Κάθε φορά που γεννιόνταν μία κόρη ο πατέρας της Ελένης, της Ασημίνας και της Φρόσως φύτευε και μία λεύκα στην άκρη του περιβολιού τους για να τιμήσει τον ερχομό του νέου παιδιού.

Όσο αυτές μεγάλωναν και έστεκαν ψηλές και λυγερόκορμες, τόσο τις καμάρωνε σαν τις κόρες του. Στην πιο περήφανη λεύκα, όμως, στη λεύκα της Ελένης, ένα σμήνος από άγριες μέλισσες είχε πια φωλιάσει. «Τυχερή θα είσαι, κόρη μου, κι η ζωή θα είναι γλυκιά σαν τούτο εδώ το μέλι. Θα δεις», της έλεγε ο πατέρας της. Όμως, τα χρόνια πέρασαν και η Ελένη κοιτούσε τη λεύκα και αφουγκραζόταν τον βόμβο… «Που να ‘ξέρες, πατέρα… Που να ‘ξέρες πως η ζωή μόνο πίκρες έχει γράψει για το ριζικό μου».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Διαβάστε περισσότερα στο govastileto.gr 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης