Συνολική αύξηση της απασχόλησης 2,7% καταγράφεται στο λιανεμπόριο τροφίμων και το 2023, με κύριο πυλώνα τα σούπερ μάρκετ.
Πλέον οι άμεσα απασχολούμενοι στο λιανεμπόριο τροφίμων εκτιμάται ότι ξεπερνούν τους 222.000, με τις 6.000 να έχουν προστεθεί την τελευταία χρονιά με αυξητική τάση, ενώ σημειώθηκε αύξηση κατά 24% του μισθολογικού κόστους την τελευταία 4ετία για τον κλάδο του λιανεμπορίου.
Την ίδια ώρα, ποσοστό 84% των στελεχών σούπερ μάρκετ θεωρούν πρόβλημα την εύρεση προσωπικού. Τα παραπάνω συμπεράσματα προκύπτουν από έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ).
Από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ προκύπτει ότι το λιανεμπόριο τροφίμων τόσο την περίοδο της έντονης οικονομικής ύφεσης, όσο και την περίοδο της πανδημίας, αποτελεί έναν από τους πιο δυναμικούς κλάδους της οικονομίας σε σχέση με τη διατήρηση και την αύξηση της απασχόλησης στην Ελλάδα την περίοδο του 2010-2023. Συγκεκριμένα, από την επεξεργασία των στοιχείων απασχόλησης που παρέχει σε τριμηνιαία βάση η ΕΛΣΤΑΤ προκύπτει ότι την περίοδο 2000-2023 το λιανεμπόριο τροφίμων παρουσιάζει αύξηση της απασχόλησης κατά 63%, σε αντίθεση με το υπόλοιπο λιανικό εμπόριο το οποίο παρουσιάζει μείωση κατά 11%.
Πρακτικά, το λιανεμπόριο τροφίμων το 2023 απασχολεί πάνω από 80.000 περισσότερους εργαζόμενους σε σχέση με το 2000, ξεπερνώντας τις 222.000 άμεσα απασχολούμενους. Συγκεκριμένα, το 2023 το λιανεμπόριο τροφίμων αύξησε την απασχόλησή του κατά 2,7% σε σχέση με το 2022, δηλαδή κατά 6.000 εργαζομένους.
Η τάση αυτή ήταν αντίστροφη με το λοιπό λιανικό εμπόριο, παρουσιάζοντας μειωτική τάση το 2023 κατά 0,5% σε σχέση με το 2022. Εξαιτίας της αύξησης που παρουσιάζει την τελευταία 10ετία το λιανεμπόριο τροφίμων και της ταυτόχρονης μείωσης των άλλων εμπορικών κλάδων, πλέον η απασχόληση του λιανεμπορίου τροφίμων αντιπροσωπεύει πάνω από το 35% συνολικά του λιανικού και χονδρικού εμπορίου, έχοντας σημαντικά μεγαλύτερες πωλήσεις μάλιστα από το λοιπό λιανεμπόριο.
Σημειώνεται ότι το λιανεμπόριο τροφίμων το 2023 αντιπροσωπεύει πάνω από το 5% της συνολικής απασχόλησης στην Ελλάδα, ξεπερνώντας κλάδους όπως είναι οι Κατασκευές, οι Τράπεζες, οι Μεταφορές και η Υγεία. Η αύξηση αυτή της απασχόλησης στο λιανεμπόριο τροφίμων είναι αποτέλεσμα αρκετών παραγόντων:
– Η ανάπτυξη του δικτύου καταστημάτων πώλησης, κυρίως των μεγάλων αλυσίδων σουπερμάρκετ με νέα καταστήματα, αλλά και μικρότερων εξειδικευμένων καταστημάτων.
– Η διατήρηση υψηλού επιπέδου εξυπηρέτησης με προσωπική εξυπηρέτηση του καταναλωτή, στα σερβιριζόμενα τμήματα, αλλά και στα ταμεία, τομείς εντάσεως εργασίας.
– Η επίδραση του τουρισμού και των εναλλακτικών μοντέλων τουρισμού, που έχουν οδηγήσει σε αύξηση της ζήτησης για εργαζομένους συνολικά και ειδικά σε τουριστικές περιοχές.
– Η αξιοποίηση νέων καναλιών πώλησης, όπως πχ τα ηλεκτρονικά σουπερμάρκετ, οι τηλεφωνικές παραγγελίες, δημιούργησαν την ανάγκη για επιπλέον προσωπικό για τη διαχείριση, εκτέλεση και παράδοση των παραγγελιών.
– Οι παραπάνω εξελίξεις προκαλούν αλυσίδα προσλήψεων, καθώς απαιτούν νέες επιπλέον επενδύσεις στην οργάνωση, εφοδιαστική αλυσίδα, μηχανογράφηση και συντήρηση του δικτύου, προκειμένου να αυξηθεί η παραγωγικότητα των επιχειρήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους οδηγούν σε νέες προσλήψεις.
Σε σχέση με τα ποιοτικά στοιχεία της απασχόλησης στον κλάδο των σούπερ μάρκετ, επισημαίνεται ότι οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ προσφέρουν εργασία σε ομάδες του πληθυσμού που πλήττονται περισσότερο από την ανεργία και αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες δυσκολίες στην εύρεση εργασίας, όπως οι νέοι, οι ανειδίκευτοι εργάτες και οι γυναίκες.
Επίσης, πρέπει να σημειωθεί η συμβολή του κλάδου στην αντιμετώπιση της ανεργίας στην επαρχία, εφόσον τα δίκτυα πωλήσεων των αλυσίδων δεν περιορίζονται στα αστικά κέντρα ή τις βιομηχανικές περιοχές της χώρας, αλλά καλύπτουν όλη την επικράτεια. Στο προσωπικό των αλυσίδων σούπερ μάρκετ υπερτερούν οι γυναίκες σε ποσοστά 65%-70%, ενώ περισσότερο από τα 2/3 των καταστημάτων των αλυσίδων δραστηριοποιούνται εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας.
Σε σχέση με το μισθολογικό κόστος στο λιανεμπόριο, αυτό καταγράφεται αυξημένο σύμφωνα με τα στοιχεία του δείκτη μισθών λιανεμπορίου της ΕΛΣΤΑΤ. Συγκεκριμένα, καταγράφεται αύξηση 24% του μισθολογικού κόστους την τελευταία 4ετία και 9% το 2023.
Οι αυξήσεις αυτές είναι αποτελέσματα πολλών παραγόντων, όπως οι αυξήσεις του κατώτατου μισθού, οι αυξήσεις των επιχειρήσεων προς τους εργαζομένους για αντιστάθμισμα των πληθωριστικών πιέσεων, καθώς και οι αυξημένες αποδοχές για προσέλκυση εργαζομένων -ιδιαίτερα σε τουριστικές περιοχές- με τον κλάδο να αναζητά συνεχώς νέους απασχολούμενους, σε ανταγωνισμό με άλλους κλάδους, όπως ο τουρισμός.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι το λιανεμπόριο τροφίμων στην Ελλάδα την τελευταία 4ετία έχει 7% περισσότερους εργαζόμενους, οι οποίοι αμείβονται κατά μέσο όρο 24% περισσότερο. Άλλωστε, τα αυξημένα κόστη λειτουργίας και η εύρεση προσωπικού αποτελούν τα δύο κυριότερα προβλήματα σήμερα για τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ στην Ελλάδα, με ποσοστό 88% και 84% αντίστοιχα των στελεχών του κλάδου να τα δηλώνουν.
Σύμφωνα με τα στελέχη της αγοράς ο κλάδος αναζητά (ειδικά εν όψει της θερινής περιόδου) 8.000-10.000 νέους εργαζόμενους, στην πλειοψηφία τους για το δίκτυο των καταστημάτων.