Σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων – ξεπερνώντας τον στόχο κατά 0,83 δις. ευρώ – εμφάνισε η Εθνική Τράπεζα το 21017. Σημειώνεται μάλιστα ότι η ΕΤΕ είναι η πρώτη ελληνική τράπεζα που αποδεσμεύτηκε από τον ELA στα τέλη Νοεμβρίου, αντανακλώντας την παραδοσιακά ισχυρή καταθετική βάση της τράπεζας.

Συγκεκριμένα., το Δ’ τρίμηνο του 2017, τα εγχώρια Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (NPEs) μειώθηκαν κατά €0,7 δισ. σε τριμηνιαία βάση, αντανακλώντας τον αρνητικό ρυθμό δημιουργίας νέων Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων και τις διαγραφές πλήρως καλυμμένων από προβλέψεις δανείων.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Όσον αφορά τα καθαρά αποτελέσματα της τράπεζας, η ΕΤΕ εμφάνισε ζημιές από συνεχιζόμενες δραστηριότητες ύψους 163 εκατ. ευρώ το 2017 σε επίπεδο ομίλου, αρνητικά επηρεαζόμενες από τις υψηλές προβλέψεις για επισφαλή δάνεια

Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της Εθνικής Τράπεζας για τη χρήση του 2017, ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας, Λεωνίδας Φραγκιαδάκης, δήλωσε τα εξής:

Σε μία χρονιά ανάπτυξης, αν και χαμηλότερης της αρχικά αναμενόμενης, για την Ελληνική οικονομία, η ΕΤΕ κατάφερε να ισχυροποιήσει τα αποτελέσματά της στους βασικούς τομείς των εγχώριων δραστηριοτήτων της, ενδυναμώνοντας περαιτέρω τον ισολογισμό της.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Από πλευράς ρευστότητας, η ΕΤΕ είναι η πρώτη ελληνική τράπεζα που αποδεσμεύτηκε από τον ELA στα τέλη Νοεμβρίου, αντανακλώντας την παραδοσιακά ισχυρή καταθετική βάση της Τράπεζας, κυρίως στις καταθέσεις χαμηλού κόστους, καθώς και τη ρευστότητα προερχόμενη από τις αποεπενδύσεις.

Αξίζει να σημειωθεί ότι έχει ήδη δημιουργήσει σημαντικό απόθεμα ρευστότητας, το οποίο δίνει τη δυνατότητα στην ΕΤΕ να αυξήσει τις χρηματοδοτήσεις κατά τη διάρκεια του 2018.

Αναφορικά με την ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου, η ΕΤΕ κατόρθωσε να διατηρήσει σταθερό ρυθμό μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κατά την τελευταία διετία, επιτυγχάνοντας συνολική μείωση €4,2 δισ. από το τέλος του 2015, καλύπτοντας 50% του στόχου για το 2019.

Το αποτέλεσμα αυτό υπερβαίνει τον στόχο που τέθηκε για το 2017 κατά €0,8 δισ., με την κάλυψη των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων να ανέρχεται σε 56% ή 61% μετά την εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9, στα υψηλότερα επίπεδα του εγχώριου τραπεζικού κλάδου. Αυτό αντανακλά τη συντηρητική πολιτική προβλέψεων της ΕΤΕ, θέτοντας τις βάσεις για την επίτευξη του στόχου του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού για το 2018.

Από πλευράς κεφαλαιακής επάρκειας, ο δείκτης CET1 διαμορφώθηκε σε 17,0%, μη ενσωματώνοντας τη θετική επίπτωση από τις εναπομείνασες ενέργειες κεφαλαιακής ενίσχυσης του σχεδίου αναδιάρθρωσης της Τράπεζας.

Ως εκ τούτου, η ΕΤΕ εισέρχεται στην άσκηση προσομοίωσης της ΕΚΤ για το 2018 με ενισχυμένα ποσοστά κεφαλαιακής επάρκειας και κάλυψης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.

Αναφορικά με τις επιδόσεις της τράπεζας σε επίπεδο κερδοφορίας, η ΕΤΕ ενίσχυσε τα οργανικά κέρδη προ προβλέψεων κατά περίπου 5% σε ετήσια βάση, σημειώνοντας αύξηση καθαρών εσόδων από προμήθειες ενώ ταυτόχρονα μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους λόγω της συνεχιζόμενης δανειακής απομόχλευσης. Οι λειτουργικές δαπάνες συνέχισαν να βαίνουν μειούμενες, με μείωση περίπου 7% σε ετήσια βάση.

Το 2018, το οικονομικό περιβάλλον στην Ελλάδα αναμένεται να βελτιωθεί περαιτέρω, όπως διαφαίνεται από τους εκτιμώμενους θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης του ΑΕΠ, την ανάκαμψη των επενδύσεων και εξαγωγών, καθώς και τη συνεχιζόμενη βελτίωση των συνθηκών στην αγορά εργασίας.

Επιπλέον, η επιτυχής ολοκλήρωση του Τρίτου Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής αποτελεί ένα σημαντικό μήνυμα όσον αφορά τη βιώσιμη ανάκαμψη της Ελλάδας. Μέσα σε αυτό το οικονομικό και επιχειρηματικό περιβάλλον, η στρατηγική της ΕΤΕ θα συνεχίσει να επικεντρώνεται στην αύξηση της χρηματοδότησης της εγχώριας οικονομίας, στην περαιτέρω μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων πλέον των στόχων, καθώς και στην επιστροφή σε ουσιώδη οργανική κερδοφορία, κεφαλαιοποιώντας τα πλεονεκτήματα του ισολογισμού της.

Κύρια αποτελέσματα του οικονομικού έτους 2017

Η συνολική μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων ανέρχεται σε €4,2 δισ. από το τέλος του 2015, αντανακλώντας τον αρνητικό ρυθμό δημιουργίας νέων Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (-€1,7 δισ.) και τις διαγραφές πλήρως καλυμμένων από προβλέψεις δανείων (-€ 2,5 δισ.). Η Τράπεζα έχει υπερβεί το στόχο για το 2017 κατά €0,83 δισ., αποκλειστικά λόγω των καλυτέρων τάσεων στο ρυθμό δημιουργίας νέων επισφαλειών (defaults – curings).

Η συντηρητική πολιτική προβλέψεων για το 2017 και η εφαρμογή του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Πληροφορήσεως (ΔΠΧΠ) 9 θέτουν τις βάσεις για την ομαλοποίηση του κόστους πιστωτικού κινδύνου (CoR) κατά το 2018, γεγονός το οποίο αποτελεί βασική προϋπόθεση για την επιστροφή της Τράπεζας σε ουσιώδη οργανική κερδοφορία.

Η ολοκλήρωση της πώλησης της United Bulgarian Bank (UBB) & Interlease στη Βουλγαρία και της Vojvodjanska Banka & NBG Leasing στη Σερβία, προσέθεσε περίπου 109 μ.β. στο δείκτη CET1, ενισχύοντας τη ρευστότητα του Ομίλου κατά περίπου €1,2 δισ.

Η ενισχυμένη ρευστότητα της Τράπεζας, όπως αυτή διαφαίνεται από τη μηδενική έκθεση στον μηχανισμό ELA από τα τέλη Νοεμβρίου 2017 και το χαμηλό κόστος χρηματοδότησης των 50 μ.β., θα συμβάλουν θετικά στα σχέδια πιστωτικής επέκτασης της ΕΤΕ για το 2018 και έπειτα.

Η Τράπεζα ολοκλήρωσε τον Οκτώβριο του 2017 την πρώτη έκδοση καλυμμένων ομολόγων στην Ελληνική αγορά από το 2009, εκδίδοντας τριετές ομόλογο ύψους €750 εκατ.

Τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα μειώθηκαν για 7ο συνεχόμενο τρίμηνο

Το Δ’ τρίμηνο του 2017, τα εγχώρια Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (NPEs) μειώθηκαν κατά €0,7 δισ. σε τριμηνιαία βάση, αντανακλώντας τον αρνητικό ρυθμό δημιουργίας νέων Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων και τις διαγραφές πλήρως καλυμμένων από προβλέψεις δανείων.

Στην Ελλάδα, ο δείκτης Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων διαμορφώθηκε σε 44,1%, σημειώνοντας πτώση ύψους 113 μ.β. σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο. Ο δείκτης δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών μειώθηκε κατά 175 μ.β. σε τριμηνιαία βάση, αγγίζοντας το 32,3%.

Η ΕΤΕ διατηρεί τα χαμηλότερα επίπεδα Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων και δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών μεταξύ των εγχώριων τραπεζών, σε συνδυασμό με τους υψηλότερους δείκτες κάλυψης Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων και δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών από σωρευμένες προβλέψεις, οι οποίοι διαμορφώθηκαν σε 56% και 76% στην Ελλάδα, αντίστοιχα.

Η εφαρμογή του ΔΠΧΠ 9 ενισχύει περαιτέρω τον εγχώριο δείκτη κάλυψης Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων από σωρευμένες προβλέψεις κατά περίπου 6 ποσοστιαίες μονάδες σε 61%. Ο δείκτης κάλυψης δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών από σωρευμένες προβλέψεις διαμορφώνεται σε 84%.

Η πρώτη Τράπεζα με πλήρη απεξάρτηση από το μηχανισμό ELA

Η χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα ανέρχεται σήμερα σε μόλις €2,8 δισ. από €12,3 δισ. το τέλος του 2016, με μηδενική εξάρτηση από το μηχανισμό ΕLA.

Οι εγχώριες καταθέσεις ενισχύθηκαν σημαντικά κατά €1,7 δισ. σε τριμηνιαία βάση, κυρίως λόγω εποχικότητας αλλά και της αύξησης στα υπόλοιπα καταθέσεων των επιχειρήσεων.

Η Τράπεζα έχει δημιουργήσει απόθεμα ρευστότητας, το οποίο διασφαλίζει την απεξάρτηση από το μηχανισμό ELA, ενώ παρέχει στην ΕΤΕ τη δυνατότητα να διευρύνει τις χορηγήσεις σε υγιείς επιχειρήσεις κατά το 2018, προς όφελος των καθαρών επιτοκιακών εσόδων.

Δείκτης CET1 στο 17,0%

Ο δείκτης CET1 ανέρχεται σε 17,0% και σε 16,7% με πλήρη εφαρμογή της Βασιλείας ΙΙΙ
Η συνολική επίπτωση από την εφαρμογή του ΔΠΧΠ 9 ανέρχεται σε περίπου 350 μ.β. και σε περίπου 120 μ.β. για το χρονικό ορίζοντα τριετίας στα πλαίσια της άσκησης προσομοίωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Για το 2018, ο δείκτης CET1 θα επηρεαστεί κατά περίπου 50 μ.β. από την υιοθέτηση του ΔΠΧΠ 9.

Ζημιές από συνεχιζόμενες δραστηριότητες ύψους €163 εκατ. το 2017 σε επίπεδο Ομίλου, αρνητικά επηρεαζόμενες από τις υψηλές προβλέψεις για επισφαλή δάνεια.

Τα οργανικά κέρδη προ προβλέψεων στην Ελλάδα διαμορφώθηκαν σε €809 εκατ. το 2017 (+5% σε ετήσια βάση), αντανακλώντας τη θετική επίδοση των καθαρών εσόδων από προμήθειες (+42% σε ετήσια βάση) και τη περιστολή των λειτουργικών δαπανών (-7% σε ετήσια βάση).

Στην Ελλάδα, το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο βελτιώθηκε κατά 26 μ.β. σε ετήσια βάση ανερχόμενο σε 305 μ.β. το 2017, παρά την υποχώρηση των καθαρών εσόδων από τόκους σε €1,459 εκατ. (-6% σε ετήσια βάση), λόγω της συνεχιζόμενης απομόχλευσης του δανειακού χαρτοφυλακίου και της μεταβολής της παρούσας αξίας των ζημιών απομείωσης (unwind).

Στην Ελλάδα, οι λειτουργικές δαπάνες μειώθηκαν κατά 7% σε ετήσια βάση το 2017 σε €868 εκατ., αντικατοπτρίζοντας την περιστολή των δαπανών προσωπικού κατά 11% σε ετήσια βάση. Ο δείκτης κόστους προς οργανικά έσοδα στην διαμορφώθηκε σε 52% από 55% το 2016.

Οι εγχώριες προβλέψεις για επισφαλή δάνεια αυξήθηκαν κατά 13% σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκαν σε €771 εκατ. το 2017, με το κόστος πιστωτικού κινδύνου (CoR) να ανέρχεται σε 250 μ.β. (+38 μ.β. σε ετήσια βάση).

Ανάκαμψη οργανικών κερδών προ προβλέψεων. Το καθαρό αποτέλεσμα επηρεάστηκε αρνητικά από μη οργανικές ζημίες και αυξημένες προβλέψεις.
Ζημίες από διακοπείσες δραστηριότητες ύψους €249 εκατ. το 2017, ως αποτέλεσμα των αποεπενδύσεων από τις θυγατρικές της ΕΤΕ σε Σερβία, Ρουμανία και Αλβανία.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης