Επιμέλεια: Άντζελα Πεΐτση

Ερώτηση προς το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης κατέθεσε σήμερα η Βουλευτής Β’ Αθηνών της Νέας Δημοκρατίας, κα Κατερίνα Παπακώστα-Σιδηροπούλου, με θέμα τα σοβαρά προβλήματα που υπάρχουν στις συντάξεις χηρείας.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η Βουλευτής ανέφερε ότι ο ν. 4387/2016, γνωστός ως νόμος Κατρούγκαλου, έχει φέρει δραματικές αλλαγές στις ζωές όλων των ασφαλισμένων ενώ η συνεχιζόμενη έκδοση ερμηνευτικών εγκυκλίων φέρνει στο φως όλο και περισσότερα προβλήματα. Η Βουλευτής περιγράφει το περίπλοκο και άδικο ηλικιακό όριο το οποίο έχει θεσπιστεί στο νέο ασφαλιστικό σύστημα, όπου ο επιζών σύζυγος λαμβάνει σύνταξη εφ’ όρου ζωής μόνο εφόσον έχει συμπληρώσει τα 55 κατά την ημερομηνία του θανάτου. Εφόσον δεν έχει συμπληρωθεί το ηλικιακό όριο, η σύνταξη λαμβάνεται μόνο για τρία έτη. Σε περίπτωση που τα 55 έτη συμπληρωθούν εντός της τριετίας, η σύνταξη επανέρχεται στα 67. Σε περίπτωση όμως που δεν καλύπτεται το ηλικιακό όριο, μετά την λήξη των τριών ετών, η σύνταξη δεν επανέρχεται. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση όπου υπάρχουν ανήλικα παιδιά και σπουδαστές έως 24 ετών.

Ταυτόχρονα, υπογράμμισε πως σε αυτό τον ορισμό δεν συνυπολογίστηκαν οι μητέρες – νοικοκυρές, οι οποίες αφοσιώθηκαν στην φροντίδα της οικογένειας, δεν έχουν εργαστεί επί πολλά χρόνια, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατον να βρουν κάποια θέση εργασίας, καθώς δεν πληρούν τις προϋποθέσεις που απαιτεί ο μέσος εργοδότης. Επίσης, δεν συνυπολογίζεται ούτε το πρόβλημα της ανεργίας και της ευρύτερης κατάστασης στον εργασιακό χώρο, όπου για άτομα των περίπου 50 ετών είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρουν εργασία, ανεξαρτήτως φύλου.

Επίσης, έδωσε έμφαση στο γεγονός πως οι χήρες και οι χήροι λαμβάνουν το 50% της σύνταξης του θανόντος κατά την προβλεπόμενη τριετία, ενώ αν ο δικαιούχος στα 67 λάβει και δική του σύνταξη, λαμβάνει μόλις το 25% της σύνταξης χηρείας, αντί του 50% που ίσχυε πριν.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η κα Παπακώστα ανέφερε επιπλέον ότι προκειμένου να εκδοθεί μία σύνταξη χηρείας προηγείται ο επανυπολογισμός της σύνταξης του θανόντος σύμφωνα με τον ν. 4387/2016 και εν συνεχεία υπολογίζεται το ποσό που αναλογεί στον δικαιούχο. Στις περιπτώσεις δε στις οποίες ο θάνατος επήλθε από 13/5/2017 και μετά, ο δικαιούχος λαμβάνει μόνο το 50% της σύνταξης αντί του 70%, όπως ίσχυε.

Όπως σημείωσε η Βουλευτής, εξαιτίας των σχετικών διατάξεων, εκδόθηκαν συντάξεις ύψους 151 έως 200 Ευρώ, ποσά τα οποία δεν επαρκούν για την κάλυψη των καθημερινών αναγκών ενός ανθρώπου. Αναφέρει επιπλέον, πως σε συνέχεια ανακοίνωσης της Υπουργού, κυρίας Αχτσίογλου, πως θα προωθηθούν μέτρα και ευνοϊκότερα κριτήρια για τους δικαιούχους συντάξεων χηρείας, είδαν το φως της δημοσιότητας πληροφορίες που ήθελαν τα μέτρα αυτά να αποτελούνται από την επιβολή εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων και ενός θετικού κόφτη. Έτσι, όποιος δεν θα πληροί τα περιουσιακά κριτήρια θα λαμβάνει την σύνταξη που του αναλογεί σύμφωνα με τον νόμο, ενώ όποιος τα πληροί θα λαμβάνει σύνταξη χηρείας ύψους 300 έως 360 Ευρώ.

Στην Ερώτησή της τόνισε ότι σε καμία χώρα της ΕΕ δεν εκδίδεται σύνταξη βάσει των εισοδηματικών και περιουσιακών στοιχείων των ασφαλισμένων και πως η κατοχή ενός ακινήτου δεν ισοδυναμεί με την οικονομική αυτάρκεια του κατόχου. Επίσης, η εφαρμογή αυτής της ρύθμισης θα σημάνει την αρχή και θα γίνει δυνατή η επέκτασή της και σε άλλες περιπτώσεις ασφαλισμένων.

Η Βουλευτής ρωτάει το αρμόδιο Υπουργείο αν θα γίνουν ριζικές διορθώσεις στο άρθρο 12 του ν. 4387/2016 για την σύνταξη λόγω θανάτου επ’ ωφελεία των επιζώντων συζύγων και ποιές θα είναι αυτές και αν θα γίνουν διορθώσεις αναφορικά με το ηλικιακό όριο των 55 ετών, αλλά και αν θα επανέλθει το προηγούμενο καθεστώς όπου καταβαλλόταν το 70% της σύνταξης και όχι το 50% που ισχύει σήμερα.
Και επιπλέον, ζήτησε απάντηση αναφορικά με το ποιά είναι τα νέα μέτρα που θα προωθήσει το αρμόδιο Υπουργείο αναφορικά με τις συντάξεις χηρείας και αν το Υπουργείο θα συνδέσει τα εισοδηματικά κριτήρια με το ύψος της σύνταξης χηρείας και αν θα οριστεί κατώτατος «κόφτης». Τέλος, ρωτά αν ο αρμόδιος Υπουργός θεωρεί πως το παραπάνω ποσό είναι αρκετό για την κάλυψη των καθημερινών αναγκών.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της Ερώτηση που κατέθεσε η κα Παπακώστα:

«ΕΡΩΤΗΣΗ

ΠΡΟΣ: Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης

ΘΕΜΑ: «Σοβαρά Προβλήματα στις Συντάξεις Χηρείας»

Ο ν. 4387/2016 έχει φέρει δραματικές αλλαγές στις ζωές όλων των ασφαλισμένων, ανεξαρτήτως επαγγελματικής, κοινωνικής και οικογενειακής τους κατάστασης. Καθώς συνεχίζεται η έκδοση ερμηνευτικών εγκυκλίων, γίνονται όλο και πιο εμφανή τα προβλήματα που έχει ο νόμος Κατρούγκαλου, με αποτέλεσμα το αρμόδιο Υπουργείο να επιζητεί συχνά διορθωτικές ρυθμίσεις.

Η ψήφιση του ν. 4387/2016 προκάλεσε, μεταξύ άλλων, μεγάλη αναστάτωση στους δικαιούχους συντάξεων χηρείας, καθώς ορίστηκε ένα πολύπλοκο και άδικο καθεστώς.

Συγκεκριμένα, ο επιζών σύζυγος λαμβάνει σύνταξη εφ΄ όρου ζωής μόνο εφόσον έχει συμπληρώσει τα 55 κατά την ημερομηνία του θανάτου. Εφόσον δεν έχει φτάσει το συγκεκριμένο όριο ηλικίας, λαμβάνει την σύνταξη για τρία μόνο έτη και σε περίπτωση που συμπληρωθούν τα 55 έτη κατά την διάρκεια της τριετίας, η σύνταξη επανέρχεται στα 67. Σε περίπτωση όμως που τα 55 έτη δεν συμπληρωθούν ούτε κατά την διάρκεια της τριετίας, η σύνταξη χηρείας, μετά την λήξη των τριών ετών, δεν επανέρχεται. Εξαίρεση αποτελεί ωστόσο η περίπτωση στην οποία υπάρχουν ανήλικα παιδιά ή σπουδαστές έως 24 ετών, όπου η καταβολή της σύνταξης συνεχίζεται και μετά την τριετία, ανεξαρτήτως της ηλικίας του επιζώντος συζύγου.

Ο παραπάνω ορισμός των ορίων ηλικίας δεν συνυπολογίζει την μητέρα – νοικοκυρά, η οποία αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στην φροντίδα της οικογένειάς της και δεν έχει εργαστεί εδώ και πολλά χρόνια. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρει κάποια θέση εργασίας, καθώς δεν πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτεί ένας μέσος εργοδότης. Επίσης, δεν συνυπολογίζεται καθόλου το σοβαρότατο πρόβλημα της ανεργίας και τις ευρύτερης κατάστασης στον εργασιακό χώρο που αφορά τον επιζώντα σύζυγο ανεξαρτήτως φύλου, καθώς είναι εξαιρετικά δύσκολο για άτομα των περίπου 50 ετών να βρουν εργασία.

Πέραν του περίπλοκου ορισμού του ηλικιακού ορίου, δυσμενής είναι και η ρύθμιση των ποσών που λαμβάνουν οι χήρες ή οι χήροι. Κατά την διάρκεια της τριετίας, ο δικαιούχος λαμβάνει μόλις το 50% της σύνταξης του θανόντος και αν ο δικαιούχος στα 67 του λάβει και δική του σύνταξη, σύμφωνα με τον νόμο Κατρούγκαλου, λαμβάνει μόνο το 25% της σύνταξης του θανόντος συζύγου, αντί του 50% όπως ίσχυε πριν.

Σημειώνεται, πως για να εκδοθεί μία σύνταξη χηρείας, προηγείται ο επανυπολογισμός της σύνταξης του θανόντος σύμφωνα με τα κριτήρια του ν. 4387/2016 και στην συνέχεια υπολογίζεται η σύνταξη χηρείας που αναλογεί στον δικαιούχο. Επιπλέον, σε περίπτωση που ο θάνατος επήλθε από 13/5/2016 και μετά, η χήρα ή ο χήρος δικαιούται μόνο το 50% της σύνταξης του θανόντος, αντί του 70%, όπως ίσχυε.
Οι διατάξεις αυτές είχαν ως αποτέλεσμα να εκδοθούν συντάξεις ύψους 151 έως 200 Ευρώ, πράγμα που προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στους δικαιούχους χωρίς άλλα εισοδήματα, καθώς είναι αδύνατο να επιβιώσει κανείς και να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις του με τόσο πενιχρές συντάξεις.

Η Υπουργός, κυρία Αχτσιόγλου, ανακοίνωσε πρόσφατα στην Βουλή πως το αρμόδιο Υπουργείο θα προχωρήσει στην προώθηση νέων μέτρων και ευνοϊκότερων κριτηρίων για τους δικαιούχους συντάξεων χηρείας. Μετά την ανακοίνωση, είδαν το φως της δημοσιότητας πληροφορίες που θέλουν τα μέτρα αυτά να αποτελούνται από την επιβολή ενός θετικού «κόφτη», ο οποίος δεν θα επιτρέπει η σύνταξη αυτή να πέφτει κάτω από το όριο των 300 με 360 Ευρώ, αλλά και την επιβολή εισοδηματικών κριτηρίων. Συνεπώς, σε περίπτωση που υπάρχουν περιουσιακά στοιχεία στο όνομα του δικαιούχου, αυτός θα λαμβάνει την σύνταξη που του αναλογεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016, ενώ όταν αυτά δεν θα υπάρχουν θα δίνεται η σύνταξη των 300 – 360 Ευρώ.

Σημειώνεται, πως σε καμία άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν εκδίδεται σύνταξη βάσει των εισοδηματικών και περιουσιακών στοιχείων των ασφαλισμένων και η κατοχή ενός ακινήτου, δεν σημαίνει και οικονομική αυτάρκεια του κατόχου. Σε περίπτωση λοιπόν που εφαρμοστεί αυτή η ρύθμιση στην χώρα μας, γίνεται η αρχή αυτή να επεκταθεί και σε άλλες περιπτώσεις ασφαλισμένων, πράγμα που πρέπει οπωσδήποτε να αποφευχθεί.

Κατόπιν τούτων ερωτάται ο κ. Υπουργός:

1. Θα προβείτε σε ριζικές διορθώσεις του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 για την σύνταξη λόγω θανάτου, επ’ ωφελεία των επιζώντων συζύγων και ποιές είναι αυτές;

2. Θα προβείτε σε διορθώσεις αναφορικά με το ηλικιακό όριο των 55 ετών, δεδομένου ότι άτομα, τα οποία διανύουν την πέμπτη δεκαετία της ζωής τους, υπό τις παρούσες συνθήκες στον εργασιακό χώρο, είναι εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατο να βρουν μία θέση εργασίας;

3. Θα επαναφέρετε το παλαιό καθεστώς, σύμφωνα με το οποίο ο επιζών σύζυγος λαμβάνει το 70% της σύνταξης του θανόντος αντί του 50% όπως ισχύει βάσει του νόμου Κατρούγκαλου;

4. Ποιά είναι τα νέα μέτρα, τα οποία θα προωθήσετε, αναφορικά με τις συντάξεις χηρείας;

5. Το Υπουργείο σας θα συνδέσει τα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια με το ύψος της σύνταξης χηρείας που λαμβάνει ο δικαιούχος;

6. Ισχύει πως προτίθεστε να ορίσετε κατώτατο «κόφτη», ώστε σε περίπτωση που πληρούνται τα εισοδηματικά κριτήρια, ο δικαιούχος να λαμβάνει σύνταξη 300 έως 360 Ευρώ; Θεωρείτε πως αυτό το ποσό αρκεί για καλύψει τις καθημερινές του ανάγκες;

Η Ερωτώσα Βουλευτής».

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης