*** Φίλες και Φίλοι,
κλαίει η μάνα τού Αϊνστάϊν με το Αήττητον τής Βλακείας.
Αφορμή για αυτό μου το ξέσπασμα,
αφορμή για να σπάσω τη σιωπή μου
(και είναι πρωτάκουστο μία καθημερινή στήλη να σπάει τη σιωπή της),
απετέλεσε μία συμμετέχουσα στο «Next Top Model»·
δεν θα δημοσιεύσω τη φωτογραφία της,
για να μην προσωποποιήσω σε απόλυτο βαθμό
τη σκληρή κριτική που θα τής ασκήσω.

* Ένας εξαιρετικά διδακτικός διάλογος, λοιπόν,
διημείφθη στο πετυχημένο και πολυσυζητημένο ριάλιτι μόδας.
Το πράγμα προδιεγράφη και κατέστη προβληματικό
πριν καν η εν’ λόγω επίδοξη μοντέλα εμφανιστεί μπροστά στους κριτές·
στο εισαγωγικό βιντεάκι που μάς συστήθηκε, ακούσαμε το πρώτο… τέρατο:
«Με λένε (τάδε) και είμαι εικοστέσσερα χρονών.».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

* «…εικοστέσσερα χρονών…».
Άντε να πάρεις στα σοβαρά μία γυναίκα
που σού λέει ότι είναι «εικοστέσσερα χρονών».

* Στην Εποχή τού Διαδικτύου,
στην εποχή που η Γνώση και η Μόρφωση μάς προσφέρονται στο πιάτο
και δεν υπάρχουν οι τεράστιες δυσκολίες άλλων δεκαετιών,
όταν ακούω αμόρφωτη γυναίκα να σολοικίζει και να εκτοξεύει «τούβλα»,
κάνω πάντα την ίδια σκέψη..:
«Καλά ο πατέρας σου·
μπορεί ο άνθρωπος να μην έμαθε γράμματα,
να μην τον ευνόησαν οι συνθήκες τής ζωής του,
μπορεί να διοχέτευσε όλην του την ενέργεια
στην αγωνιώδη προσπάθεια να σε μεγαλώσει.
Ένας γκόμενος, διάολε, δεν ενδιαφέρθηκε για σένα,
να σού μάθει ότι είσαι “εικοσιτεσσάρων χρόνων”
και να σε γλυτώσει από το ρεζιλίκι..;».

* Όμως, να ’ταν μόνο αυτό·
δυστυχώς, το «μαργαριτάρι» ήταν μόνο ένα παγάκι από το παγόβουνο.
Η περί ης ο λόγος
(την οποία -προς ευκολίαν τής συνεννόησής μας- θα την ονομάζω «Λαμέ»,
διότι με τη συνολική παρουσία της
με παρέπεμψε ευθέως
στην υπηρέτρια τού Παπαμιχαήλ και τής Βουγιουκλάκη,
στην κωμωδία «Αχ, αυτή η γυναίκα μου»),
είχε στη συνέχεια τού βίντεο
τον εξής διάλογο με μία μεγαλύτερη σε ηλικία γυναίκα
(πιθανώς με τη μητέρα της):
«- Ουάου, είσαι μία θεά.
– (Λαμέ) Όπως πάντα.
– Μπράβο.
– (Λαμέ) Το ’χουμε· θα κερδίσουμε.
– Εννοείται…».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

* Και κατέληξε..:
«Ήρθα εδώ για να κερδίσω… Τίποτα δεν με σταματάει… Πάμε για τη νίκη…».
Αμέσως μετά, εισήλθε συνάμενη-κουνάμενη στο στούντιο.

* Ντρεπόμουν ήδη για λογαριασμό της, θλιβόμουν ήδη με την πλάνη της.
Αν δεν την έβλεπες, αν δεν την άκουγες,
θα νόμιζες -με βάση τούς αυτοπροσδιορισμούς της-
ότι είχες να κάνεις με την Αντριάνα Λίμα ή την Ιρίνα Σάϊχ
(Αντριάνα και Ιρίνα,
σάς ζητώ συγγνώμη που σάς εμπλέκω άθελά σας
σε μικροαστικές φαντασιοπληξίες κάποιας που είναι… εικοστέσσερα χρονών).

* Όμως, η πραγματικότητα ήταν διαφορετική.
Αυτή η κοπέλα είχε μεν καλό σώμα,
αλλά είχε πολύ άσχημο μέτωπο, εξίσου άσχημα δόντια και χαμόγελο
(κυριολεκτώ στους χαρακτηρισμούς και δεν υπερβάλλω κατ’ ελάχιστον),
μία φωνή που εξέπεμπε παντελή έλλειψη ουσιαστικής αυτοεκτίμησης
και μία… στραμπουληγμένη ομιλία.

* Τώρα, βρισκόταν μπροστά στην κριτική επιτροπή.
Το «Βατερλό» έμπαινε στην τελική του ευθεία…

* Μόλις είδαν το θλιβερά άστοχο και υπερβολικό μακιγιάζ της οι κριτές,
την έστειλαν πίσω να ξεβαφτεί·
τα πρώτα σχόλιά τους δεν ήταν απλώς δυσοίωνα·
ήταν καταδικαστικά.
«Είναι σα μασκαράς», είπε η Βίκυ Καγιά.
«Είναι σαν π…..α», είπε χαμηλόφωνα η Ηλιάνα Παπαγεωργίου.
«Δεν είχε κάνει λάθος contouring
(δηλαδή, μακιγιάζ βασισμένο στις φωτοσκιάσεις).
Έκανε μεγάλο λάθος που ήρθε· δεν κάνει.», είπε ο Δημήτρης Σκουλός.

* Ήδη το σκηνικό γινόταν θλιβερό·
ένα άτομο λέει «Το’χουμε, θα κερδίσουμε…»
και -άμα τη εμφανίσει του-
τέσσερις ειδήμονες καταλήγουν ακαριαία ότι «Δεν κάνει.».

* Η «Λαμέ» επανήλθε
και ερωτήθηκε αν είχε ασχοληθεί ξανά με τον χώρο τού Μόντελινγκ.
«Έχω πάει στο “Star Θεσσαλίας”, αλλά δεν πέρασα.
Γιατί, δούλευα και δεν μπόρεσα…», απήντησε,
και μείναμε να αναρωτιόμαστε
πώς συνδυάζεται η φράση «Έχω πάει αλλά δεν πέρασα»,
με τη φράση «Δούλευα και δεν μπόρεσα».

*** Πάμε στο επόμενο θλιβερό απόσπασμα
τού διαλόγου ανάμεσα στους κριτές και στην κρινόμενη..:
– Εδώ γιατί ήρθες; Τι σε κάνει να πιστεύεις ότι μπορείς να τα καταφέρεις;
– Γιατί πιστεύω ότι θα κερδίσω.
– Αλήθεια λες;
– Γιατί όχι; Φυσικά.
– Γιατί ναι;
– Γιατί «ναι»; Γιατί είμαι διατεθειμένη να κερδίσω.

* Λοιπόν, κατ’ αρχάς να πω,
ότι υπάρχουν κάποιοι κώδικες στη γλώσσα,
οι οποίοι προδίδουν τις μύχιες σκέψεις μας, τα συναισθήματά μας,
τις επάρκειες και τις ανεπάρκειές μας,
όπως επίσης, την αυτοπεποίθησή μας και την αυτοεκτίμησή μας
(ή την έλλειψή τους).

* Αν σκέφτεσαι να πας σε οποιονδήποτε διαγωνισμό
έχοντας ως βασικό επιχείρημά σου το «Γιατί όχι;»,
μην πας·
θα έχεις ως κέρδος σου «ένα ρεζιλίκι λιγότερο».
Όσο για τη διατύπωση «Είμαι διατεθειμένη να κερδίσω.»,
αν διαβάζει ετούτο εδώ το πόνημα ο Γιώργος Μπαμπινιώτης,
φοβάμαι ότι θα οδηγηθεί στο απονενοημένο διάβημα
μετά από αυτήν την αδιανόητη μπούρδα…
(τώρα που το σκέφτομαι καλύτερα,
είμαι διατεθειμένος να πιάσω το «Τζόκερ»·
παιδιά, είναι πολύ σημαντικό να είμαστε διατεθειμένοι στη ζωή μας)

*** Επόμενο απόσπασμα τού διαλόγου..:
– Πώς θα το καταφέρεις, ρε παιδάκι μου, αυτό..;
Δώσε μας λίγο το πλάνο σου…
– Θα μπω στο παιχνίδι… Θα δω πώς έχουν τα πράγματα… Και θα κερδίσω…

* Χαχαχα, έλα, ρε «Λαμέ», πες το μας επιτέλους το κολπέτο και το ψάχναμε.
Ήταν τόσο απλό κι εμείς το κάναμε δύσκολο;
Ορίστε το περιζήτητο μυστικό τής επιτυχίας.
Όταν θέλεις να κερδίσεις, τα βήματα είναι απλά..:
Μπαίνεις στο παιχνίδι, βλέπεις πώς έχουν τα πράγματα, και τσουπ, κερδίζεις.

*** Επόμενο απόσπασμα (η αλήθεια είναι ότι αρχίζω να το διασκεδάζω):
– (Μπράτης) Τι σε κάνει να πιστεύεις ότι θα μπεις στο παιχνίδι;
– Απλά, θέλω να κερδίσω. Και θα το καταφέρω.
– Ναι, αλλά για να κερδίσεις πρέπει να μπεις στο παιχνίδι.
– (με κατηγορηματικό ύφος) Θα μπω στο παιχνίδι.
– Τι προσόντα έχεις; Μίλησέ μας για σένα και για τα προσόντα σου…
– Προσόντα…
(σκέφτεται, διότι η ερώτηση ήταν… δύσκολη,
αλλά ευτυχώς έχει μία λέξη εύκαιρη)
Θέληση…
– (Ηλιάνα) Καλά, θέληση έχουμ’ όλοι. Κι εγώ, πολλά θέλω, αλλά…
– (Σκουλός) Εγώ έχω θέληση να παίξω στον Ολυμπιακό,
αλλά δεν με πήρανε ποτέ.
– (Μπράτης) Εγώ βλέπω μία γλώσσα τού σώματος πολύ μάγκικη,
έχεις βάλει και το χέρι στη μέση, είναι λίγο σα να μάς απειλείς,
και σηκώνεις και τα χέρια, και «Έχω θέληση», και, είμαστε στο Μπρονξ.
– Όχι, όχι.
– Όχι, ε..; Ωραία, κατέβασ’ το χέρι σου τότε κάτω.
Λοιπόν, άρχισε να μαθαίνεις…
Πώς θα μπεις; Έτσι θα μπεις; Τι, θα πας μέσα να τούς απειλήσεις όλους;
– Γιατί όχι;
– Θες να σού πω γιατί; ΟΧΙ.
(πατάει το κουμπί τού «Όχι»·
μονομιάς, το πρόσωπο τής… σίγουρης νικήτριας χλωμιάζει·
η κίβδηλη αυτοπεποίθηση βαράει εξαφανιζόλ)

*** Φτάνουμε στην κορύφωση τού δράματος·
η Βίκυ Καγιά αναλαμβάνει με εξαιρετικά ευγενικό τρόπο
να εξηγήσει στη «Λαμέ» πώς έχει η κατάσταση…
– Κοίταξε να δεις…
Η μεγάλη σιγουριά στη ζωή και στον επαγγελματικό μας χώρο
μπορεί να είναι καλό (στοιχείο) κάποιες φορές,
αλλά με τον τρόπο που το εκφράζεις εσύ, καλό δεν είναι.
– (Ηλιάνα) Αυτό δεν είναι σιγουριά. Είναι αλαζονεία.
– (Καγιά) Αυτό θέλω να πω τώρα. Αγγίζεις λοιπόν τα όρια τής αλαζονείας.
Και όταν είμαστε αλαζόνες,
δεν έχουμε καθαρή ματιά
να δούμε τι ακριβώς πρέπει να κάνουμε για να πετύχουμε.
Επίσης,
δεν θεωρώ ότι πληροίς τις προδιαγραφές
για να καταφέρεις να γίνεις ένα σωστό μοντέλο,
αυτού τού βεληνεκούς που θέλουμε εμείς.
Εσύ πιστεύεις ότι τις έχεις (τις προδιαγραφές);
– (Λαμέ) Φυσικά.
Κι αν δεν τις έχω, θα μπω στο παιχνίδι, θα μάθω πώς γίνονται τα πράγματα…
– (Ηλιάνα) Τις προδιαγραφές τις έχεις για να μάθεις τα υπόλοιπα;
Αυτό σε ρωτάει η Βίκυ.
– (Λαμέ) Τι προδιαγραφές θέλετε, δηλαδή..;
– (Καγιά) Το ωραίο δέρμα, τα ωραία μαλλιά,
το σωστό στρωμένο σώμα, το αδύνατο, το στεγνό,
να περπατάς σωστά, να ποζάρεις διαφορετικά, ν’ ακούς, να πειθαρχείς…
– (Λαμέ) Εντάξει, δεν έχω μάθει να περπατάω ακόμα…
– (Καγιά) Τι έχεις μάθει λοιπόν;
Τι μπορεί να ξέρεις τόσο καλά,
που θα θαμπώσεις εμάς και όλους που θα σε δουν για να κερδίσεις;
– (το πρόσωπο τής Λαμέ έχει πια το χρώμα τού… λευκού κεριού·
μπροστά στις ερωτήσεις ουσίας που τής υποβάλλονται,
αισθάνεται αποσβολωμένη)
Εεε…, να μάθω να κάνω καμιά πόζα;

* Όλα έχουν τελειώσει.
Παίρνει τρία «Όχι» και ένα ειρωνικό «Ναι» από τον Σκουλό,
ο οποίος αιτιολογεί την κατάφασή του
λέγοντας ότι έτσι ανοίγονται και για αυτόν ελπίδες
να παίξει επιτέλους στον Ολυμπιακό.
Το ειρωνικό «Ναι» είναι χειρότερο από το χειρότερο «Όχι».

*** Η «Λαμέ» αποχωρεί.
Και αποχωρεί,
επιβεβαιώνοντας με τα λεγόμενά της την περίφημη ρήση τού Αϊνστάϊν..:
«Δεν θέλουν αυτοπεποίθηση.
Μάλλον θέλουνε αρνάκια, να κάθονται και να λένε “Ναι, ναι.”.
Αυτή είμαι.
Τι, θα μού πουν αυτοί άμα εγώ είμαι καλή ή άμα δεν είμαι;
Πάμε καλά τώρα;
Αυτοί χάνουνε. Εγώ δεν χάνω.».

*** Επιμύθιο:
Αυτόν τον διάλογο, κι ας είναι μακρόσυρτος,
προτείνω να τον τυπώσουμε όλοι μας,
ώστε να ξέρουμε τι πρέπει να αποφεύγουμε
για να μη μετατρέπουμε τη ζωή μας σε έναν θλιβερό αυτοεξευτελισμό.
Η τελευταία φράση είναι απολύτως αντιπροσωπευτική,
είναι το «σήμα-κατατεθέν» των Ατάλαντων και των Ανοήτων..:
«Αυτοί χάνουνε. Εγώ δεν χάνω.».
Πράγματι, η Βλακεία είναι Ανίκητη.

* Και κάτι ακόμη..:
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ατάλαντος είναι ΚΑΙ Ανόητος.
Το επιχείρημα που τεκμηριώνει με αδιαμφισβήτητο τρόπο αυτήν τη συνεπαγωγή,
είναι ότι ο Έξυπνος Άνθρωπος έχει την ικανότητα
να ανακαλύπτει πού έχει ταλέντο
και να μη διασύρεται ακολουθώντας ένα «λάθος όνειρο».
Άλλο η Έπαρση, άλλο η Αλαζονεία.
Και οι νοούντες νοήτωσαν…

*** Φεύγω για να σάς λείψω
και θα επιστρέψω για να μη σάς λείπω…

*** Ες σήμερον τα σπουδαία, ες Δευτέραν τα σπουδαιότερα…

*** Καλό Σαββατοκύριακο να έχετε. Τα λέμε τη Δευτέρα…

Ο Υπο-Κοσμικός

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης