Συνολικά 35 ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν δολοφονηθεί στην Κολομβία μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2016 αποκάλυψε η Μη Κυβερνητική Οργάνωση Somos Defensores («Είμαστε οι υπερασπιστές») που εδρεύει στη χώρα.
«Μετά τις 34 υποθέσεις (δολοφονιών) που καταγράφηκαν το πρώτο εξάμηνο του 2015, 35 ακτιβιστές και ακτιβίστριες ή ηγέτες κοινωνικών ομάδων δολοφονήθηκαν τους έξι πρώτους μήνες του 2016», αναφέρεται σε έκθεση της οργάνωσης που δόθηκε στη δημοσιότητα.
Από τα 35 πρόσωπα που δολοφονήθηκαν, το 91,5% ήταν άνδρες και τα 30 σκοτώθηκαν από πληρωμένους εκτελεστές. Τα διαμερίσματα Κάουκα (δυτική Κολομβία) και Αντιόχεια (βορειοδυτική Κολομβία) ήταν αυτά όπου καταγράφηκαν οι περισσότερες δολοφονίες –επτά στο καθένα– σύμφωνα με την ίδια πηγή.
«Η βία εναντίον των ηγετών κοινωνικών οργανώσεων στη χώρα δεν συνδέεται αποκλειστικά και μόνο με την ένοπλη σύγκρουση, χωρίς πάντως να παραγνωρίζονται οι συνέπειές της», σημειώνεται στην έκθεση και προστίθεται πως η ειρηνευτική συμφωνία την οποία διαπραγματεύονται η κυβέρνηση και οι αντάρτες της οργάνωσης Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC) «δεν θα μεταφραστεί σε μια μείωση των κινδύνων» για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα.
Η ΜΚΟ καταγγέλλει ακόμη ότι κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2016 συνολικά 314 υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων υπέστησαν επιθέσεις που έθεσαν σε κίνδυνο «τη ζωή και την ακεραιότητά τους» και «εμπόδισαν το θεμιτό και νόμιμο έργο τους για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κολομβία».
Ωστόσο ο αριθμός αυτός είναι μειωμένος κατά περίπου 21% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2015, όταν είχαν καταγραφεί 399 τέτοιες υποθέσεις.
Στη μεγάλη πλειονότητά τους, τα θύματα των επιθέσεων ήσαν ηγέτες φυλών ιθαγενών, οργανώσεων αφροκολομβιανών, αγροτικών οργανώσεων ή κοινοτήτων.
Συμμορίες του οργανωμένου εγκλήματος, οι περισσότερες από τις οποίες προέκυψαν μετά τον υποτιθέμενο αφοπλισμό και τη διάλυση των ακροδεξιών παραστρατιωτικών οργανώσεων τη δεκαετία του 2000, ευθύνονται για τις περισσότερες από τις επιθέσεις και τις απειλές, σημείωσε η ΜΚΟ.