Οι εποπτικές αρχές της ΕΚΤ είναι πιθανό να αναβάλλουν την δημοσίευση νέων κανόνων που στόχο έχουν να αντιμετωπίσουν τον τεράστιο όγκο των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών της ευρωζώνης, μετά από έντονη κριτική από βουλευτές και τραπεζίτες, σύμφωνα με πηγές του Reuters.

Η καθυστέρηση είναι το πιο πρόσφατο εμπόδιο στην προσπάθεια της ΕΚΤ να μειώσει τα κόκκινα δάνεια ύψους 759 δισ. ευρώ που προέκυψαν από την κρίση –κάτι που αποτελεί προτεραιότητα από όταν έγινε η εποπτική τραπεζική αρχή της ευρωζώνης, το 2014.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Τραπεζίτες και ευρωβουλευτές, ιδιαίτερα από την Ιταλία, ανησυχούν ότι ο εξαναγκασμός των τραπεζών να εξοικονομήσουν περισσότερα κεφάλαια για την κάλυψη τυχόν επισφαλών δανείων τους, θα περιορίσει τον δανεισμό στις οικονομίες που ήδη έχουν μείνει πίσω από την έντονη οικονομική ανάπτυξη σε άλλες περιοχές της ευρωζώνης.

Τρεις πηγές δήλωσαν στο Reuters ότι οι εποπτικές αρχές της ΕΚΤ εξακολουθούν να στοχεύουν στη δημοσίευση το Μάρτιο, της πρώτης σειράς των νέων μέτρων που στόχο έχουν τα επισφαλή δάνεια που βρίσκονται στους ισολογισμούς των τραπεζών, ενώ οι λεπτομέρειες των νέων κανόνων θα μπορούσαν να αποφασιστούν στους επόμενους μήνες.

Καμία τελική απόφαση δεν έχει ληφθεί ακόμη για το ζήτημα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι τράπεζες ανησυχούν ότι εάν υποχρεωθούν να εξοικονομήσουν περισσότερα κεφάλαια, θα υποχρεωθούν να καταφύγουν στις αγορές. Οι αρχές τώρα διεξάγουν μια αξιολόγηση της επίδρασης που θα έχουν αυτά τα μέτρα στον τραπεζικό κλάδο της ευρωζώνης.

Αυτή η μελέτη περιλαμβάνει σενάρια που βασίζονται στο προσχέδιο των κανόνων για τα νέα NPLs, όπου δίνεται στις τράπεζες προθεσμία επτά ετών για να παράσχουν πίστωση εξασφαλισμένη με collateral και δύο χρόνια για μη εξασφαλισμένο χρέος, τονίζουν οι πηγές.

Μία από τις μεταβλητές είναι εάν τα νέα μέτρα θα εφαρμοστούν σε όλες τις τράπεζες με NPLs άνω του μέσου όρου ή μόνο σε αυτές που το θέμα είναι πολύ χειρότερο.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΚΤ, μόλις το πάνω από 5% των δανείων σε μεγάλες τράπεζες της ευρωζώνης δεν έχει αποπληρωθεί από το τέλος Σεπτεμβρίου 2017, χαμηλότερα από το 6,5% που ήταν πριν από ένα χρόνο.

Αλλά αυτό το ποσοστό είναι ιδιαίτερα υψηλό στην Ελλάδα (46%), στην Κύπρο (34%), στην Πορτογαλία (18%) και 12%-13% σε Ιταλία, Σλοβενία, Ιρλανδία.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης