Ο πρώην πρωθυπουργός, Κώστας Σημίτης, με ένα πολυσέλιδο κείμενο που απέστειλε στους βουλευτές και εν συνεχεία έδωσε στη δημοσιότητα, αντικρούει επιχειρήματα και εκτιμήσεις, όπως αυτές έχουν περιληφθεί στο πόρισμα της εξεταστικής επιτροπής που συζητείται αύριο στη Βουλή.

«Η χώρα για τα χρόνια από το 1996 έως το 2004 έκανε σημαντικά βήματα για την ανάπτυξη της, το διεθνές κύρος της, τις υποδομές και τη βελτίωση της διαβίωσης των πολιτών. Μια σύγκριση με το σήμερα είναι εύγλωττη» αναφέρει ο πρώην πρωθυπουργός, κάνοντας λόγο για «αντιπαραθέσεις εντυπώσεων και κομματικές διαμάχες που δεν ωφελούν τη χώρα».

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο κ. Σημίτης αναφέρεται σε δύο κρίσιμες υποθέσεις που σχετίζονται με τις συμβάσεις με τη Siemens, τον ΟΤΕ και το σύστημα ασφαλείας των Ολυμπιακών αγώνων. Διαψεύδει κατηγορηματικά ότι γνώριζε τον Μιχάλη Χριστοφοράκο και παραδέχεται ότι κατά την επιλογή κάποιων συνεργατών έγιναν και λάθη, χωρίς ωστόσο ονομαστική αναφορά στους κ.κ. Αν. Μαντέλη και Θ. Τσουκάτο.

Για τον ΟΤΕ

Για τις προγραμματικές συμβάσεις του ΟΤΕ, κεντρικό επιχείρημα του πρώην πρωθυπουργού αναδεικνύεται η άποψη ότι «η προϊστορία των προγραμματικών συμφωνιών, όπως τη διαμόρφωσαν όλες οι κυβερνήσεις από το 1980 έως το 1996, προσδιόρισε τα καθοριστικά δεδομένα για τις προγραμματικές συμβάσεις», ότι στην πορεία ψηφιοποίησης του ΟΤΕ «αλλαγή της τεχνολογίας θα σήμαινε μια μεγάλη χρηματική και τεχνική επιβάρυνση του ΟΤΕ και νέες καθυστερήσεις», δεδομένου ότι το 1996 υπήρχαν δύο αναπτυγμένα εργοστάσια παραγωγής τηλεπικοινωνιακού υλικού στην Ελλάδα και σε ποσοστό 36% η τεχνολογία που χρησιμοποιούσε ο ΟΤΕ είναι από αυτά τα δύο εργοστάσια.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Για την τεχνολογία SIEMENS και Ιντρακόμ

«Το πρόβλημα της ψηφιοποίησης του ΟΤΕ αποτελούσε το 1996 το πιο επείγον θέμα για την ανάπτυξη της χώρας» και «είναι εξοργιστικό να παρουσιάζεται σήμερα το θέμα του επείγοντος ως κατασκευασμένο», αναφέρει ο κ. Σημίτης, σημειώνοντας ότι «η μεγάλη πλειοψηφία των τηλεπικοινωνιακών οργανισμών έχει το πολύ δύο προμηθευτές» και ότι «σοβαρές οικονομίες κλίμακας εξασφαλίζονται με μάξιμουμ δύο προμηθευτές». Για τη χρήση λοιπόν αυτής της τεχνολογίας, ο πρώην πρωθυπουργός επικαλείται και τις συμβουλές που είχε δώσει τότε ένας από τους μεγαλύτερους και εγκυρότερους οίκους σε θέματα τηλεπικοινωνιακής στρατηγικής και τεχνολογίας, να συνεχίσει, δηλαδή, ο ΟΤΕ τη χρήση της τεχνολογίας που χρησιμοποιούσε μέχρι τότε στα δίκτυα του.

Για τις προγραμματικές συμβάσεις

Στο ερώτημα που τέθηκε επίμονα κατά τις εργασίες της εξεταστικής επιτροπής για τους λόγους που η τότε κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. προέκρινε τη σύναψη προγραμματικών συμφωνιών αντί για τη διενέργεια διεθνών διαγωνισμών, ο πρώην πρωθυπουργός αναφέρει ότι η Ε.Ε. είχε επιτρέψει την ανάθεση της ψηφιακοποίησης των τηλεπικοινωνιακών δικτύων στις βιομηχανίες κάθε χώρας με προγραμματικές συμβάσεις, ώστε να μη διενεργούνται διεθνείς διαγωνισμοί. Στόχος ήταν να ενισχυθούν οι εγχώριες βιομηχανίες, να βελτιωθεί η τεχνολογία, να αυξηθεί η απασχόληση και να δοθεί δουλειά σε πολλές μικρές επιχειρήσεις με βοηθητικό ρόλο. Γι’ αυτό και όπως τονίζει «η κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. προσπάθησε με την κατάρτιση των προγραμματικών συμβάσεων να πετύχει αυτό που κατάφεραν οι άλλες χώρες της Ένωσης, την ενίσχυση και ανάπτυξη των δυνατοτήτων της οικονομίας τους» Άλλωστε, όπως σπεύδει να επισημάνει «τα κόμματα δεν προέβαλαν αντιρρήσεις» και «ο ΣΕΒ χαιρέτισε την εξέλιξη».

Για την παραίτηση Καστανίδη

Αναφερόμενος στο ιστορικό της παραίτησης του κ. Χάρη Καστανίδη, ο πρώην πρωθυπουργός αναφέρει ότι η πρόταση Καστανίδη για την ίδρυση ανεξάρτητης Αρχής με την ονομασία «Συμβούλιο ελέγχου προμηθειών και έργων» προέβλεπε ρητά την εξαίρεση των προγραμματικών συμφωνιών από τον έλεγχο της. Δηλαδή, και αν ακόμη γινόταν δεκτή η πρότασή του, αναφέρει ο κ. Σημίτης, για τις προγραμματικές συμβάσεις του ΟΤΕ θα εφαρμοζόταν η ίδια διαδικασία που είχε εφαρμοστεί από την τότε κυβέρνηση. Ως προς την ουσία δε της πρότασης για τον έλεγχο προμηθειών και έργων, δηλώνει ότι το ισχύον πλαίσιο μαζί με τις αλλαγές και τροποποιήσεις που σχεδιάζονταν τότε θα εξασφάλιζε αποτελεσματικότερο έλεγχο από αυτόν της πρότασης του κ. Καστανίδη.

Για τους Ολυμπιακούς Αγώνες

Για το σύστημα ασφαλείας των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, ο πρώην πρωθυπουργός υπενθυμίζει το κλίμα που δημιουργήθηκε μετά το χτύπημα των δίδυμων πύργων στη Νέα Υόρκη, με την ασφάλεια να έχει αναδειχθεί σε μείζον θέμα και τις Η.Π.Α. να ζητούν αναβαθμισμένο σύστημα ασφάλειας στο πρότυπο του C4i από την Αθήνα. «Η Ελλάδα ως οργανώτρια χώρα βρέθηκε μπροστά σε μια τελείως νέα κατάσταση» υποστηρίζει ο κ. Σημίτης, καθώς «το ΤΕΤRA δεν επαρκούσε πλέον» και »αν η Ελλάδα δεν έκανε αυτή την προσπάθεια, οι Η.Π.Α. και οι σύμμαχοί τους δεν θα συμφωνούσαν στη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα». Έτσι, η Διυπουργική Επιτροπή Συντονισμού της Ολυμπιακής Προετοιμασίας αποφάσισε να ενοποιηθούν τα συστήματα TETRA και C4I και να διασφαλιστεί η έγκαιρη κατασκευή και διαλειτουργικότητά τους.

Για συναντήσεις με Χριστοφοράκο

«Ο πρωθυπουργός κ. Σημίτης δεν είχε καμία απολύτως συνάντηση ούτε οποιαδήποτε επαφή με τον κ. Χριστοφοράκο, τον οποίο και δεν γνώριζε» αναφέρει ο πρώην πρωθυπουργός που κατηγορεί την εξεταστική ότι «η χωρίς έλεγχο αναδημοσίευση στο πόρισμά της, των αναφερόμενων στο ημερολόγιο Χριστοφοράκου συναντήσεων έχει ως αποτέλεσμα να παρουσιάζονται ανύπαρκτες συναντήσεις ως πραγματικά γεγονότα. Λειτουργεί παραπλανητικά και δεν βοηθά στην ανεύρεση της αλήθειας».

Για την αξιοπιστία των καταθέσεων

Ο πρώην πρωθυπουργός θέτει, επίσης, θέμα αξιοπιστίας καταθέσεων προσώπων που προσήλθαν ως μάρτυρες στην εξεταστική, καθώς με το κείμενο που δόθηκε στη δημοσιότητα επισημαίνεται ότι «ο κ. Σημίτης κατήγγειλε όσους από την ελληνική πλευρά πήραν χρήματα είτε από ασυγχώρητη επιπολαιότητα είτε παραβλέποντας τις νομικές και ηθικές υποχρεώσεις τους. Αναμφισβήτητο, όμως, πρέπει να είναι επίσης, ότι οι υπάλληλοι της SIEMENS δηλώνουν ό,τι συμφέρει αυτούς και την επιχείρηση».

Για τους συνεργάτες

Χωρίς να γίνεται αναφορά ονομαστική στα πρόσωπα των κ.κ. Τσουκάτου και Μαντέλη στο κείμενο σημειώνεται ότι «κατά την επιλογή των συνεργατών του ο κ. Σημίτης προσπάθησε να σταθμίσει όλα τα στοιχεία που διέθετε. Επέλεξε πρόσωπα που είχαν αγωνισθεί, αναδειχθεί και είχαν θετική εικόνα στο κόμμα που ανήκε». Γίνεται, όμως, παραδοχή ότι «όλες οι επιλογές δεν ήταν επιτυχημένες», γι’ αυτό όπως είναι γνωστό «απομακρύνθηκαν υπουργοί και συνεργάτες από θέσεις που κατείχαν, όταν επικρατούσε η εντύπωση μιας συμπεριφοράς ασυμβίβαστης με κανόνες πολιτικής δεοντολογίας».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης