τους πολίτες να πουν με τη ψήφο τους «Ναι» σε σαρωτικές αλλαγές, ούτως ώστε η ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας που επιδιώκει να οδηγήσει και σε ενίσχυση -όπως υποστηρίζει- της πολιτικής σταθερότητας στη χώρα.

Ειδικότερα, οι Ιταλοί ψηφίζουν επί μιας πρότασης, κατά την οποία αλλάζει η νομοθετική εξουσία, κυρίως μέσω της απαλλαγής της Γερουσίας από το μεγαλύτερο μέρος των εξουσιών της και της αντικατάστασης των 315 άμεσα εκλεγμένων μελών με 100 τοπικούς αξιωματούχους που θα έχουν περιορισμένη εξουσία.

Στην Ιταλία, απαιτείται η ψήφος εμπιστοσύνης και των δύο σωμάτων (Βουλή των Αντιπροσώπων με 630 μέλη και Γερουσία, με 315 μέλη) ώστε η κυβέρνηση να μπορεί να υλοποιήσει τις αποφάσεις με σύννομο τρόπο.

Έτσι με την αποδυνάμωση της Γερουσίας θα είναι ευκολότερη η διακυβέρνηση (λήψη/υλοποίηση μέτρων σε τράπεζες κλπ) της χώρας καθώς η ψήφιση του μεγαλύτερου όγκου των νομοσχεδίων θα γίνεται αποκλειστικά μέσα από τη Βουλή.

Σε επιμέρους σημεία τους δημοψηφίσματος. τίθενται επίσης υπό την κρίση του ιταλικού λαού η αλλαγή της δομής της τοπικής αυτοδιοίκησης, με την αφαίρεση από το σύνταγμα της διοικητικής βαθμίδας των επαρχιών, η αύξηση της απαιτούμενης πλειοψηφίας για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από το κοινοβούλιο και η ενίσχυση ορισμένων αρμοδιοτήτων του Συνταγματικού Δικαστηρίου.

«Όχι» στη συνταγματική αναθεώρηση λένε οι πολέμιοί του Ρέντσι, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι μια θετική απάντηση στο ερώτημα του δημοψηφίσματος θα επιτρέψει στις μελλοντικές κυβερνήσεις να δρουν ανεξέλεγκτα. Μάλιστα, δύο από τις προσωπικότητες που τάσσονται υπέρ του «Όχι» είναι οι πρώην πρωθυπουργοί, Μάσιμο Ντ’ Αλέμα και Μάριο Μόντι που δεν παραλείπουν να υπενθυμίζουν σε κάθε ευκαιρία το φασιστικό παρελθόν της χώρας.

Αν επικρατήσει το «Όχι» -όπως προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις- και ο Ρέντσι παραιτηθεί, η κυβερνητική κρίση που θα προκληθεί απειλεί με αναταράξεις την ιταλική οικονομία αλλά και την Ευρωζώνη.

H ερώτηση

Eγκρίνετε το κείμενο του συνταγματικού νόμου σχετικά με τις διατάξεις για την ισότητα των δύο Σωμάτων του κοινοβουλίου, τη μείωση των μελών, τη μείωση του κόστους λειτουργίας των Θεσμών, την κατάργηση του εθνικού συμβουλίου οικονομίας και εργασίας και την αναθεώρηση του 5 άρθρου, β’ μέρους του Συντάγματος επικυρωμένο από το Κοινοβούλιο και δημοσιευμένο στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Ν.88, 15 Απριλίου 2016).



Φόβοι για νέα ευρωκρίση

Η νευρικότητα για την έκβαση του δημοψηφίσματος είναι ιδιαίτερα μεγάλη στις Βρυξέλλες και τις άλλες δυτικές μητροπόλεις καθώς η Ιταλία κουβαλά το δεύτερο μεγαλύτερο -μετά την Ελλάδα- δημόσιο χρέος, ενώ τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανέρχονται σε 360 δισεκατομμύρια ευρώ (ήτοι το 40% των «κόκκινων» δανείων σε ολόκληρη την Ευρωζώνη).

Κάποιες εκ των ιταλικών τραπεζών είναι σε οριακό σημείο, όπως η «Monte dei Paschi di Siena» που δρομολογεί το σχέδιο διάσωσής της. Οι επενδυτές δεν αναμένεται να συμμετέχουν, εάν επικρατήσει πολιτική αστάθεια, ενώ θα πλήττονταν και η εμπιστοσύνη στο σύνολο του ιταλικού τραπεζικού συστήματος.

Επομένως, αν καταρρεύσει η ιταλική οικονομία -τρίτη σε ισχύ στην Ε.Ε.- πολλοί φοβούνται ότι μπορεί να συμπαρασύρει ολόκληρο το οικοδόμημα του ευρώ.

Η κατάσταση περιπλέκεται ακόμη πιο πολύ καθώς και στην Ιταλία -όπου παρατηρούνται οι ίδιες, όπως και στη Βρετανία (Brexit) και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, φυγόκεντρες δυνάμεις- έχουν ενδυναμωθεί ακραίοι πολιτικοί σχηματισμοί και ο λαϊκισμός «σαρώνει». Ο κυριότερος αντίπαλος του Ρέντσι και υπέρμαχος του Italexit, ο Μπέπε Γκρίλο του αντισυστημικού Κινήματος των Πέντε Αστέρων (M5S), φλερτάρει ήδη με την εξουσία. Ο Γκρίλο βρίσκει υποστήριξη στους ολοένα αυξανόμενους θυμωμένους -για την ποιότητα της ζωής που δεν έχουν- Ιταλούς.

Τα σενάρια για την επόμενη μέρα

– Εάν επικρατήσει το «ναι»

Ο πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι, ο οποίος διαπραγματεύτηκε αυτή τη μεταρρύθμιση και στη συνέχεια την έθεσε ενώπιον όλων των πολιτικών παρατάξεων, βγαίνει ενισχυμένος.

Αν και οι επόμενες βουλευτικές εκλογές είναι προγραμματισμένες για το 2018, ο Ματέο Ρέντσι θα μπορούσε να ζητήσει πρόωρες εκλογές στον απόηχο της νίκης του. Αλλά έχει υποσχεθεί ότι προηγουμένως θα αλλάξει τον εκλογικό νόμο. Και μόνο ο πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας Σέρτζιο Ματαρέλα έχει την εξουσία να διαλύσει τη Βουλή.

– Εάν επικρατήσει το «όχι»

Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο ο Ρέντσι παραμένει στην εξουσία. Υποβάλλει μεν την παραίτησή του στον Σέρτζιο Ματαρέλα, αλλά εκείνος του ζητεί αμέσως τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης.

Είναι σε θέση να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου, είτε με την παρούσα πλειοψηφία του είτε με μία νέα πλειοψηφία στην οποία θα περιληφθεί και η Forza Italia του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, όπως αυτός το έχει αφήσει να εννοηθεί τις τελευταίες ημέρες.

Ο εκλογικός νόμος, ο οποίος στη σημερινή του μορφή προσφέρει ένα μεγάλο πριμ στην πλειοψηφία, τροποποιείται υπέρ ενός περισσότερο αναλογικού εκλογικού συστήματος και προκηρύσσονται πρόωρες εκλογές, το νωρίτερο για την άνοιξη του 2017.

Το κυριότερο εμπόδιο στο σενάριο αυτό είναι ο ίδιος ο Ρέντσι: έχει διατυπώσει σαφώς την άρνησή του να τεθεί επικεφαλής μίας κυβέρνησης που δεν θα έχει άλλη αποστολή από την αλλαγή του εκλογικού νόμου. Αλλά έχει ακόμη τα περιθώρια να αλλάξει γνώμη…

Η δεύτερη και πιθανότερη εκδοχή εάν επικρατήσει το «Όχι» και ληφθούν κατά γράμμα υπ’ όψιν οι δηλώσεις του Ματέο Ρέντσι, είναι ο ορισμός μίας κυβέρνησης τεχνοκρατών. Ο Σέρτζιο Ματαρέλα διορίζει πρωθυπουργό πρόσωπο που θα έχει την υποστήριξη της σημερινής πλειοψηφίας ή μίας νέας διευρυμένης πλειοψηφίας.Πολλά ονόματα κυκλοφορούν στο πλαίσιο του σεναρίου αυτού: του σημερινού υπουργού Οικονομικών Πιερ Κάρλο Πάντοαν, του υπουργού Οικονομικής Ανάπτυξης Κάρλο Καλέντα, του προέδρου της Γερουσίας Πιέτρο Γκράσο.

Η κυβέρνηση αυτή μπορεί να έχει ως αποστολή την τροποποίηση του εκλογικού νόμου εν όψει πρόωρων εκλογών ή να ασκήσει εξουσία μέχρι το τέλος της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου, το 2018, προς μεγάλη δυσαρέσκεια του λαϊκιστικού Κινήματος των Πέντε Αστέρων.

Το τρίτο και πιο απίθανο σενάριο είναι η άμεση διάλυση του Κοινοβουλίου. Η πρόσφατη εκλογική μεταρρύθμιση προσφέρει μεγάλο πριμ στην πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ενώ η ματαίωση της συνταγματικής μεταρρύθμισης της Γερουσίας διατηρεί εκεί το αναλογικό σύστημα, καθιστώντας τα δύο σώματα του ιταλικού Κοινοβουλίου ασύμβατα.

Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, το οποίο οι δημοσκοπήσεις δίνουν νικητή σε περίπτωση εκλογών με το ισχύον πλειοψηφικό σύστημα, επιδιώκει την προσφυγή στις κάλπες το συντομότερο δυνατόν. Όμως όλες οι άλλες πολιτικές παρατάξεις είναι αντίθετες με τη διεξαγωγή εκλογών πριν από την επιστροφή σε ένα αναλογικότερο εκλογικό σύστημα.

Τα ιταλικά ΜΜΕ

Εκτεταμένη αναφορά στη σημερινή ψηφοφορία με σχόλια και αναλύσεις, έκανε το Σάββατο ο ιταλικός Τύπος. «Φτάσαμε στη στιγμή της αλήθειας μετά από μια απ΄τις κουραστικότερες εκστρατείες της ιστορίας της αβασίλευτης Δημοκρατίας» γράφει η Corriere della Sera.

Σύμφωνα με τον διευθυντή της εφημερίδας, Λουτσιάνο Φοντάνα, «διχάστηκαν οικογένειες, έγινε ουσιαστική κατάληψη και μονοπωλήθηκε από την πολιτική ο τηλεοπτικός χρόνος. Mέρος των ξένων εφημερίδων έγραψε ότι είμαστε στον τρίτο σταθμό της παρακμής της Δύσης, μετά το Brexit και τη νίκη του Tραμπ».

Ο διευθυντής της εφημερίδας La Repubblica , Μάριο Καλαμπρέζι, σε σχόλιό του με τίτλο «Πώς να επανενωθεί μια δηλητηριασμένη χώρα», γράφει ότι «οι σημερινοί τόνοι και το όλο κλίμα, αλλά και η λεκτική βία, φέρνουν στον νου, κυρίως, τους διχασμούς της περιόδου που ακολούθησε τον Πρώτο και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο». Ο Καλαμπρέζι υπενθυμίζει ότι «από την πρώτη περίπτωση, πριν από σχεδόν έναν αιώνα, προέκυψε ένα αυταρχικό καθεστώς, ενώ από τη δεύτερη, η ανοικοδόμηση της χώρας στέφθηκε με επιτυχία».

«Σήμερα ζούμε σε μια εποχή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί μια τρίτη μεταπολεμική περίοδος: Η σύγκρουση έγινε θεσμική, με το τέλος των κομματικών δομών, αλλά και οικονομική, με μια κρίση η οποία κατέστρεψε τη μέση αστική τάξη, τις προσδοκίες, και διέλυσε το κοινωνικό σύμφωνο, το οποίο βασιζόταν στην πεποίθηση ότι τα παιδιά θα είχαν μια καλύτερη ζωή από εκείνη των γονιών τους» τονίζει ο διευθυντής της εφημερίδας της Ρώμης.

Ο Μάριο Καλαμπρέζι πιστεύει, επίσης, ότι «ο Ρέντσι εργάσθηκε για τον εκσυγχρονισμό της χώρας, η κυβέρνηση αυτή ενδιαφέρθηκε, όντως, για τα κοινωνικά δικαιώματα και την υποδοχή των προσφύγων, αλλά απουσιάζουν υπερβολικά, από την ατζέντα, τα προβλήματα των νέων και υπάρχει, επίσης, μια δυσκολία στο να κατανοηθεί και να μειωθεί η δυσαρέσκεια».

Ζητά από όλες τις πολιτικές δυνάμεις να αποδεχθούν το αποτέλεσμα που θα προκύψει από τις κάλπες, χωρίς διαμαρτυρίες και εκδικητικές τάσεις, «σε μια προσπάθεια να καταφέρουν να οικοδομήσουν κάτι, αντί να νομίζουν ότι υπάρχει ακόμη οτιδήποτε που πρέπει να καταστραφεί».

Διαβάστε επίσης:

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης