Σαν βγεις στον πηγαιμό για τη Χάλκη, πρώτα θα συναντήσεις την Πρώτη, μετά την Αντιγόνη και σε λίγο τη Χάλκη. Το λιμανάκι βγάζει στην πλατεία όπου περιμένουν τα ιππήλατα για να σε μεταφέρουν στο εσωτερικό του νησιού. Εκεί στα δεξιά είναι και το στέκι του Γιασάρ, του βασιλιά της «κουτσομούρας», του ψαρά με τα λαμπερά πράσινα μάτια, φίλος παλιός, μουτσούνα περίεργη που δούλεψε στα ελληνικά καράβια στο μηχανοστάσιο, συμμαθητής του Μήτσου στο Δημοτικό. Λέγανε μαζί και τα χριστιανικά κάλαντα, αυτός στα τουρκικά ο μπαγασάκος, και μετά γιουρούσι στον κήπο του Ισμέτ Ινονού, του πρωθυπουργού τότε, για να του κλέψουν από τον κήπο τριαντάφυλλα. Αφήνεις πίσω σου και αριστερά την εκκλησιά του Αϊ-Νικόλα, τραβάς τη μικρή ανηφόρα, στρίβεις δεξιά από το σπίτι του Δημητρού, εκεί ήταν και το σιδεράδικο, και παίρνεις τη στράτα για τη Σχολή. Τα άλογα αγκομαχούν, το καλοκαίρι ιδιαίτερα.

Ο Αλέξης Τσίπρας έφθασε στη Σχολή με αυτοκίνητο. Απαγορεύονται τα τροχοφόρα στο νησί, αλλά έγινε εξαίρεση. Μπαίνοντας δεξιά, ο μπαχτσές και το θερμοκήπιο. Ίσια μπροστά ο τριανταφυλλώνας, άψογος, και δεξιά η κλίμακα της εισόδου. Στο βάθος του διαδρόμου η έξοδος προς το Παρεκκλήσι. Αριστερά δεσπόζει η Βιβλιοθήκη. Πίσω από το κεντρικό κτήριο οι τάφοι των Πατριαρχών με θέα την Προποντίδα, δεξιά τον Βόσπορο και ίσια μπροστά τα Τείχη της Βασιλεύουσας. Κάθεσαι στο παγκάκι και ατενίζεις την Πόλη να ξεχύνεται ανοικονόμητη σε όλα τα σημεία του ορίζοντα. Κάτω η τραπεζαρία, είναι Μονή βλέπεις η Σχολή. Στο βάθος το βήμα υπερυψωμένο. Από εκεί και εναλλάξ την ώρα του φαγητού ένας μαθητής διαβάζει εδάφια από τα ιερά κείμενα. Τώρα σιωπή.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Επάνω οι κοιτώνες, οι αίθουσες διδασκαλίας, τα παλιά απίθανα θρανία με χαραγμένα τα ονόματα των σπουδαστών και τη θήκη για το μελάνι, οι μαυροπίνακες που έχει δεκαετίες να τους αγγίξει η κιμωλία. Γύρω-γύρω η φύση οργιάζει. Διάλεξαν την τοποθεσία. Δεν έκτισαν τη Σχολή οπουδήποτε. Ήξεραν τι έκαναν οι παλιοί. Οι μαυρόασπρες κορνιζωμένες φωτογραφίες που είναι κρεμασμένες διηγούνται σιωπηλά το διάβα της ιστορίας. Ξεκινάς για την κατηφόρα. Στο λιμάνι σε περιμένει ζεστό το τσάι. Γεύεσαι το μικροσκοπικό λουκούμι, ίσα το νύχι σου, κατεβάζεις μια γουλιά και μασουλάς ένα καρφάκι γαρύφαλλο για τη μυρουδιά. Ανεβαίνεις στην ξύλινη κουβέρτα του καραβιού. Παραγγέλνεις ένα αϊράνι, κάθεσαι στον ξύλινο πάγκο. Ρότα για το Εμίνονου. Σε λίγο θα αντικρίσεις το Κούμα Καπί, μετά το Τοπ Καπί, στο βάθος το τελωνείο του Θεοδοσίου, ίσα μπροστά το Πέραν. Όχι, ο Αλέξης Τσίπρας δεν ακολούθησε αυτό το δρομολόγιο με τις μυρωδιές και τις μνήμες. Δεν είναι δρομολόγιο για επίσημες επισκέψεις. Ούτε θα κατέβηκε για λίγο στην Αντιγόνη για να χαιρετήσει κάποιον παλιόφιλο, ούτε και θα κρατούσε σφιχτά τη σακούλα με τη φρεσκοκομμένη λακέρδα του Νουσρέτ, του μεγαλομανάβη από την Πρίγκιπο, πεσκέσι ακριβό αλλά και ιερό, ιδιαίτερα αν συνοδεύεται με δυο – τρία κόκκινα αψιά κρεμμύδια, σε άλλη σακούλα, για να χαρείς καλύτερα τις φέτες από το Ρίκι στη σαλαμούρα.  

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης