Μια τραγική λεπτομέρεια αποκαλύφθηκε από τη χθεσινή φονική επίθεση ένοπλης ομάδας Ταλιμπάν εναντίον τεθωρακισμένου άρματος μάχης, από την οποία βρήκαν φρικτό θάνατο έξι Βρετανοί στρατιώτες.
Το τύπου Warrior και βάρους 25 τόννων ερπυστριοφόρο, εκτελούσε προγραμματισμένη περιπολία όταν ξαφνικά δέχτηκε την επίθεση Ταλιμπάν που έβαλαν εναντίον του από μεγάλη απόσταση και με αντιαρματική οβίδα. Το βλήμα κυριολεκτικά έσκισε στη μέση τον πυργίσκο και αμέσως εκδηλώθηκε φωτιά μέσα στο Warrior που τελικά στάθηκε μοιραία για τους έξι άτυχους Βρετανούς.
Αυτόπτες μάρτυρες που έσπευσαν στο σημείο να απεγκλωβίσουν τους στρατιώτες, ανέφεραν ανατριχιαστικές λεπτομέρειες λέγοντας χαρακτηριστικά πως «έγιναν αλλεπάλληλες εκρήξεις από τα πυρομαχικά που βρίσκονταν μέσα ενώ την ίδια στιγμή από το εσωτερικό του Warrior άκουγαν τον γνωστό ήχο που κάνει το κρέας όταν ψήνεται» (…)
«Δεν θα μπορούσε να σωθεί κανένας», είπαν σοκαρισμένοι όσοι έβλεπαν το φλεγόμενο τεθωρακισμένο, καθώς, τόσο οι εξαιρετικά υψηλές θερμοκρασίες όσο και οι εκρήξεις των πυρομαχικών, δεν άφηναν καν την παραμικρή πιθανότητα επιβίωσης για το πλήρωμα.
Συνάδελφοί τους στρατιώτες που επέβαιναν σε δεύτερο άρμα λίγα μέτρα πιο πίσω, ανέφεραν πως το μοιραίο χτύπημα έγινε από απόσταση περίπου 300 μέτρων και μετέτρεψε το Warrior σε μια φλεγόμενη μπάλα.
Ωστόσο το συγκεκριμένο θανατηφόρο χτύπημα κατάφερε να αποτελέσει αφορμή για διοικητικές έρευνες, έχοντας εγείρει στην αμερικανική στρατιωτική ηγεσία πολλά ερωτήματα, όπως η επάρκεια θωράκισης του συγκεκριμένου τύπου άρματος, η καταλληλότητά του για αποστολές σε αμμώδες έδαφος αλλά και η ώρα που έγινε η περιπολία, καθώς μια θύελλα που προηγήθηκε, καθήλωσε το άρμα, αναγκάζοντας την ομάδα να ξεκινήσει την αποστολή της αρκετές ώρες αργότερα, κατά τις οποίες προφανώς πρόλαβαν να ενημερωθούν οι πολεμιστές Ταλιμπάν και να στήσουν ενέδρα σε κάποιο σημείο που γνώριζαν πως θα περάσει.
Αξίζει να σημειωθεί πως η χθεσινή επίθεση εναντίον βρετανικού στόχου στο Αφγανιστάν, είναι η δεύτερη πιο φονική από το 2001, με χειρότερη εκείνη της 6ης Μαρτίου του 2012.
Επιμέλεια: Παύλος Κιρκασίδης