Η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται, η πιστοληπτική της αξιολόγηση αναβαθμίζεται και η κυβέρνηση έχει επιστρέψει στις αγορές ελπίζοντας σε έξοδο από τα πολυετή μνημόνια.

Ωστόσο, η Ελλάδα είναι αντιμέτωπη με την πρόκληση της προσέλκυσης μακροπρόθεσμών επενδυτών στην επικείμενη έκδοση επταετούς ομολόγου, αναφέρει σε εκτενές δημοσίευμά του το Reuters όπου, μεταξύ άλλων, φιλοξενεί δηλώσεις σημαντικών “παικτών” της αγοράς.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Αν και οι περισσότεροι αναγνωρίζουν την πρόοδο της οικονομίας, εστιάζουν ιδιαίτερα στο ζήτημα του υπερμεγέθους δημόσιου χρέους που αποτελεί και τον κύριο ανασταλτικό παράγοντα τοποθέτησης στην ελληνική αγορά ομολόγων.

Υπενθυμίζεται ότι η Ελλάδα επέστρεψε για πρώτη φορά από το 2014 πέρυσι στις αγορές. Η πώληση πενταετών ομολόγων ύψους 3 δισ. Ευρώ με επιτόκιο 4,625% θεωρήθηκε ότι στέφθηκε με επιτυχία.

Η περυσινή δημοπρασία ελληνικού χρέους υποστηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό από Hedge fund, σημειώνει το Reuters προσθέτοντας ότι θα αποτελούσε ένδειξη εμπιστοσύνης η δυνατότητα της Ελλάδας να προσελκύσει ένα μεγαλύτερο ποσοστό συντηρητικών funds στη νέα πώληση ομολόγων που θα πραγματοποιηθεί πιθανότατα την επόμενη εβδομάδα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, δύο μεγάλοι επενδυτές ομολόγων δήλωσαν στο Reuters ότι μάλλον δεν θα συμμετέχουν στην επικείμενη πώληση ελληνικών τίτλων, καθώς εξακολουθούν να ανησυχούν για την βιωσιμότητα του χρέους της χώρας. Άλλος επενδυτής είπε στο πρακτορείο ότι θα προσεγγίσει με επιφυλακτικότητα την πώληση.

Η Ελλάδα διασώθηκε τρεις φορές την τελευταία δεκαετία και το χρέος της πλησιάζει το 200% του ΑΕΠ, ήτοι το υψηλότερο ποσοστό ανάμεσα στις 28 χώρες μέλη της ΕΕ, σημειώνει το Reuters.

«Η Ελλάδα είναι μια αμφιλεγόμενη ιστορία, καθώς από την μία η εικόνα της οικονομίας της έχει βελτιωθεί και οι μεταρρυθμίσεις που ζητήθηκαν από την Κομισιόν έχουν ψηφιστεί, και από την άλλη το χρέος της εξακολουθεί να είναι τεράστιο», σχολίασε ο Patrick Barbe, επικεφαλής του τμήματος ευρωπαϊκών ομολόγων της BNP Paribas Asset Management, που δεν διαθέτει κάποια έκθεση στην Ελλάδα, καθώς η χαμηλή πιστοληπτική της αξιολόγηση την θέτει εκτός επενδυτικών “στόχων”.
Ο ίδιος εμφανίστηκε διστακτικός στο να αγοράσει ομόλογα από τις νέες ελληνικές δημοπρασίες.

Ο Seamus Mac Gorain, διευθυντής χαρτοφυλακίου σταθερού εισοδήματος της JPMorgan Asset Management, που διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία 1,6 τρισ. δολαρίων, δήλωσε ότι αν και το ισχυρό αναπτυξιακό περιβάλλον σημαίνει περισσότερη εμπιστοσύνη στους δανειολήπτες υψηλής απόδοσης όπως η Ελλάδα, τα υψηλά επίπεδα χρέους θα είναι ανασταλτικός παράγοντας για μια μείωση του κόστους δανεισμού.

Δελεαστικές οι υψηλές αποδόσεις

Για πολλούς επενδυτές, η Ελλάδα προσφέρει πολύ δελεαστικές αποδόσεις και ως εκ τούτου η νέα έκδοση αποτελεί για αυτούς μια νέα ευκαιρία αποκόμισης κερδών, ιδιαίτερα σε μια περίοδο που παρατηρείται μια γενικευμένη στροφή προς πιο ριψοκίνδυνα assets, περιλαμβανομένων τίτλων των αναδυόμενων αγορών και υψηλής απόδοσης ομολόγων.

Όσοι επένδυσαν σε ελληνικά ομόλογα πέρυσι μετρούν αποδόσεις της τάξης του 40% σε όρους δολαρίου ΗΠΑ, ήτοι τις υψηλότερες αποδόσεις ομολόγων στην Ευρώπη, σημειώνει το Reuters.

Ανάμεσα σε αυτούς που θέλουν να επενδύσουν στην επικείμενη έκδοση είναι και ο Mark Dowding, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην BlueBay Asset Management.

«Το μόνο Grexit που θα δούμε, είναι η έξοδος της Ελλάδας από το μνημόνιο», δήλωσε χαρακτηριστικά ο ίδιος λέγοντας πως θα επιδιώξει συμμετοχή στη νέα δημοπρασία.

Παρά την βελτιωμένη εικόνα, ο Jeffrey Franks, διευθυντής του ευρωπαϊκού γραφείου του ΔΝΤ συνέστησε προσοχή.
Όπως δήλωσε ο ίδιος, η Ελλάδα έχει εντυπωσιάσει με την ταχύτητα των μεταρρυθμίσεών της και τις πρόσφατες επιδόσεις στους δημοσιονομικούς στόχους και ως εκ τούτου το ΔΝΤ δεν βλέπει την ανάγκη για πρόσθετη λιτότητα φέτος.

Ωστόσο, σύμφωνα με τον ίδιο χρειάζονται μακροπρόθεσμες βελτιώσεις στην οικονομία και δεν πρέπει να επικρατήσει πνεύμα εφησυχασμού μετά την λήξη του προγράμματος.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης