Να ζεις, ν’ αγαπάς και να πλερώνεις…

 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

25 χρόνια ήταν αυτά.

Ο Τζεφ Μπέζος και η Μακένζι Τατλ χώρισαν τα τσανάκια τους

μετά την απιστία τού «Mr. Amazon»,

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

ο οποίος αλλού έτρωγε, αλλού έπινε και αλλού επήγαινε και το έδινε.  

Συγκεκριμένα,

ήταν «τσιμπημένος» με τη σιλικονούχα «all around» περσόνα Λόρεν Σάντσεζ,

επίσης παντρεμένη.

 

Το πλήγμα για τη Μακένζι ήταν βαρύτατο·

έτσι, σηκώθηκε κι έφυγε απ’ τα σπίτια

(δεν λέω «απ’ το σπίτι», διότι το ζεύγος είχε πολλά).

Οπότε, τώρα απέμεναν τα τυπικά για το διαζύγιο…

 

Φίλες και Φίλοι, Αγαπητές Αναγνώστριες και Αγαπητοί Αναγνώστες,

ο δημοσιογράφος πρέπει να είναι λαγωνικό

και να βγάζει την είδηση πιο γρήγορα κι απ’ τον Ραν-Ταν-Πλαν.

Έτσι, όταν έμαθα για τον διάσημο χωρισμό,

έσπευσα να παγιδεύσω το τηλέφωνο τού Τζεφ·

ήξερα ότι οι «λαγοί» δεν βγαίνουν μόνο από τα ταχυδακτυλουργικά καπέλα,

αλλά και από τα τηλέφωνα.

 

Και πράγματι, δικαιώθηκα.

Ο «κοριός» μου έπιασε «λαγό»

και κατέγραψε τη συνομιλία

όπου το πρώην ζεύγος καταλήγει να κλείσει τις οικονομικές εκκρεμότητές του

με την αποζημίωση 36 δισεκατομμυρίων δολαρίων

που θα δώσει ο άτακτος «γλόμπος» Τζεφ

στο τέως φως τής ζωής του, τη Μακένζι.

 

Σάς παρουσιάζω, λοιπόν, σε παγκόσμια αποκλειστικότητα,

την επίμαχη συνδιάλεξη,

η οποία έχει τη σήμανση «Τ.(ζε)Φ.» («Τοποθέτηση Φαλλοκρατισμού»).

Καλή σας διασκέδαση…

 

(η Μακένζι τηλεφωνεί στον Τζεφ)

– Παρακαλώ…

– Έλα, Τζεφ, Μακ εδώ…

– Ποια «Μακ»; Τα χάμπουργκερ ή τα καλλυντικά;

– Ωωω, κρυάδες. Σοβαρέψου, δεν είναι ώρα για αστεία.

– Απ…, έλα, αγάπη μου. Σε κατέλαβα από το «Σοβαρέψου».

Μόνο εσύ τολμούσες να μού το λες.

– Σού τηλεφωνώ για να συμφωνήσουμε την αποζημίωση

που θα μού δώσεις για τον χωρισμό μας.

– Μα εγώ δεν ήθελα να χωρίσουμε. Εσύ το ζήτησες.

– Αφού με απάτησες.

– Ε, απάτησέ με κι εσύ να είμαστε ισόπαλοι.

– Όχι, αγαπημένε μου καραφλοκόρακα.

Αρκετά ανέχτηκα τις μπαγαποντιές σου. Τώρα ήρθε η ώρα να πληρώσεις.

– Εντάξει. Να σού δώσω ένα δισεκατομμύριο;

– Τι είπες, ρε αθεόφοβε Σκρουτζ Μακ Ντακ..;

Έχεις 150 δις περιουσία και θα μού δώσεις ψίχουλα;

Θα σε καρυδώσω, ρε Γούντι Τρυποκάρυδε.

Με αυτά τα ψωροδόλαρα που μού προτείνεις,

με τι μούτρα θα τηλεφωνήσω στο παντοπωλείον «Η Αφθονία»

και θα πω την ατάκα «Θα το κάψουμε απόψε, κυρ-Στέφανε…»;

– Καλά, καλά, μην εκνευρίζεσαι, αγάπη μου.

Θα σού δώσω δύο δισεκατομμύρια.

(στο άκουσμα τής βελτιωμένης προσφοράς η Μακένζι αρχίζει να κλαίει)

– Πώς με προσβάλλεις έτσι, ρε χτήνος..;

Ούτε ο Λάμπρος Κωνσταντάρας δεν εξευτέλισε έτσι τον Ανδρέα Ντούζο

στη «Βίλλα των Οργίων»,

όταν τού έδινε ψίχουλα

για να ξεχάσει το κεράτωμα που τού είχε ρίξει με τη γυναίκα του.

– Είναι προσβολή τα δύο δισεκατομμύρια;

– Φυσικά και είναι.

Τι θα πρωτοκάνω με αυτό το μικροποσό και ποιαν τρύπα θα πρωτοκλείσω;

– Γλυκιά μου, άλλες με 1.000 δολάρια κλείνουν όλες τις τρύπες και λέν’ κι «ευχαριστώ».

– Τι είπες, ρε σεξιστικό καραφλογούρουνο..;

Σε ποιαν νομίζεις ότι μιλάς;

Σε αυτήν την σκρόφα τη Λόρεν σου,

που δεν σταματούσες να τής στέλνεις «dick pics»..;

– «Η “Dick Pic” είναι ο Ρομαντισμός τού 21ου αιώνα.». Θρασύβουλας!

– Τι «Θρασύβουλας» μού τσαμπουνάς, ρε θρασύδειλα..;

Δεν καταλαβαίνεις ότι για κάθε μπούρδα που ξεστομίζεις

ανεβαίνουν τα δισεκατομμύρια που θα μού δώκεις;

– Μμμ, συγγνώμη, έχεις δίκιο.

Λοιπόν, να σού δώσω πέντε να φύγεις;

– Ακούστε τον, παιδιά, τι λέει…

Λες και παίζουμε «21», και κάνει τη «μάνα» στην τελευταία χαρτωσιά.

– Εεεε…,

ένα δισεκατομμύριο δεν θέτε,

δύο δισεκατομμύρια δεν θέτε,

πέντε δισεκατομμύρια δεν θέτε.

Τι θέτε;

– Να κατανοήσεις τις ανάγκες που έχει στην καθημερινότητά της

μία πτωχή, ταλαιπωρημένη και προδομένη γυναίκα σαν εμένα.

Με πέντε δισεκατομμύρια τι θα προλάβω να πληρώσω;

Το νερό; Το ρεύμα; Το τηλέφωνο; Το internet;

Το «supermarket»; Τη λαϊκή; Το σχολείο των παιδιών; Το κομμωτήριό μου;

– Γιατί σε κάθε υποχρέωση βάζεις ξεχωριστό ερωτηματικό;

– Για τον εντυπωσιασμό.

– ΟΚ., μ’ έσκασες. Πόσα θες;

– Τριανταέξι δισεκατομμύρια.

– Τι είν’ αυτά που λες; Έχεις παλαβώσει;

– Καθόλου.

– Τότε, τεκμηρίωσέ μου, γιατί ζητάς τέτοιο ποσό.

– Βεβαίως και θα στο τεκμηριώσω.

Σού χρεώνω ένα ανιδιοτελές δισεκατομμυριάκι

για κάθε μήνα που εγκυμόνησα τα τέσσερα παιδάκια μας.

Τέσσερις-εννιά, τριανταέξι.

– Μα αφού το ένα μας παιδί το υϊοθετήσαμε, βρε Μακ.

– Δεν παίζει ρόλο. Μάνα δεν είναι αυτή που κοιλοπονάει.

(ένα «Τόϊνγκκκκκκκκκκκκκ» κυριαρχεί πλέον στο κεφάλι τού Τζεφ,

ο οποίος συνειδητοποιεί ότι κάθε αντίρρηση είναι περιττή)

– Α, εντάξει, αφού είναι έτσι…

– Μπράβο, Τζεφάκο μου. Σ’ αγαπώ. Σ’ αγαπώ, Δισεκατομμυριούλη μου.

– Κι εγώ. Γεια…

 

Ο Τζεφ αφήνει άτονα το ακουστικό να πέσει από τα χέρια του.
«Μ’ αυτήν την παλαβή που πήγα κάποτε και νυμφεύθηκα…», μονολογεί,

«…να δεις που μέχρι και στη “Ζούγκλα” θα με κάνουν επιθεώρηση.».

Όπερ και εγένετο…

 

μ.Γ.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης