Αισιοδοξία για το 2024 και ικανοποίηση για την χρονιά που έφυγε σε σχέση με το 2022, διακατέχει τους επιχειρηματίες/μέλη του Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης (ΕΒΕΘ), όπως προκύπτει από την ετήσια έρευνα που διενεργήθηκε στο διάστημα 9-18 Ιανουαρίου 2024, μέσω της αυτοσυμπλήρωσης ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου από 250 επιχειρηματίες.

«Η έρευνα έρχεται να καταδείξει εμφατικά ότι οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν την οικονομική πραγματικότητα με πολύ καλύτερους όρους, σε σχέση με τις μικρότερες, με αποτέλεσμα να είναι και πιο αισιόδοξες, αλλά και να έχουν καλύτερες σχέσεις με το τραπεζικό σύστημα», επισημαίνεται χαρακτηριστικά σε σημερινή σχετική ανακοίνωση του ΕΒΕΘ, ενώ διευκρινίζεται ότι την έρευνα πραγματοποίησε για λογαριασμό του επιμελητηρίου η εταιρεία Palmos Analysis.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Μάλιστα, από το σύνολο της έρευνας καταδεικνύεται πως κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση η πρωτοβουλία της κυβέρνησης για τη θέσπιση κινήτρων για την ενίσχυση της εξωστρέφειας και της μεγέθυνσης των ελληνικών επιχειρήσεων, μεταξύ άλλων -και μέσω συγχωνεύσεων και με στόχο να δημιουργηθούν μεγαλύτερα εταιρικά σχήματα, που θα είναι πιο βιώσιμα.

Θετική η αποτίμηση για το 2023

Θετική καταγράφεται σε γενικές γραμμές η αποτίμηση του 2023 και όλοι οι σχετικοί δείκτες εμφανίζουν βελτίωση έναντι του αμέσως προηγούμενου χρόνου. Ειδικότερα, το 47% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα (έναντι 42% την προηγούμενη χρονιά), αναφέρει ότι ο κύκλος εργασιών τους αυξήθηκε πέρυσι έναντι του 2022, το 22% σημειώνει ότι μειώθηκε (33% την προηγούμενη χρονιά) και το 30% μίλησε για στασιμότητα (έναντι 25% την προηγούμενη χρονιά).

«Πρωταγωνιστές» της αύξησης του κύκλου εργασιών είναι οι μεγάλες επιχειρήσεις (με κύκλο εργασιών πάνω από ένα εκατ. ευρώ), καθώς το 60% αυτών δηλώνει ότι κατέγραψε άνοδο το 2023, σε σχέση με το 2022, ενώ την ίδια στιγμή το αντίστοιχο ποσοστό για τις μικρότερες επιχειρήσεις είναι 36%, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση του ΕΒΕΘ.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Αναφορικά με τις θέσεις εργασίας, το 26% των συμμετεχόντων στην έρευνα επισημαίνει ότι τις αύξησε το 2023 σε σχέση με το 2022, το 15% προχώρησε σε μείωσή τους και η πλειονότητα, ήτοι 55% διατήρησε το προσωπικό του αμετάβλητο. Η σύγκριση μεταξύ μεγάλων και μικρών επιχειρήσεων (με κριτήριο τον κύκλο εργασιών) σε αυτό το ζήτημα καταδεικνύει ότι οι πρώτες διεύρυναν πέρσι τις θέσεις εργασίας τους κατά 40%, έναντι αντίστοιχου ποσοστού 11% των μικρών.

Η σχέση της συντριπτικής πλειοψηφίας των επιχειρήσεων (73%) με τις τράπεζες παρέμεινε αμετάβλητη κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2023, ωστόσο η πλειονότητα των εμποροβιομηχάνων, ήτοι το 55%, εκφράζει δυσαρέσκεια από την αντιμετώπισή τους από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, έναντι του 37% που δηλώνει ικανοποιημένο.

«Η εικόνα είναι διαφορετική στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις οι οποίες δηλώνουν σε σαφώς υψηλότερο ποσοστό ικανοποιημένες από την αντιμετώπισή τους από τις τράπεζες (52% σε αυτές με ετήσιο τζίρο άνω του 1.000.000 ευρώ και 62% σε όσες απασχολούν πάνω από 10 εργαζόμενους)», τονίζεται στην ανακοίνωση.

Θετικές οι εκτιμήσεις για το 2024

Θετικές είναι σε γενικές γραμμές και οι εκτιμήσεις των εμποροβιομηχάνων για το 2024, με τους σχετικούς δείκτες να παρουσιάζουν σαφή βελτίωση σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή έρευνα. Το 31% των επιχειρηματιών αναμένει ότι το 2024 θα είναι μια χρονιά καλύτερη από το 2023, έναντι του 18% που μιλά για χειροτέρευση και 44% προσβλέπει σε στασιμότητα.

Πιο απαισιόδοξοι εμφανίζονται οι επιχειρηματίες των πολύ μικρών επιχειρήσων (26% σε αυτές που απασχολούν μέχρι 5 εργαζόμενους) και όσων ανήκουν στον τομέα του εμπορίου (23%).

Πάντως, θετικό ισοζύγιο προκύπτει και στο ποσοστό των επιχειρήσεων που προβλέπουν αύξηση πωλήσεων στο άμεσο μέλλον έναντι του ποσοστού των επιχειρήσεων που προβλέπουν μείωση πωλήσεων (30% έναντι 23% αντίστοιχα), για πρώτη φορά μετά το 2020. Θετικές είναι οι εκτιμήσεις και για την εξέλιξη της συνολικής απασχόλησης στην επιχείρηση (20% προβλέπουν αύξηση έναντι 12% που προβλέπουν μείωση).

Σε σχέση με τα χρηματοοικονομικά των επιχειρήσεων, το 18% προβλέπει αύξηση της ρευστότητάς τους στο άμεσο μέλλον (14% την προηγούμενη χρονιά) έναντι 29% που προβλέπει μείωση (38% την προηγούμενη χρονιά) και 47% που δεν προβλέπει ιδιαίτερη μεταβολή (όσο περίπου και την προηγούμενη χρονιά, 45%).

Παράλληλα, το 56% των επιχειρήσεων δεν προβλέπει μεταβολή στις δανειακές τους ανάγκες στο άμεσο μέλλον, έναντι 24% που προβλέπει αύξηση των δανειακών τους αναγκών και 6% που προβλέπει μείωση (γενικά σταθερή εικόνα σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά).

Σαφής βελτίωση σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά καταγράφεται στις απαντήσεις των επιχειρηματιών σε σχέση με τους όρους ικανοποίησης των δανειακών τους αναγκών στο άμεσο μέλλον, καθώς το ποσοστό όσων αναμένουν δυσμενέστερους όρους μειώνεται από το 45% στο 27% σήμερα και αυξάνεται από το 3% στο 8% το ποσοστό των επιχειρήσεων που αναμένουν ευνοϊκότερους όρους.

Μειωμένο εμφανίζεται το ποσοστό των επιχειρηματιών που προβλέπουν ότι το επόμενο διάστημα θα είναι δυσμενέστερο για τον κλάδο τους σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα: 35% έναντι 47%, ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι η φετινή εικόνα στο συγκεκριμένο ερώτημα είναι η καλύτερη μετά από την βέλτιστη εικόνα που καταγράφηκε το 2020.

Αρνητική η αποτίμηση της εορταστικής περιόδου

Η αποτίμηση της φετινής εορταστικής περιόδου από τις επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου που συμμετείχαν στην έρευνα είναι αρνητική και, πάντως, πιο αρνητική σε σχέση με την αποτίμηση της περσινής περιόδου: το 13% δηλώνει ότι η φετινή εορταστική περίοδος ήταν καλύτερη από την περσινή, έναντι 32% που δηλώνει ότι ήταν χειρότερη από την περσινή, ενώ το 51% εκτιμά ότι δεν υπήρξε ιδιαίτερη μεταβολή.

Ωστόσο, με βάση τα ποσοστά μεταβολής του εορταστικού τζίρου που δηλώνουν οι επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου στην έρευνα, φαίνεται ότι από πλευράς κύκλου εργασιών δεν υπήρξε ουσιαστική μεταβολή (-2% κατά μέσο όρο) και το 49% δηλώνει αύξηση τζίρου σε σχέση με πέρυσι έναντι 51% που δηλώνει στασιμότητα ή μείωση. Μεταξύ όσων δηλώνουν αύξηση εορταστικού τζίρου, η μέση μεταβολή καταγράφεται στο +11%.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης