Για τους Λιβανέζους που παρακολουθούσαν ανήμποροι την κατάρρευση της χώρας τους ζώντας καθημερινά τις συνέπειες μία νέας αστάθειας, οι φονικές και καταστροφικές εκρήξεις στο λιμάνι της Βηρυτού δεν είναι απλώς μία ακόμη καταστροφή.

Ήδη εδώ και μήνες, όλο και μεγαλύτερος αριθμός Λιβανέζων που επλήγησαν από το ναυάγιο της οικονομίας είχαν στραφεί προς τις ανθρωπιστικές οργανώσεις, οι υπηρεσίες των οποίων προορίζονταν βασικά για τα δύο εκατομμύρια των σύρων ή παλαιστινίων προσφύγων που ζουν στην χώρα.

Όμως, μετά την χθεσινή έκρηξη, που προκάλεσε πρωτοφανείς καταστροφές, ισοπεδώνοντας το λιμάνι, γκρεμίζοντας κατοικίες και πετώντας στον δρόμο εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, οι ανθρωπιστικές οργανώσεις περιμένουν το χειρότερο.

«Είναι σεισμός. Εργάζομαι στον Λίβανο εδώ και 47 χρόνια στις ανθρωπιστικές υπηρεσίες, δεν έχω δει ποτέ κάτι αντίστοιχο», λέει ο γιατρός Κάμελ Μοχάνα, ιδρυτής της Amel Association International.

Με τα νοσοκομεία υπερκορεσμένα, τρία κέντρα αυτής της λιβανικής μη κυβερνητικής οργάνωσης στην Βηρυτό έχουν υποδεχθεί από χθες δεκάδες τραυματίες.

Τους τελευταίους μήνες, οι Λιβανέζοι της μεσαίας τάξης, εκπαιδευτικοί, δημόσιοι υπάλληλοι, νοσηλευτές, είδαν το βιοτικό τους επίπεδο να καταρρέει με την ιστορική καταβύθιση του νομίσματος, την εκτόξευση των τιμών, σε ένα πλαίσιο μαζικών απολύσεων και μείωσης των μισθών.

Η Μάγια Τέρο, επικεφαλής της λιβανικής μη κυβερνητικής οργάνωσης Food Blessed, που διανέμει βοήθεια σε τρόφιμα, φοβάται σήμερα έκρηξη της διατροφικής ανασφάλειας, αφού το λιμάνι της Βηρυτού είναι η κύρια πύλη των εισαγωγών της χώρας.

«Ο Λίβανος εισάγει το 80% των ειδών διατροφής. Αμέσως σκέφτηκα άδεια ράφια στα σούπερ μάρκετ, αύξηση των τιμών εξαιτίας των ελλείψεων», λέει.

Ελεημοσύνη

Ο πληθωρισμός στα βασικά είδη διατροφής εκτοξεύθηκε φθάνοντας στο 109% ανάμεσα στο Σεπτέμβριο και τον Μάιο, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ.

Ο Γκάμπι, που είχε την συνήθεια των κυριακάτικων οικογενειακών μπάρμπεκιου, δεν είχε πλέον άλλη επιλογή από το να χτυπήσει την πόρτα μη κυβερνητικής οργάνωσης για να πάρει ρύζι και μακαρόνια.

«Αισθάνομαι ότι ζητάω ελεημοσύνη», λέει ο 50χρονος.

Με τον υπερπληθωρισμό, ούτε η δημοσιοϋπαλληλική σύνταξη που παίρνει – 1.600 δολάρια στην επίσημη ισοτιμία, αλλά 300 δολάρια στην μαύρη αγορά – ούτε οι κούρσες του ταξί του, ούτε ο μισθός της νοσηλεύτριας συζύγου του δεν φτάνουν για να καλύψουν τις οικογενειακές ανάγκες.

«Στερούμαστε πολλά πράγματα. Είχαμε πάντα τέσσερα γεύματα με κρέας την εβδομάδα. Σήμερα, τίποτε, ούτε κοτόπουλο», λέει ο πατέρας τεσσάρων παιδιών.

Ο μισός πληθυσμός του Λιβάνου ζει μέσα στην φτώχεια, σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές.

Οι οικονομικές δυσκολίες ήταν ένας από τους καταλύτες της φθινοπωρινής εξέγερσης (2019) κατά μία πολιτικής τάξης που κατηγορείται για ανικανότητα και διαφθορά.

Η κατάρρευση επιταχύνθηκε από την επιδημία του κορωνοϊού και από το lockdown που επιβλήθηκε τον Μάρτιο.

Δύο στα τρία νοικοκυριά γνώρισαν έτσι μείωση εισοδημάτων, ενώ το 42% χρεώθηκαν για να αγοράσουν τρόφιμα ή να πληρώσουν το ενοίκιό τους , σύμφωνα με δημοσκόπηση του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος.

Εκπρόσωπος της υπηρεσίας του ΟΗΕ δήλωσε ότι, σε συνεργασία με την λιβανική κυβέρνηση, θα αυξήσει την επισιτιστική βοήθεια, στηρίζοντας 697.000 ανθρώπους το 2020 (έναντι 140.000 το 2019).

Δεν μπορούμε πια να έχουμε την ίδια ζωή με πριν

Η Amel Association International είχε διαπιστώσει εδώ και μήνες κατακόρυφη αύξηση της προσέλευση των Λιβανέζων στα κέντρα της ΜΚΟ που προσφέρουν ιατρικές υπηρεσίες.

«Στον Λίβανο, ο κλάδος της υγείας βασίζεται στον ιδιωτικό τομέα», εξηγεί ο επικεφαλής της ΜΚΟ. «Κατά συνέπεια όλες οι υπηρεσίες είναι ακριβές και οι άνθρωποι έφθασαν στο σημείο που δεν μπορούν πλέον να τις πληρώσουν».

Ιδια διαπίστωση στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και το νοσοκομείο τους στο Μπαρ Ελιάς στην Μπεκάα, που προσφέρει δωρεάν μη επείγουσες χειρουργικές επεμβάσεις και υπηρεσίες πρώτων βοηθειών.

Η Ιχσάν αναγκάσθηκε να προσφύγει εκεί για να μια γυναικολογική επέμβαση που δεν μπορούσε να πληρώσει.

«Ο σύζυγός μου δεν έχει πια δουλειά εδώ και λίγο καιρό», λέει η 30χρονη γυναίκα. Το ζευγάρι πούλησε το ένα από τα δύο αυτοκίνητα, οι έξοδοι στα εστιατόρια αντικαταστάθηκαν από βόλτες στα πάρκα. Ο σύζυγός της Ιχσάν συμβουλεύεται πλέον ψυχολόγο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα για να αντιμετωπίσει την πίεση.

«Ολα έχουν γίνει δύσκολα, όλα είναι ακριβά. Δεν μπορούμε πια να έχουμε την ίδια ζωή με πριν».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ