Για πρώτη φορά στην ιστορία, η ανθρωπότητα, ενημερωμένη από την άνευ προηγουμένου ανάπτυξη της ψηφιακής τεχνολογίας, επικεντρώνεται σε μια υπαρξιακή απειλή, που τροφοδοτείται από κοινούς φόβους και αβεβαιότητες, αναμένοντας με ανυπομονησία τις -μέχρι στιγμής μη πραγματοποιούμενες- υποσχέσεις της ιατρικής επιστήμης.

Μέσα σε ελάχιστο χρόνο, ο πολιτισμός παγκοσμίως υποβαθμίστηκε από έναν μικροσκοπικό ιό, 10.000 φορές μικρότερο από έναν κόκκο αλατιού. Ο κορωνοΐος επιτίθεται στα σώματά μας, αλλά και στα πολιτιστικά θεμέλια της ζωής μας, στην εργαλειοθήκη της κοινότητας και της συνδεσιμότητας – έννοιες που σε μεγάλο βαθμό καθορίζουν τους ανθρώπους.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι παρεμβάσεις μας μέχρι σήμερα έχουν επικεντρωθεί κυρίως στη μείωση του ποσοστού εξάπλωσης του ιού και την ισοπέδωση της καμπύλης νοσηρότητας. Δεν υπάρχει διαθέσιμη αποτελεσματική θεραπεία και οι ελπίδες όλων επικεντρώνονται σε ένα μελλοντικό εμβόλιο. Μέχρι στιγμής, τα θύματα του κορωνοΐου στην Αμερική ανέρχονται στις 180.000. Υπάρχουν ενδείξεις ότι η φυσική λοίμωξη μπορεί να μη συνεπάγεται μόνιμη ανοσία, αφήνοντας κάποιους να αμφισβητήσουν το πόσο αποτελεσματικό θα είναι το πολυπόθητο εμβόλιο (ενώ θα πρέπει να είναι και 100% ασφαλές).

Οι πανδημίες έχουν διαχρονικά έναν τρόπο να αλλάξουν την πορεία της ιστορίας, ο οποίος δεν είναι πάντα άμεσα εμφανής. Όταν, για παράδειγμα, τον 14ο αιώνα η Μαύρη Πανώλη σκότωσε σχεδόν το ήμισυ του πληθυσμού της Ευρώπης, η έλλειψη εργατικού δυναμικού οδήγησε σε αύξηση μισθών. Οι αυξανόμενες προσδοκίες κορυφώθηκαν με την εξέγερση των αγροτών του 1381, ένα σημείο καμπής που σηματοδότησε την αρχή του τέλους της φεουδαρχικής τάξης που κυριάρχησε στη μεσαιωνική Ευρώπη για χίλια χρόνια.

Η πανδημία του κορωνοϊού, ένα γεγονός του οποίου η σημασία θα ξεδιπλωθεί μόνο μετά την κρίση, θα μπορούσε να αποτελέσει μια τέτοια στιγμή στην ιστορία και να σηματοδοτήσει αυτή την εποχή, όπως η δολοφονία του Αρχιδούκα Φερδινάνδου το 1914, η συντριβή του χρηματιστηρίου του 1929 και η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία το 1933, που αποτελούν θεμελιώδεις δείκτες αναφοράς του περασμένου αιώνα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η ιστορική σημασία του κορωνοΐού δεν έγκειται σε αυτό που συνεπάγεται για την καθημερινή μας ζωή. Η αλλαγή, σε τελική ανάλυση, είναι η σταθερή συνιστώσα της εξέλιξης του πολιτισμού.

Καθώς οι εταιρείες κλείνουν ή συρρικνώνουν τα κεντρικά τους γραφεία, οι υπάλληλοι εργάζονται από το σπίτι, τα εστιατόρια και τα εμπορικά κέντρα κλείνουν, οι ψυχαγωγικές και αθλητικές εκδηλώσεις μεταφέρονται στο σπίτι και τα αεροπορικά ταξίδια γίνονται όλο και πιο προβληματικά, οι άνθρωποι θα προσαρμοστούν, όπως πάντα. Η ρευστότητα της μνήμης και η ικανότητα να ξεχνάμε είναι ίσως το πιο στοιχειώδες χαρακτηριστικό του είδους μας. Όπως επιβεβαιώνει η ιστορία, κατά κανόνα αποδεχόμαστε οποιονδήποτε βαθμό κοινωνικής, ηθικής ή περιβαλλοντικής υποβάθμισης.

Η οικονομική αβεβαιότητα όμως που συνεπάγεται αυτή η πανδημία θα ρίξει μια μεγάλη σκιά. Η συνειδητοποίηση ότι όλα τα χρήματα, όλων των εθνών της Γης, δεν θα είναι ποτέ αρκετά να αντισταθμίσουν τις απώλειες που ακολούθησαν το γεγονός πως ένας ολόκληρος κόσμος έπαψε να λειτουργεί, με εργαζόμενους και επιχειρήσεις παντού να αντιμετωπίζουν επιλογή μεταξύ οικονομικής και βιολογικής επιβίωσης, θα αιωρείται πάνω από την παγκόσμια οικονομία για μεγάλο χρονικό διάστημα. Όλες αυτές οι αναταράξεις πιθανότατα να μην αποτελέσουν σημείο καμπής της Ιστορίας, με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα αποφευχθεί η οικονομική κατάρρευση. Αυτό που σίγουρα έχει καταδειχθεί όμως είναι ο απολύτως καταστροφικός αντίκτυπος που είχε η πανδημία στη φήμη και τη διεθνή θέση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

Η σκοτεινή εποχή του λοιμού έχει καταστρέψει την ψευδαίσθηση της αμερικανικής ιδιαιτερότητας. Στο αποκορύφωμα της κρίσης, με περισσότερους από 2.000 θανάτους ημερησίως, οι Αμερικανοί βρέθηκαν να είναι πολίτες ενός αποτυχημένου κράτους, κυβερνούμενου από μια δυσλειτουργική και ανίκανη κυβέρνηση, υπεύθυνη -σε μεγάλο βαθμό- για τα ποσοστά θανάτων, που πρόσθεσαν ένα τραγικό νόημα στον ισχυρισμό της Αμερικής για παγκόσμια υπεροχή.

Για πρώτη φορά, η διεθνής κοινότητα αισθάνθηκε υποχρεωμένη να στείλει βοήθεια στην Ουάσινγκτον. Γράφτηκε πρόσφατα πως για περισσότερους από δύο αιώνες «οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν προκαλέσει ένα πολύ ευρύ φάσμα συναισθημάτων στον υπόλοιπο κόσμο: αγάπη και μίσος, φόβο και ελπίδα, φθόνο και περιφρόνηση, δέος και θυμό. Αλλά υπάρχει ένα συναίσθημα που δεν έχει εκφραστεί ποτέ προς τις ΗΠΑ μέχρι τώρα: λύπηση». Καθώς οι Αμερικανοί γιατροί και νοσηλευτές περίμεναν ανυπόμονα τις επείγουσες αεροπορικές μεταφορές βασικών προμηθειών από την Κίνα, η πόρτα της Ιστορίας άνοιξε διάπλατα στον Ασιατικό αιώνα.

Καμία αυτοκρατορία δεν αντέχει, ακόμα κι αν λίγοι λαοί αναμένουν την κατάρρευσή της: κάθε βασίλειο γεννιέται για να πεθάνει. Ο 15ος αιώνας ανήκε στους Πορτογάλους, ο 16ος στην Ισπανία, ο 17ος στους Ολλανδούς. Η Γαλλία κυριάρχησε στον 18ο και η Βρετανία τον 19ο. Χρεοκοπημένοι μετά τον Μεγάλο Πόλεμο, οι Βρετανοί διατήρησαν μια προσποίηση κυριαρχίας έως το 1935, όταν η αυτοκρατορία έφτασε στη μεγαλύτερη γεωγραφική της έκταση. Ο πυρσός όμως είχε ήδη περάσει στα χέρια της Αμερικής.

Το 1940, με την Ευρώπη να φλέγεται, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν μικρότερο στρατό από την Πορτογαλία ή τη Βουλγαρία. Μέσα σε τέσσερα χρόνια, 18 εκατομμύρια άνδρες και γυναίκες θα υπηρετούσαν, με εκατομμύρια ακόμη να εργάζονται σε διπλές βάρδιες, σε ορυχεία και εργοστάσια που έκαναν την Αμερική, όπως υποσχέθηκε ο πρόεδρος Ρούσβελτ, το οπλοστάσιο της δημοκρατίας. Όταν οι Ιάπωνες, εντός έξι εβδομάδων από το Pearl Harbor, ανέλαβαν τον έλεγχο του 90% της παγκόσμιας προσφοράς καουτσούκ, οι ΗΠΑ έριξαν το όριο ταχύτητας στα 35 μίλια/ώρα για την προστασία των ελαστικών και στη συνέχεια, μέσα σε τρία χρόνια, εφηύραν (από το μηδέν) μια βιομηχανία συνθετικού καουτσούκ που, στη συνέχεια, επέτρεψε στους συμμάχους, να «πάρουν παραμάζωμα» τους Ναζί. Στην ακμή του, το Willow Run Plant του Henry Ford παρήγαγε ένα αεροπλάνο B-24 Liberator κάθε δύο ώρες, λειτουργώντας όλο το 24ωρο. Τα ναυπηγεία στο Long Beach έβγαζαν τα πλοία Liberty με ρυθμό δύο την ημέρα για τέσσερα χρόνια. Ένα ενιαίο αμερικανικό εργοστάσιο, το Chrysler’s Detroit Arsenal, δημιούργησε περισσότερες δεξαμενές από ολόκληρο το Τρίτο Ράιχ.

Μετά τον πόλεμο, με την Ευρώπη και την Ιαπωνία να έχουν γίνει στάχτη, οι Ηνωμένες Πολιτείες με 6% του παγκόσμιου πληθυσμού, αντιπροσώπευαν το ήμισυ της παγκόσμιας οικονομίας, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής 93% όλων των αυτοκινήτων. Αυτή η οικονομική κυριαρχία γεννήθηκε από μια μεσαία τάξη και ένα συνδικαλιστικό κίνημα που επέτρεψε σε έναν κατά τα άλλα φτωχό πολίτη, με περιορισμένη εκπαίδευση να κατέχει ένα σπίτι και ένα αυτοκίνητο, να υποστηρίζει μια οικογένεια και να στέλνει τα παιδιά του σε καλό σχολείο. Σε καμία περίπτωση δεν ήταν ουτοπία, αλλά η ευημερία επέτρεψε την ανακωχή μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας – μια αμοιβαιότητα ευκαιριών σε μια εποχή ταχείας ανάπτυξης και φθίνουσας εισοδηματικής ανισότητας, που χαρακτηριζόταν από υψηλούς φορολογικούς συντελεστές για τους πλούσιους, οι οποίοι δεν ήταν, κατά κανέναν τρόπο οι μόνοι δικαιούχοι της χρυσής εποχής του αμερικανικού καπιταλισμού.

Όμως, η ελευθερία και η ευημερία ήρθε με τίμημα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ουσιαστικά ένα αποστρατικοποιημένο έθνος την παραμονή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, δεν στάθηκαν ποτέ μετά την νίκη. Μέχρι σήμερα, τα αμερικανικά στρατεύματα αναπτύσσονται σε 150 χώρες. Από τη δεκαετία του 1970, η Κίνα δεν έχει πάει ποτέ σε πόλεμο, ενώ οι ΗΠΑ δεν έχουν περάσει μια μέρα ειρήνης. Ο Πρόεδρος Jimmy Carter σημείωσε πρόσφατα ότι στην 242ετή ιστορία της, η Αμερική έχει απολαύσει μόνο 16 χρόνια ειρήνης, καθιστώντας την, όπως έγραψε, «το πιο πολεμικό έθνος στην ιστορία της Ανθρωπότητας». Από το 2001, οι ΗΠΑ έχουν ξοδέψει πάνω από 6 τρισεκατομμύρια δολάρια για στρατιωτικές επιχειρήσεις, χρήματα που θα μπορούσαν να έχουν επενδυθεί στην υποδομή κατοικίας. Η Κίνα, εν τω μεταξύ, έχτισε το έθνος της. Ρίχνει κάθε τρία χρόνια, περισσότερο τσιμέντο, από ό, τι έκανε η Αμερική σε ολόκληρο τον 20ο αιώνα.

Καθώς η Αμερική αστυνόμευε τον κόσμο, η βία ευδοκιμούσε. Την D-Day, 6 Ιουνίου 1944, ο αριθμός των νεκρών των Συμμάχων ήταν 4,414. Μέχρι  τον Ιούνιο αυτού του έτους, τα όπλα στα χέρια απλών πολιτών είχαν προκαλέσει περισσότερα θύματα από ό,τι οι Σύμμαχοι υπέστησαν στη Νορμανδία τον πρώτο μήνα της εκστρατείας.

Περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα στη μεταπολεμική εποχή, οι ΗΠΑ αναβάθμισαν το άτομο εις βάρος της κοινότητας και της οικογένειας. Ήταν το κοινωνιολογικό ισοδύναμο της διάσπασης του ατόμου. Αυτό που αποκτήθηκε από την κινητικότητα και την προσωπική ελευθερία ήρθε εις βάρος του κοινού σκοπού. Σε μεγάλες περιοχές της Αμερικής, η οικογένεια ως θεσμός έχασε τη βάση της. Στο τέλος της δεκαετίας του 1960, το 40% των γάμων κατέληγε σε διαζύγιο. Μόνο το 6% των αμερικανικών σπιτιών είχαν παππούδες και γιαγιάδες που ζούσαν κάτω από την ίδια στέγη με τα εγγόνια τους. Οι ηλικιωμένοι εγκαταλείφθηκαν σε οίκους ευγηρίας.

Με συνθήματα όπως το «24/7», που γιορτάζει την πλήρη αφοσίωση στο χώρο εργασίας, άνδρες και γυναίκες εξαντλήθηκαν σε δουλειές που ενίσχυαν μόνο την απομόνωση τους από τις οικογένειες τους. Σήμερα, ο μέσος Αμερικανός πατέρας περνά λιγότερο από 20 λεπτά την ημέρα σε άμεση επικοινωνία με το παιδί του. Όταν ένας νεαρός φτάσει τα 18, θα έχει περάσει σχεδόν δύο χρόνια παρακολουθώντας τηλεόραση ή κοιτάζοντας μια οθόνη φορητού υπολογιστή, συμβάλλοντας σε μια επιδημία παχυσαρκίας που έχει ονομαστεί, κρίση εθνικής ασφάλειας.

Μόνο οι μισοί Αμερικανοί αναφέρουν ότι έχουν ουσιαστικές, πρόσωπο με πρόσωπο, κοινωνικές σχέσεις σε καθημερινή βάση. Το έθνος καταναλώνει τα δύο τρίτα της παγκόσμιας παραγωγής αντικαταθλιπτικών φαρμάκων. Η κατάρρευση της οικογένειας της εργατικής τάξης ήταν, εν μέρει, υπεύθυνη για μια κρίση συνταγογραφούμενων ή μη, οπιοειδών που έχει εκτοπίσει τα τροχαία ατυχήματα ως την κύρια αιτία θανάτου για Αμερικανούς κάτω των 50 ετών.

Στη ρίζα αυτής της παρακμής βρίσκεται ένα συνεχώς διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ Αμερικανών που κατέχουν και εκείνων που έχουν λίγα ή τίποτα. Οικονομικές ανισότητες υπάρχουν σε όλα τα έθνη, δημιουργώντας μια ένταση που είναι τόσο αποδιοργανωτική όσο οι ανισότητες είναι άδικες. Ωστόσο, οι αρνητικές δυνάμεις που διαλύουν μια κοινωνία μετριάζονται ή ακόμη και εξαλείφονται, εάν υπάρχουν άλλα στοιχεία που ενισχύουν την κοινωνική αλληλεγγύη – θρησκευτική πίστη, δύναμη και θαλπωρή της οικογένειας, υπερηφάνεια της παράδοσης, δεσμοί τόπου .

Όταν όμως οι παλιές βεβαιότητες αποδεικνύονται ψεύτικες και η υπόσχεση για μια καλή ζωή (για μια εργαζόμενη οικογένεια) γκρεμίζεται καθώς τα εργοστάσια κλείνουν και οι εταιρικοί ηγέτες, αυξάνουν τον πλούτο τους στέλνοντας  δουλειές στο εξωτερικό, η κοινωνική σύμβαση σπάζει αμετάκλητα. Για δύο γενιές, η Αμερική γιόρταζε την παγκοσμιοποίηση με απαράμιλλη ένταση. Όπως πλέον μπορεί να δει ο καθένας , η παγκοσμιοποίηση δεν είναι παρα μια αναζήτηση ολοένα και φθηνότερων πηγών εργασίας, από το κεφάλαιο.

Για πολλά χρόνια, εκείνοι που ανήκουν στη συντηρητική δεξιά, επικαλούνται μια νοσταλγία για τη δεκαετία του 1950. Για μια Αμερική που δεν υπήρχε ποτέ, αλλά πρέπει να υποτεθεί ότι υπήρχε για να εξορθολογίσει την αίσθηση της απώλειας και της εγκατάλειψης, του φόβου για αλλαγή και την παρατεταμένη περιφρόνηση για τα κοινωνικά κινήματα της δεκαετίας του 1960. Μιας εποχής νέων φιλοδοξιών για γυναίκες, ομοφυλόφιλους και μειονότητες. Στην πραγματικότητα, τουλάχιστον από οικονομική άποψη, η χώρα της δεκαετίας του 1950 έμοιαζε με τη Δανία του σήμερα. Οι ανώτεροι φορολογικοί συντελεστές για τους πλούσιους ήταν 90%. Οι μισθοί των διευθυνόντων συμβούλων ήταν, κατά μέσο όρο, 20 φορές υψηλότεροι από αυτούς των μισθωτών τους.

Σήμερα, η βασική αμοιβή αυτών που βρίσκονται στην κορυφή είναι συνήθως 400 φορές μεγαλύτερη από εκείνη του μισθωτού προσωπικού τους. Η ελίτ, 1% των Αμερικανών, ελέγχει περιουσιακά στοιχεία 30 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ το 50% του πληθυσμού ,έχει μεγαλύτερο χρέος από ότι περιουσιακά στοιχεία. Οι τρεις πλουσιότεροι Αμερικανοί έχουν περισσότερα χρήματα από τα φτωχότερα 160 εκατομμύρια των συμπατριωτών τους. Το ένα πέμπτο των αμερικανικών νοικοκυριών έχουν μηδενική ή αρνητική καθαρή αξία, ποσοστό που αυξάνεται στο 37% για τις αφροαμερικανικές οικογένειες. Ο μέσος πλούτος αυτών των νοικοκυριών είναι το ένα δέκατο των λευκων. Αν και ζουν σε ένα έθνος που γιορτάζεται ως το πλουσιότερο στην ιστορία, οι περισσότεροι Αμερικανοί ζουν χωρίς δίχτυ ασφαλείας που να μπορεί στηρίξει μια ενδεχόμενη πτώση.

Με την κρίση του κορωνοϊού, 40 εκατομμύρια Αμερικανοί έχασαν τη δουλειά τους και 3,3 εκατομμύρια επιχειρήσεις έκλεισαν, συμπεριλαμβανομένου του 41% όλων των αφροαμερικανικών επιχειρήσεων. Οι αφροαμερικανοί, που ξεπερνούν σημαντικά τους λευκούς στις ομοσπονδιακές φυλακές παρά το ότι αποτελούν το 13% του πληθυσμού, υποφέρουν από συγκλονιστικά υψηλά ποσοστά νοσηρότητας. Τα ποσοστά θνησιμότητας, είναι σχεδόν τριπλάσια από αυτα των λευκών Αμερικανών. Ο βασικός κανόνας της αμερικανικής κοινωνικής πολιτικής – μην αφήνετε καμία εθνοτική ομάδα να πέσει κάτω από το επίπεδο των μαύρων ή να επιτρέψει σε οποιονδήποτε να υποφέρει περισσότερες ταλαιπωρίες – φαινόταν αληθής ακόμη και σε μια πανδημία, λες και ο ιός πήρε τα συνθήματα του από την αμερικανική ιστορία.

Ο κορωνοϊός δεν έβαλε την Αμερική χαμηλά. Απλά, αποκάλυψε τι είχε , από καιρό, εγκαταλειφθεί. Καθώς η κρίση ξεδιπλώθηκε, με έναν Αμερικανό να πεθαίνει κάθε λεπτό κάθε μέρα, μια χώρα που κάποτε παρήγαγε ένα μαχητικό  αεροπλάνο την ώρα δεν μπόρεσε να παράγει χάρτινες μάσκες ή τεστ απαραίτητα για την παρακολούθηση της νόσου. Το έθνος που νίκησε την ευλογιά και την πολιομυελίτιδα και οδήγησε τον κόσμο στις ιατρικές καινοτομίες και ανακαλύψεις, περιορίστηκε σε καγχασμό καθώς ο πρόεδρος της υποστήριζε την κατανάλωση οικιακών απολυμαντικών ως θεραπεία για μια ασθένεια που διανοητικά δεν ήταν σε θέση να καταλάβει.

Καθώς αρκετές χώρες κινήθηκαν γρήγορα για να περιορίσουν τον ιό, οι Ηνωμένες Πολιτείες (επ)έμειναν στην άρνηση. Με λιγότερο από το 4% του παγκόσμιου πληθυσμού, οι ΗΠΑ αντιπροσώπευαν σύντομα πάνω από το 20% των θανάτων από κορονοϊό. Το ποσοστό των θυμάτων της νόσου που πέθανε, ειναι έξι φορές υψηλότερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Η «επίτευξη» του υψηλότερου ποσοστού νοσηρότητας και θνησιμότητας στον κόσμο δεν προκάλεσε ντροπή, αλλά μόνο περαιτέρω ψέματα.

Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες ανταποκρίθηκαν στην κρίση σαν μια διεφθαρμένη δικτατορία, οι πραγματικοί δικτάτορες του κόσμου εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία για να γίνουν τιμητές, απολαμβάνοντας μια σπάνια αίσθηση ηθικής υπεροχής, ειδικά μετά τον φόνο του George Floyd στη Minneapolis. Ο αυταρχικός ηγέτης της Τσετσενίας, Ramzan Kadyrov, κατήγγειλε την Αμερική για «παραβίαση των δικαιωμάτων των απλών πολιτών». Οι εφημερίδες της Βόρειας Κορέας αντιτάχθηκαν στην «αστυνομική βαρβαρότητα» στην Αμερική. Αναφερόμενος στον ιρανικό τύπο, ο Ali Khamanei δήλωσε : «Η Αμερική έχει ξεκινήσει τη διαδικασία της καταστροφής της».

Η συμπεριφορα του Trump και η κρίση της Αμερικής απέτρεψαν την προσοχή από την κακή διαχείριση του ξεσπάσματος της επιδημίας από την Κίνα, στο Γουχαν και την κίνησή της να συντρίψει τη δημοκρατία στο Χονγκ Κονγκ. Όταν ένας Αμερικανός αξιωματούχος έθεσε το ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Twitter, ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών της Κίνας, επικαλούμενος τη δολοφονία του George Floyd, απάντησε με μια σύντομη φράση: «Δεν μπορώ να αναπνεύσω».

Αυτές οι πολιτικά υποκινούμενες παρατηρήσεις μπορεί να είναι εύκολο να απορριφθούν, όμως οι Αμερικανοί δεν έχουν πλέον κανένα ελαφρυντικό. Η πολιτική τους διαδικασία κατέστησε δυνατή την ανάληψη στο υψηλότερο αξίωμα του πλανήτη, από μια εθνική ντροπή, έναν δημαγωγό τόσο ηθικά όσο και πολιτικα συμβιβασμένο. Όπως έγραψε ένας Βρετανός συγγραφέας, «υπήρχαν πάντα ανόητοι άνθρωποι στον κόσμο, και πολλοί άσχημοι άνθρωποι επίσης. Αλλά σπάνια η ηλιθιότητα ήταν τόσο άσχημη, ή ασχήμια τόσο ηλίθια».

Ο Αμερικανός πρόεδρος ζει για να καλλιεργεί δυσαρέσκεια, δαιμονοποιεί τους αντιπάλους του, επικυρώνει το μίσος. Το κύριο εργαλείο διακυβέρνησής του είναι το ψέμα. Μέχρι τις 9 Ιουλίου 2020, το τεκμηριωμένο συνολο των στρεβλώσεων και των ψευδών δηλώσεών του ήταν 20,055. Εάν ο πρώτος πρόεδρος της Αμερικής, George Washington, αποδεδειγμένα δεν μπορούσε να πει ψέματα, ο σημερινός δεν μπορεί να αναγνωρίσει την αλήθεια. Αντιστρέφοντας τα λόγια και τα συναισθήματα του Abraham Lincoln, τροφοδοτεί την κακία για όλους και τη φιλανθρωπία για κανέναν.

Όσο φοβερό μπορεί να φαίνεται, ο Trump είναι περισσότερο ένα προϊόν της Αμερικανικης κοινωνιας, παρά η αιτία της παρακμής της. Καθώς κοιτάζουν τον καθρέφτη και αντιλαμβάνονται μόνο τον μύθο της ιδιαιτερότητας τους, οι Αμερικανοί παραμένουν, σχεδόν παράξενα, ανίκανοι να δουν τι έχει γίνει πραγματικά στη χώρα τους. Η δημοκρατία που όρισε την ελεύθερη ροή πληροφοριών ως το ζωτικό αίμα της δημοκρατίας, σήμερα κατατάσσεται 45η μεταξύ των εθνών, όσον αφορά την ελευθερία του Τύπου. Σε μια χώρα που κάποτε υποδέχτηκε τις συσσωρευμένες μάζες του κόσμου, περισσότεροι άνθρωποι σήμερα προτιμούν την οικοδόμηση ενός τείχους κατά μήκος των νότιων συνόρων παρά την υποστήριξη της υγειονομικής περίθαλψης και της προστασίας για τις άγαμες μητέρες και τα παιδιά που φτάνουν, μέσα σε απόγνωση, στις πόρτες της. Σε μια πλήρη εγκατάλειψη του συλλογικού αγαθού, οι νόμοι των ΗΠΑ ορίζουν την ελευθερία ως αναφαίρετο δικαίωμα ενός ατόμου να κατέχει ένα προσωπικό οπλοστάσιο, ένα φυσικό δικαίωμα που υπερβαίνει αυτο της ασφάλειας των παιδιών. Μονο την τελευταία δεκαετία, 346 Αμερικανοί μαθητές και δάσκαλοι πυροβολήθηκαν σε σχολικούς χώρους.

Η Αμερικανική λατρεία του ατόμου αρνείται όχι μόνο την κοινότητα αλλά και την ίδια την ιδέα της κοινωνίας. Κανείς δεν οφείλει τίποτα σε κανέναν. Όλοι πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να πολεμήσουν για τα πάντα: εκπαίδευση, στέγη, τροφή, ιατρική περίθαλψη. Αυτά που κάθε ευημερούσα και επιτυχημένη δημοκρατία θεωρεί θεμελιώδη δικαιώματα – καθολική υγειονομική περίθαλψη, ίση πρόσβαση σε ποιοτική δημόσια εκπαίδευση, δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας για τους ηλικιωμένους και αδύναμους – η Αμερική απορρίπτει ως σοσιαλιστική πολιτική.

Πώς μπορεί λοιπόν ο υπόλοιπος κόσμος να περιμένει από την Αμερική να ηγηθεί κατα των παγκόσμιων απειλών – κλιματική αλλαγή, κρίση εξαφάνισης του πλανήτη, πανδημίες – όταν η ιδια δεν έχει πλέον αίσθηση καλοήθους σκοπού ή συλλογική ευημερία, ακόμη και εντός της εθνικής της κοινότητας; Ο πατριωτισμός με τη σημαία δεν είναι υποκατάστατο της συμπόνιας. Ο θυμός και η εχθρότητα δεν ταιριάζουν με την αγάπη. Όσοι συρρέουν σε παραλίες, μπαρ και πολιτικές συγκεντρώσεις, θέτουν σε κίνδυνο τους συμπολίτες τους, δεν ασκούν ελευθερία. Δείχνουν, όπως σημείωσε ένας σχολιαστής, την αδυναμία ενός λαού που δεν διαθέτει τόσο το στωισμό να αντέξει την πανδημία όσο και τη δύναμη να την νικήσει. Πρωταγωνιστεί ο Donald Trump, ένας πολεμιστής των λογων, ένας ψεύτης και μια απάτη, μια γελοία καρικατούρα ενός ισχυρού άνδρα, με τη συμπεριφορα ενός νταή.

Ερωτηθείς τι σκέφτεται  για τον δυτικό πολιτισμό, ο Mahatma Gandhi απάντησε: «Νομίζω ότι θα ήταν καλή ιδέα». Μια τέτοια παρατήρηση μπορεί να φαίνεται σκληρή, αλλά αντικατοπτρίζει με ακρίβεια την εικονα της Αμερικής σήμερα όπως φαίνεται από την οπτική γωνία οποιασδήποτε σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας.

Ο Καναδάς είχε καλή απόδοση κατά τη διάρκεια της κρίσης του κορωνοϊού λόγω του κοινωνικού συμβολαίου, των δεσμών της κοινότητας, της εμπιστοσύνης του ενός για τον άλλον και των θεσμών του – ιδίως του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης, με νοσοκομεία που καλύπτουν τις ιατρικές ανάγκες του συνόλου και όχι του ατόμου, και σίγουρα όχι ιδιωτικά όπου ο επενδυτής βλέπει κάθε νοσοκομειακό κρεβάτι σαν ένα ακίνητο ενοικίασης. Το μέτρο του πλούτου σε ένα πολιτισμένο έθνος δεν είναι το νόμισμα που συσσωρεύεται από τους λίγους τυχερούς, αλλά η δύναμη και ο συντονισμός των κοινωνικών σχέσεων και οι δεσμοί αμοιβαιότητας που συνδέουν όλους τους ανθρώπους με κοινό σκοπό.

Οι Φινλανδοί ζουν περισσότερο και είναι λιγότερο πιθανό να πεθάνουν στην παιδική ηλικία ή τον τοκετό από τους Αμερικανούς. Οι Δανοί κερδίζουν περίπου το ίδιο εισόδημα (μετά από φόρους) με τους Αμερικανούς, ενώ εργάζονται 20% λιγότερο. Πληρώνουν σε φόρους επιπλέον 19 σεντ για κάθε δολάριο που κερδίζουν. Αλλά σε αντάλλαγμα λαμβάνουν δωρεάν υγειονομική περίθαλψη, δωρεάν εκπαίδευση από το προσχολικό έτος εώς το πανεπιστήμιο και την ευκαιρία να ευδοκιμήσουν σε μια ακμάζουσα οικονομία ελεύθερης αγοράς με δραματικά χαμηλότερα επίπεδα φτώχειας, έλλειψης στέγης, εγκλήματος και ανισότητας. Ο μέσος εργαζόμενος αμείβεται καλύτερα, αντιμετωπίζεται πιο σεβαστά και ανταμείβεται με ασφάλιση ζωής, συνταξιοδοτικά προγράμματα, άδεια μητρότητας και έξι εβδομάδες αμειβόμενων διακοπών ετησίως. Όλα αυτά τα οφέλη εμπνέουν τους Δανούς να εργαστούν σκληρότερα, με το 80% των ανδρών και των γυναικών ηλικίας 16 έως 64 ετών, να εντάσσονται  στο εργατικό δυναμικό, ποσοστό πολύ υψηλότερο από αυτό των ΗΠΑ.

Οι Αμερικανοί πολιτικοί απορρίπτουν το Σκανδιναβικό μοντέλο ως ανατριχιαστικό σοσιαλισμό, κομμουνισμό, κάτι που δεν θα λειτουργούσε ποτέ στις ΗΠΑ. Στην πραγματικότητα, οι σοσιαλδημοκρατίες είναι επιτυχημένες ακριβώς επειδή προωθούν δυναμικές καπιταλιστικές οικονομίες που τυχαίνει να ωφελούν κάθε επίπεδο της κοινωνίας. Το ότι αυτού του τύπου η σοσιαλδημοκρατία δεν θα επικρατήσει ποτέ στις ΗΠΑ, μπορεί να είναι αληθές. Αν αυτό ισχύει, τότε είναι ακριβώς αυτό που είχε στο μυαλό του ο Oscar Wilde όταν είπε ότι οι ΗΠΑ είναι η μόνη χώρα που πέρασε από τη βαρβαρότητα στην παρακμή χωρίς να γνωρίσει το στάδιο του πολιτισμού.

Τα αποδεικτικά στοιχεία μιας τέτοιας τελικής παρακμής είναι η επιλογή που έκαναν πολλοί Αμερικανοί το 2016 για να δώσουν προτεραιότητα στις προσωπικές τους αντιπαραθέσεις και δυσαρέσκειες, τοποθετώντας τες πάνω από κάθε ανησυχία για τη μοίρα της χώρας και του κόσμου, σπεύδοντας να εκλέξουν έναν άνθρωπο του οποίου το μόνο διαπιστευτήριο για το αξίωμα του Προέδρου ήταν η προθυμία του να δώσει φωνή στα αισθήματα μίσους τους, να επικυρώσει τον θυμό τους και να στοχεύσει τους εχθρούς τους, πραγματικούς ή φανταστικούς. Ανατριχιάζει κανείς να σκεφτεί, τι θα σημαίνει για τον κόσμο αν οι Αμερικανοί το Νοέμβριο, γνωρίζοντας όλα όσα έχουν συμβεί, επιλέξουν να κρατήσουν έναν τέτοιο άνθρωπο στην πολιτική εξουσία. Αλλά ακόμη και αν ο Trump ηττηθεί αποφασιστικά, δεν είναι καθόλου σαφές ότι ένα τόσο βαθιά πολωμένο έθνος θα είναι σε θέση να βρει το δρόμο προς τα εμπρός.

Για το καλύτερο ή το χειρότερο, η Αμερική είχε τον χρόνο της. Το τέλος της Αμερικανικής εποχής και η μετάβαση του πυρσού στην Ασία δεν είναι ευκαιρία για εορτασμούς, ούτε όμως για χαιρεκακίες. Σε μια στιγμή διεθνούς κινδύνου, όταν η ανθρωπότητα θα μπορούσε να είχε εισέλθει σε μια σκοτεινή εποχή φρικαλεοτήτων, η βιομηχανική δύναμη των ΗΠΑ, μαζί με το αίμα των απλών Ρώσων στρατιωτών, έσωσε κυριολεκτικά τον κόσμο. Τα αμερικανικά ιδανικά, όπως γιορτάστηκαν από τους Madison και Monroe, Lincoln, Roosevelt και Kennedy, κάποτε ενέπνευσαν και έδιναν ελπίδα σε εκατομμύρια.

Επί του παρόντος, έχουμε μόνο την κλεπτοκρατία του Trump.

Πρόσφατα, ανάμεσα σε δηλώσεις του για το πόσο θαυμάζει ηγέτες σαν τον Erdogan και τον Putin και την θεραπευτική  χρήση χημικών απολυμαντικων, ανέφερε ευγενικά: «Μια μέρα, έτσι σαν θαύμα, θα εξαφανιστεί».  Εννοούσε , φυσικά, τον κορωνοϊό, αλλά όπως είπαν και άλλοι, θα μπορούσε επίσης να αναφέρεται στο Αμερικανικό όνειρο.

Πηγή: Rolling Stone

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης