Η απάντηση στο… μεγάλο μυστήριο τού «Big Brother».
 

Αποτελεί το μείζον ερώτημα τού φετινού «Big Brother»:

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Παίζει θέατρο η Άννα-Μαρία;».

 

Είτε μάς αρέσει, είτε όχι,

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

αυτή η αμφιλεγόμενη γυναίκα αποτελεί το κεντρικό πρόσωπο τού φετινού ριάλιτι

και αφήνει αναμφίβολα την προσωπική της σφραγίδα στην Ελληνική Τηλεόραση

(με σαφείς παραπομπές και στην Ελληνική Κοινωνία)·

η συμπεριφορά της, η ενδυματολογική αισθητική της, ο ψυχισμός της,

αποτελούν τα σημεία τριβής και αγεφύρωτης διαφωνίας

ανάμεσα στους υποστηρικτές της και τούς επικριτές της.

Οι μεν υποστηρίζουν μετ’ επιτάσεως ότι είναι αληθινή,

οι δε ότι είναι ψεύτικη και υποκρίνεται.

 

Εν τέλει, παίζει θέατρο η Άννα-Μαρία;

 

Το «Ναι» και το «Όχι»,

το «Ναι, παίζει θέατρο.» και το «Όχι, δεν παίζει θέατρο.»,

αποτελούν επιπόλαιες και υπεραπλουστευτικές προσεγγίσεις,

οι οποίες καταλήγουν σε αδιέξοδη πόλωση.

Ως εκ τούτου, η απάντηση δεν πρέπει να δίνεται εύκολα,

αλλά να προκύψει μέσα από την τοποθέτηση τού θέματος στις σωστές βάσεις και διαστάσεις.

 

Ξεκινάμε, λοιπόν,

με την παράμετρο που θα μάς οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στη λύση τού γρίφου.

 

Ερωτώ: Ποια είναι η πιο σεβαστή συναισθηματική αντίδραση;

Χωρίς αμφιβολία, η πιο σεβαστή συναισθηματική αντίδραση είναι το Κλάμα.

Μπροστά στο κλάμα ενός ανθρώπου,

οι υπόλοιποι σιωπούμε, καταθέτουμε σεβασμό, ενίοτε συμμετέχουμε και συμπάσχουμε.

 

Η Άννα-Μαρία κλαίει εύκολα. Πολύ εύκολα. Πάρα πολύ εύκολα.

Κλαίει από λύπη, κλαίει από χαρά, κλαίει υπό συνθήκες πίεσης, κλαίει χωρίς πίεση, 

φτάνει να δίνει την αίσθηση ότι «Κλαίει για να κλαίει.».

 

Η Άννα-Μαρία αντιμετωπίζει το Κλάμα ως το ψυχολογικό καταφύγιό της,

αλλά συνάμα και ως το ψυχολογικό ορμητήριό της·

η Άννα-Μαρία χρησιμοποιεί το Κλάμα ως άμυνά της

(ώστε να μειώνει ή και να εξαλείφει τις επιπτώσεις των λαθών της)

και συνάμα ως επίθεσή της

(διότι θεωρεί ότι με αυτόν τον τρόπο θα πετύχει τον εκάστοτε στόχο της).

Στα 36 χρόνια τής ζωής της,

έχει διαπιστώσει και εξακριβώσει

την καταλυτική επίδραση που (εξ)ασκεί το Κλάμα στο Συλλογικό Θυμικό

και επιχειρεί συνεχώς να αξιοποιεί τη δυναμική του προς όφελός της.

 

Όμως,

όταν το Συναίσθημα γίνεται εφαλτήριο ψυχαναγκασμού

και όργανο τής προσωπικής προπαγάνδας ενός ανθρώπου,

αυτομάτως επέρχεται η αποδυνάμωσή του και τελικώς η αποδόμησή του.

Είναι εντελώς διαφορετικό το «Κλαίω.» από το «Προσπαθώ να κλάψω…»·

ιδού μία τραγικά αποτυχημένη προσπάθεια κλάματος

όπου τα δάκρυα χάνουν την αξία τους…

 

(η σκηνή είναι από τις 2 Σεπτεμβρίου,

μόλις τέσσερις ημέρες από την έναρξη τού «Big Brother»)

Η Άννα-Μαρία κλαίει εύκολα. Πολύ εύκολα. Πάρα πολύ εύκολα.
Η ζωή έχει διδάξει ότι το «Εύκολο Κλάμα» είναι «Ψεύτικο Κλάμα»,
οπότε θα μπορούσαμε να αποδεχθούμε αυτομάτως τη λογική συνεπαγωγή
πως «Αφού αυτή η γυναίκα κλαίει εύκολα-ψεύτικα, άρα παίζει θέατρο.».
Όχι, δεν είναι ετούτη η τελική ετυμηγορία.

Η λέξη-κλειδί που ουδείς έχει αναφέρει έως τώρα,

η λέξη-κλειδί που θα μάς δώσει την απάντηση,

είναι η ΑΥΘΥΠΟΒΟΛΗ.

 

Η Άννα-Μαρία έχει εμφανέστατες ψυχολογικές ελλείψεις

και βαθιές τραυματικές ανασφάλειες

που πηγάζουν από το προσωπικό περιβάλλον της

(είτε μιλάμε για το στενό προσωπικό περιβάλλον που λέγεται «Οικογένεια»,

είτε μιλάμε για το ευρύτερο προσωπικό περιβάλλον

που περιλαμβάνει τούς φίλους, τούς συντρόφους, τούς εραστές

και εν γένει την Κοινωνία).

 

Η Άννα-Μαρία είναι μία τραγική εκδοχή τής φράσης «Η ζωή που δεν έζησα…»·

πρόκειται για οδυνηρή συνθήκη που βεβαίως και δεν είναι μονοπωλιακή,

καθώς υπάρχουν αναρίθμητα άτομα που την έχουν βιώσει και τη βιώνουν.

 

Η εσωτερική αναπηρία που συμπυκνώνεται στη φράση «Η ζωή που δεν έζησα…»

ουδόλως είναι αξιόμεμπτη,

αλλά έχει εξακριβωθεί αναρίθμητες φορές από την ίδια τη Ζωή

ότι οδηγεί τούς ανθρώπους σε πάσης φύσεως αξιόμεμπτες πράξεις.

 

Στην περίπτωση τής Άννας-Μαρίας,

η ζωή που δεν έζησε την έχει καθηλώσει σε μία έκδηλη παιδικότητα

που άλλοτε καθιστά αυτήν τη γυναίκα ως αντικείμενο συμπάθειας

και άλλοτε την καθιστά ως αντικείμενο απέχθειας.

 

Το Κλάμα είναι ο «ασφαλής» τρόπος

με τον οποίο η Άννα-Μαρία ξέρει ότι θα τραβήξει την προσοχή·

μία απελπισμένη 36χρονη,

μία 36χρονη που είναι πασίδηλο και επανειλημμένα διαπιστωμένο

ότι κυνηγά απελπισμένα τη Δημοσιότητα και τη (Συλλογική) Προσοχή,

καταφεύγει στο Κλάμα

είτε ως κεντρική έκφραση συναισθήματος, είτε ως ύστατη λύση.

 

Και πάνω απ’ όλα,

η έμπλεη χαμηλής αυτοεκτίμησης και χαμηλής αυτοπεποίθησης Άννα-Μαρία

καταφεύγει στο Κλάμα για να τραβήξει την προσοχή τού ίδιου της τού εαυτού 

(θυμίζω την υπέρτατα τραγική στιγμή, 

όπου εχάϊδευε κλαίγοντας το είδωλό της στον καθρέφτη 

και προέβαινε σε σοκαριστική αυτο-αναφορικότητα). 

 

Κατόπιν τούτων,

φαντάζουν ανεπαρκέστατες οι προσεγγίσεις «Παίζει θέατρο.» και «Δεν παίζει θέατρο.».

Ετυμολογικώς το «Θέατρο» προέρχεται -εξ αρχαιότητας- από τη «θέα»

και το παράγωγο ρήμα «θεώμαι» που εσήμαινε «βλέπω, παρατηρώ».

 

Ε, λοιπόν,

εδώ αρμόζει σε απόλυτο βαθμό η σοφή κινεζική παροιμία που λέει ότι

«Είναι εύκολο να δεις, αλλά δύσκολο να γνωρίσεις…».

 

Η Άννα-Μαρία είναι προϊόν τής μεσαιωνικής αντίληψης

που επικρατεί έως και σήμερα σε μεγάλο τμήμα τής Νεοελληνικής Κοινωνίας.

Τα προβλήματα κρύβονται πίσω από κλειστές πόρτες,

η θλιβερή κουλτούρα «Τι θα πει ο κόσμος…» αποτελεί γνώμονα ζωής,

οι οικογένειες παράγουν ανθρώπους που είναι «ανοχύρωτες πόλεις»

και τούς παραδίδουν ως βορά στον μαζικό κανιβαλισμό,  

η «Τοπική Ομερτά» είναι ο κυρίαρχος κώδικας επικοινωνίας,

το «Εύκολο-Ψεύτικο Κλάμα» γίνεται μέσο επιβίωσης.

 

Όπερ μεθερμηνευόμενον, το «θέατρο» με «θέατρο» περνάει.

Δεν είναι ψευτιά, δεν είναι καν υποκρισία, και βεβαίως ΔΕΝ είναι Υποκριτική·  

Ομοιοπαθητική είναι.

Η Ομοιοπαθητική που γίνεται το ύστατο αντίδοτο στην Κοινωνική Ψυχοπαθητική.

 

Τα θλιβερά αποτελέσματα τα βλέπουμε στις οθόνες μας…

 

Ο Υπο-Κοσμικός

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης