Πέθανε από καρκίνο του ήπατος, σε ηλικία 84 ετών, ο Ιάπωνας σχεδιαστής μόδας Ισέι Μιγιάκι, γνωστός για τα ρούχα του με πιέτες και πτυχές, που δεν τσαλακώνονται και δημιουργός του εμβληματικού μαύρου ζιβάγκο του φίλου του και ιδρυτή της Apple, Στιβ Τζομπς, όπως μετέδωσε το πρακτορείο ειδήσεων Kyodo.
Ο θάνατός του σημειώθηκε στις 5 Αυγούστου, αλλά έγινε γνωστός στις 9 Αυγούστου.
Πρακτικό μυαλό, ο Μιγιάκι λέγεται ότι ήθελε να γίνει χορευτής ή αθλητής, αλλά τελικά διαβάζοντας τα περιοδικά μόδας της αδελφής του αποφάσισε να αλλάξει κατεύθυνση.
Ωστόσο, οι δύο αυτές αρχικές του επιθυμίες πιστεύεται ότι επηρέασαν το ύφος των ρούχων του, που επιτρέπει ελευθερία κινήσεων.
Γεννημένος στη Χιροσίμα, ήταν επτά ετών όταν έπεσε η ατομική βόμβα στην πόλη και μάλιστα την ώρα εκείνη βρισκόταν μέσα στην τάξη του.
Στη μετέπειτα ζωή του δυσκολευόταν να μιλήσει γι’ αυτή την εμπειρία του.
Το 2009, σε ένα άρθρο του στους New York Times, στο πλαίσιο μιας εκστρατείας με στόχο να εξασφαλιστεί μια επίσκεψη του τότε προέδρου των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, στην πόλη, ο Μιγιάκι έγραψε ότι δεν ήθελε να χαρακτηριστεί «ο σχεδιαστής που επέζησε» της έκρηξης και έκανε έκκληση για αποπυρηνικοποίηση.
Η ευχή του πραγματοποιήθηκε και ο Ομπάμα πραγματοποίησε ιστορική επίσκεψη στην πόλη του το 2016.
«Όταν κλείνω τα μάτια μου βλέπω ακόμη πράγματα που δεν πρέπει ποτέ κανένας να ζήσει», έγραψε ο Μιγιάκι, σημειώνοντας ότι μέσα στα επόμενα τρία χρόνια από τη ρίψη της ατομικής βόμβας η μητέρα του πέθανε από την έκθεση στην ακτινοβολία.
«Προσπάθησα, μολαταύτα ανεπιτυχώς, να τα αφήσω πίσω μου προτιμώντας να σκέφτομαι πράγματα που μπορούν να δημιουργηθούν όχι να καταστραφούν και που φέρνουν μαζί τους ομορφιά και χαρά. Έλκομαι από τον χώρο του σχεδιασμού μόδας εν μέρει επειδή είναι ένα είδος δημιουργίας σύγχρονο και ταυτόχρονα αισιόδοξο», έλεγε.
Ο Μάης του ’68
Σπούδασε γραφιστική στη σχολή καλών τεχνών Tama στο Τόκιο, διδάχτηκε σχέδιο μόδας στη διάσημη σχολή Ecole de la Chambre Syndicale de la Couture Parisienne, της γαλλικής πρωτεύουσας όπου εγκαταστάθηκε το 1965 και εργάστηκε πλάι στους διάσημους σχεδιαστές Γκι Λαρός και Ιμπέρ ντε Ζιβενσί προτού καταλήξει στη Νέα Υόρκη.
Ως μαθητευόμενος των μεγάλων αυτών μόδιστρων το ύφος του επηρεάστηκε αναπόφευκτα από αυτούς, αλλά και από τη φοιτητική εξέγερση τον Μάιο του 1968.
Βλέποντας τις διαδηλώσεις να κατακλύζουν τη γαλλική πρωτεύουσα, ο Μιγιάκι αντιλήφθηκε ότι «ο κόσμος κινούνταν πέρα από τις ανάγκες της υψηλής ραπτικής για τους λίγους και προς απλά και πιο παγκόσμια στοιχεία, όπως τα τζιν και τα T-shirts», όπως εξήγησε ο ίδιος σε συνέντευξή του στο CNN το 2016.
Το 1970 επέστρεψε στο Τόκιο και ίδρυσε το Στούντιο Σχεδίου Μιγιάκι και λίγο μετά άνοιξε το πρώτο του κατάστημα στο Παρίσι.
Τα χρόνια του 1980 η καριέρα του είχε ήδη απογειωθεί καθώς πειραματιζόταν με διάφορα υλικά, από πλαστικό μέχρι μεταλλικό σύρμα, ακόμη και ιαπωνικό χαρτί.
Η ομαδική δουλειά ήταν σημαντική για τον Μιγιάκι, ο οποίος προτιμούσε την ανωνυμία του εργαστηρίου του γεμάτου από τεχνίτες της κλωστοϋφαντουργίας και μηχανικούς, από τα λαμπερά φώτα της πασαρέλας.
«Πάντα βλέπεις με διαφορετικό τρόπο τα πράγματα όταν επιτρέπεις στους άλλους να γίνουν τμήμα μιας δημιουργικής διαδικασίας», είχε δηλώσει στους New York Times.
Σχεδίασε πάνω από 12 σειρές ρούχων -από τη βασική σειρά Issey Miyake για άνδρες και γυναίκες έως τσάντες, ρολόγια και αρώματα (μεγάλη επιτυχία σημείωσε και το άρωμα που κυκλοφόρησε με το όνομά του, το L’eau d’Issey) μέχρι το 1997, όταν ουσιαστικά αποσύρθηκε για να αφιερωθεί στην έρευνα, παραδίδοντας τη σκυτάλη σε μια σειρά από ταλαντούχους νεαρούς σχεδιαστές.
«Ανοιχτός στα πάντα»
Είναι ιδιαίτερα αγαπητός στη Γαλλία μετά και από την απονομή των ευσήμων του Ταξιάρχη του Τάγματος της Λεγεώνας της Τιμής, το 2016, από τον πρώην υπουργό Πολιτισμού της Γαλλίας, Τζακ Λανγκ, ο οποίος είχε επισκεφθεί τότε το Τόκιο για την απονομή στο πλαίσιο της διοργάνωσης της μεγαλύτερης αναδρομικής έκθεσης του έργου του Μιγιάκι.
Ο Λανγκ, ο οποίος ακόμη φοράει δημιουργίες του Μιγιάκι που είχε αγοράσει πριν από πολλά χρόνια, είχε περιγράψει τον διάσημο μόδιστρο τον Οκτώβριο του 2021 ως μια «προσωπικότητα με μεγάλη ανθρωπιά, ανοιχτό στα πάντα».
«Ο Ισέι Μιγιάκι είναι ένας ερευνητής, ένας εξερευνητής, ένας αληθινός εφευρέτης, ο οποίος επινόησε και χρησιμοποίησε νέα υλικά και υφές που ο κόσμος δεν είχε ξαναδεί», όπως δήλωσε ο Λανγκ στο AFP.
Μαζί με τον Ρέι Καουακούμπο και τον Γιόσι Γιαμαμότο, ο Μιγιάκι ανήκε στο κύμα των νεαρών Ιαπώνων σχεδιαστών μόδας που άφησαν το στίγμα τους στη γαλλική πρωτεύουσα από τα μέσα της δεκαετίας του ’70, ακολουθώντας τα βήματα των μεγάλων της μόδας, Κένζο Τακάντα και Χανάε Μόρι.
Ανάμεσα στις επινοήσεις του ήταν η γραμμή «Πτυχές Παρακαλώ», με ρούχα με πτυχές που δεν τσαλακώνονται, η οποία επανάφερε το παλιό ύφος ρούχων που αποπνέουν ρευστότητα και άνεση.
Η φουτουριστική τσάντα «Bao Bao» που σχεδίασε με τα τρίγωνα, αντιγράφτηκε από πολλούς και συνόδευσε αναρίθμητες κλασικές εμφανίσεις.
Για τον Στιβ Τζομπς ο Μιγιάκι σχεδίασε πάνω από 100 μαύρα ζιβάγκο.
Εντυπωσίασε το κοινό στα ντεφιλέ με τη συλλογή του με τίτλο «A-POC» (A Piece Of Cloth, δηλαδή «Ένα Κομμάτι Ύφασμα»), για την οποία χρησιμοποίησε ηλεκτρονικό υπολογιστή για να δημιουργήσει ρούχα χωρίς ραφές.
«Όταν θα ανησυχώ για το που οδεύω ή όταν θα σκοντάφτω κάπου, θα επιστρέφω στο “Ένα Κομμάτι Ύφασμα”», είχε πει το 2006 όταν τιμήθηκε με το διάσημο βραβείο Kyoto.
«Από τα αρχαία χρόνια, στην Ελλάδα ή στην Αφρική, κάθε πολιτισμός ξεκίναγε να κατασκευάζει ρούχα από ένα μοναδικό κομμάτι ύφασμα ή από δέρμα», όπως εξηγούσε.