Το βέτο της προέδρου της Γεωργίας Σαλομέ Ζουραμπισβίλι στον αμφιλεγόμενο νόμο περί “ξένης επιρροής” δίνει στην κυβέρνηση “χρόνο για βαθύτερο αναστοχασμό”, δήλωσε το Σάββατο ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ.
“Καλώ όλους τους Γεωργιανούς πολιτικούς και ηγέτες να αξιοποιήσουν αυτό το παράθυρο ευκαιρίας και να διασφαλίσουν ότι η Γεωργία θα παραμείνει στον ευρωπαϊκό δρόμο που υποστηρίζεται από τον λαό”, έγραψε ο Μισέλ στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης X.
“Στην παρούσα μορφή του, ο νόμος δεν συνάδει με τις αξίες και την πορεία της ΕΕ”, επανέλαβε.
Ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ, εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, είχε ήδη προτρέψει τη Γεωργία να “αποσύρει” αυτόν τον νόμο, ο οποίος θεωρείται ότι αντίκειται στις “αξίες” και τους “βασικούς κανόνες” της ΕΕ.
“Συνεχίζω να παρακολουθώ από κοντά την εξέλιξη της κατάστασης στη Γεωργία”, πρόσθεσε ο Σαρλ Μισέλ.
Η φιλοευρωπαία πρόεδρος Ζουραμπισβίλι, η οποία είναι σε ανοιχτή αντιπαράθεση με την κυβέρνηση, ανακοίνωσε το Σάββατο ότι άσκησε βέτο στον νόμο περί “ξένης επιρροής”, ο οποίος προκάλεσε μαζικές διαδηλώσεις σε αυτή τη χώρα του Καυκάσου.
Ωστόσο, πρόκειται για ένα άκρως συμβολικό βέτο, καθώς το κυβερνών κόμμα “Γεωργιανό Όνειρο”, το οποίο είχε καταθέσει το νομοσχέδιο, δηλώνει ότι έχει αρκετές ψήφους στο κοινοβούλιο για να παρακάμψει το βέτο της πρόεδρου.
Οι επικριτές του νόμου, ο οποίος ψηφίστηκε την Τρίτη, βλέπουν σε αυτόν μια προσπάθεια να απομακρυνθεί η Γεωργία από την Ευρώπη και να οδηγηθεί προς τη Ρωσία.
Το ΝΑΤΟ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο ΟΗΕ καταδίκασαν την πρωτοβουλία αυτή της γεωργιανής κυβέρνησης.
Ο νέος νόμος επιβάλλει σε κάθε ΜΚΟ και σε κάθε μέσο ενημέρωσης που λαμβάνει περισσότερο από το 20% της χρηματοδότησής του από το εξωτερικό να καταγραφεί ως “οργάνωση που επιδιώκει τα συμφέροντα ξένης δύναμης” και να υποβάλλεται σε διοικητικό έλεγχο.
Η Γεωργία, πρώην σοβιετική δημοκρατία, είναι επισήμως υποψήφια για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τον Δεκέμβριο του 2023 και φιλοδοξεί επίσης να ενταχθεί στη Βορειοατλαντική Συμμαχία.