Ο Dr. Γκαμπόρ Ματέ είναι ένας από τους διασημότερους γιατρούς και συγγραφείς ανά τον κόσμο, διακεκριμένος για το επιστημονικό έργο του πάνω στο τραύμα και τις μακρόχρονες επιπτώσεις αυτού, με εκατομμύρια θαυμαστές και ακολούθους.
Γεννήθηκε στη Βουδαπέστη το 1944 από γονείς Εβραίους.
Οι παππούδες του δολοφονήθηκαν στο Άουσβιτς όταν εκείνος ήταν μόλις 5 μηνών, ενώ ο πατέρας του βασανίστηκε από τους Ναζί.
Μετέπειτα μετανάστευσε στο Βανκούβερ του Καναδά, όπου και σπούδασε ιατρική.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του ως γιατρός, άρχισε να ενδιαφέρεται για τη σχέση μεταξύ χρόνιων ασθενειών και συναισθηματικών τραυμάτων. Ο Ματέ, άρχισε να μελετά τον εθισμό και τη σύνδεσή του με το τραύμα και τελικά έγινε ένας από τους κορυφαίους ειδικούς στον κόσμο στο θέμα αυτό.
Όπως ο ίδιος λέει «το τραύμα της εγκατάλειψης, της οργής και της απόγνωσης» μας ακολουθεί ακόμα στην ενήλικη ζωή μας, προκαλώντας αντίστοιχα συναισθήματα όπως όταν ανησυχούμε πως κάποιο αγαπημένο μας πρόσωπο θα μας αφήσει.»
Με αφορμή τον πόλεμο που ξέσπασε ξανά στις 8 Οκτωβρίου 2023 στη λωρίδα της Γάζας, ο Ματέ δημοσίευσε στο κανάλι του στο YouTube την άποψή του αναφορικά με την πολυετή διαμάχη μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης, η οποία μοιάζει να συμπίπτει με αυτήν πολλών ακόμα Ισραηλινών επιστημόνων (του ιστορικού Ilan Pappé και του πολιτικού επιστήμονα και ακτιβιστή Norman Finkelstein).
Σε αντίθεση με ό,τι ίσως θα περίμενε κανείς από έναν Εβραίο, στον αντισημητικό λόγο του ο παγκοσμίου φήμης επιστήμονας υποστηρίζει ότι το Ισραηλινό κράτος δημιουργήθηκε μέσω της βάναυσης εθνοκάθαρσης, με τη δολοφονία δεκάδων χιλιάδων Παλαιστινίων.
Στις 14/10/2023, έδωσε μια συγκλονιστική ομιλία, όπου μίλησε για το τραύμα που βιώνουν οι άνθρωποι που βρίσκονται σε μία συνεχή καταπίεση, με τον φόβο να αποτελεί την καθημερινότητά τους και ως μεγαλύτερο παράδειγμα έφερε τον λαό της Παλαιστίνης, όπου το τραύμα δεν διέπεται σαν μια ατομική συναισθηματική κατάσταση, αλλά εντοπίζεται και διασπείρεται σε συλλογικό επίπεδο.
Δημοσιεύουμε μερικά ενδιαφέροντα αποσπάσματα από αυτή τη σημαντική ομιλία:
« Ίσως γνωρίζετε την ιστορία μου, δεν ξέρω αν πρέπει να την επαναλάβω, αλλά είμαι κι εγώ προσωπικά ένας επιζών του Ολοκαυτώματος.
Οι παππούδες μου εξοντώθηκαν στο Άουσβιτς, όπως και τα περισσότερα μέλη της ευρύτερης οικογένειάς μου.
Μεγάλωσα νιώθοντας ντροπή για την εβραϊκότητά μου. Ζώντας στην Ουγγαρία μετά τον πόλεμο με παρενοχλούσαν επειδή ήμουν Εβραίος, και θυμάμαι έναν φίλο μου που τους έλεγε «αφήστε τον ήσυχο, δεν φταίει αυτός που είναι Εβραίος»… Σε αυτό το κλίμα μεγάλωσα.
Πηγαίνοντας σαν έφηβος στο Τορόντο, έγινα σιωνιστής: μοιράστηκα αυτό το όνειρο της ανάστασης του εβραϊκού λαού στην ιστορική του πατρίδα και της αντικατάστασης του συρματοπλέγματος του Άουσβιτς από ένα εβραϊκό κράτος με ισχυρό στρατό.
Η πίστη σε αυτό το όνειρο ήταν απελευθερωτική, συναρπαστική. Ένιωσα δική μου αυτήν την προοπτική, και πραγματικά πίστεψα σ’ αυτήν.
Και μετά ανακάλυψα…
…ότι δεν ήταν ακριβώς έτσι τα πράγματα. Ότι για να κάνω αυτό το εβραϊκό όνειρο πραγματικότητα, θα έπρεπε να βάλω σε έναν εφιάλτη τον ντόπιο πληθυσμό. Υπήρχε ένα σιωνιστικό σύνθημα που έλεγε: «Μια γη χωρίς λαό για έναν λαό χωρίς γη». Αλλά δεν υπήρχε γη χωρίς λαό.
Σε εκείνη τη γη υπήρχε ένας λαός που την κατοικούσε για εκατοντάδες, χιλιάδες χρόνια. Δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση να δημιουργηθεί αυτό το εβραϊκό κράτος χωρίς να καταπιεστεί και να εκδιωχθεί ο ντόπιος πληθυσμός.
Κι αυτό συνέβη, καταρχήν με τη συνδρομή της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.
Για όσα συνέβησαν από το 1948 και μετά, είναι Ισραηλινοί ιστορικοί, Εβραίοι ιστορικοί που έχουν αποδείξει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι ο διωγμός των Παλαιστινίων ήταν επίμονος, διάχυτος, σκληρός και σκόπιμος: αυτό που στα αραβικά ονομάζεται Νάκμπα, δηλαδή «Καταστροφή» ή «Συμφορά».
Όταν άρχισα να τα συνειδητοποιώ αυτά, σκέφτηκα, υλοποιήσαμε το όνειρό μας γεννώντας έναν εφιάλτη σε κάποιους άλλους.
Έπειτα επισκέφθηκα τα Κατεχόμενα, τη Δυτική Όχθη, κατά την πρώτη Ιντιφάντα.
Έκλαιγα κάθε μέρα επί δύο εβδομάδες με αυτά που έβλεπα.
Η βαρβαρότητα της κατοχής, οι συνεχείς μικροπρεπείς παρενοχλήσεις, οι δολοφονίες, το ξερίζωμα των παλαιστινιακών ελαιώνων, η αφαίρεση του δικαιώματος στο πόσιμο νερό, οι ταπεινώσεις… αυτό συνεχίστηκε, και τώρα τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα από τότε.
Και δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς.
Δεν μπορείς να φτιάξεις ένα κράτος αποκλειστικά για Εβραίους χωρίς να καταπιέσεις και να εκδιώξεις τον ντόπιο πληθυσμό.
Πρόκειται για την πιο μακροχρόνια επιχείρηση εθνοκάθαρσης: ξεκίνησε τον 20ό αιώνα και συνεχίζεται τον 21ο.
Τι είναι αυτοί οι άνθρωποι στη Γάζα;
Πρέπει να πάτε εκεί για να το καταλάβετε.
Μια μικρή έκταση στην οποία στριμώχνονται εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, παιδιά και τα εγγόνια αυτών που εκδιώχθηκαν από το Ισραήλ – ή από το μη Ισραήλ.
Και ιδού η προσβολή: εγώ, όντας Εβραίος, θα μπορούσα να προσγειωθώ αύριο στο Τελ Αβίβ, να ζητήσω την ισραηλινή υπηκοότητα, και να την πάρω αμέσως.
Αλλά ο Παλαιστίνιος φίλος μου στο Βανκούβερ, ο οποίος γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ, δεν μπορεί καν να την επισκεφθεί!
Λοιπόν, έχετε αυτούς τους εξαθλιωμένους ανθρώπους στοιβαγμένους σε αυτό που πολλοί αποκαλούν «υπαίθρια φυλακή», και περί αυτού πρόκειται.
Η Χαμάς τώρα, είναι μια ισλαμική οργάνωση που υποστηρίχθηκε αρχικά από το Ισραήλ ως αντίβαρο στην κοσμική Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης.
Δεν χρειάζεται, βέβαια, να υποστηρίζεις την πολιτική της Χαμάς, για να σταθείς στο πλευρό των Παλαιστινίων.
Εν πάση περιπτώσει, δεν είναι περίεργο που οι απελπισμένοι στράφηκαν σε μια τέτοια εξτρεμιστική ηγεσία.
Έγιναν ελεύθερες εκλογές, υπό τον έλεγχο της διεθνούς κοινότητας. Και συνέβη να νικήσει η Χαμάς.
Χαρακτηρίστηκαν δε οι πιο ελεύθερες εκλογές που έχουν γίνει ποτέ στον αραβικό κόσμο. Και η Χαμάς κέρδισε.
Όταν έγινε αυτό το Ισραήλ και οι ΗΠΑ οργάνωσαν άμεσα στρατιωτική κατοχή εναντίον της Παλαιστίνης, την οποία η Χαμάς απέκρουσε.
Τότε ξεκίνησε ο ασφυκτικός αποκλεισμός όχι της Χαμάς, αλλά της Γάζας. Και έπειτα οι συγκρούσεις.
Η τιμωρία της χώρας ήταν ο αποκλεισμός που στέρησε στους κατοίκους της Γάζας τα τρόφιμα, τις ιατρικές προμήθειες, ακόμα και το νερό και πολλά ακόμα αγαθά.
Κάθε φορά που ξεσπά η σύγκρουση, το Ισραήλ «κουρεύει το γκαζόν» – ναι, αυτήν την έκφραση χρησιμοποιούν, η οποία μεταφράζεται σε μαζικές δολοφονίες Παλαιστινίων αμάχων…
Σας καλώ να σκεφθείτε ό,τι χειρότερο θα μπορούσατε να πείτε για τη Χαμάς.
Μετά πολλαπλασιάστε το επί χίλιες φορές: και πάλι δεν θα πλησιάζει στο ελάχιστο την ισραηλινή καταπίεση, τον αφανισμό και τον ξεριζωμό των Παλαιστινίων…
Το ζήτημα είναι περίπλοκο αλλά, από άποψη ισχύος και ελέγχου, είναι σχετικά απλό: υπήρχε μια χώρα όπου ζούσαν κάποιοι άνθρωποι, αλλά κάποιοι άλλοι άνθρωποι ήθελαν να την κάνουν δική τους.
Την κατέλαβαν λοιπόν, κι εξακολουθούν να καταλαμβάνουν ό,τι απόμεινε, και συνεχίζουν να καταπιέζουν και να κλέβουν την περιουσία αυτών που ήδη ζούσαν εκεί.
Αυτό συνέβαινε, κι αυτό εξακολουθεί να συμβαίνει…»